Ο Αλέξης Τσίπρας το 2015 πανηγύρισε δύο εκλογικές νίκες με ποσοστά 36% και 35%, εκμεταλλεύτηκε το μπόνους της ενισχυμένης αναλογικής και σχημάτισε και τις δύο φορές κυβέρνηση συνεργαζόμενος με τους -ανύπαρκτους πλέον στο πολιτικό σκηνικό- ΑΝ.ΕΛ.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε μιλήσει περί «ανισοτιμίας της ψήφου των πολιτών» όταν έμπαινε στο Μαξίμου ως πρωθυπουργός. Ούτε, βέβαια, ποτέ είχε επιχειρήσει να πετύχει συναινέσεις σε σημαντικά ζητήματα για να ισοσκελίσει την περιβόητη… ανισοτιμία. Τώρα, με περίσσιο πολιτικό θράσος, δηλώνει πως βρισκόμαστε σε μια εποχή «που απαιτούνται συνεννόηση, σύνθεση απόψεων και προγραμματικές συγκλίσεις». Πότε τα έπραξε όλα αυτά;
Έκανε το ακριβώς αντίθετο. Αγνοώντας όλο το πολιτικό σκηνικό προχώρησε στη γραφική και επικίνδυνη διαπραγμάτευση κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2015. «Αγκαλιά» με τον Βαρουφάκη, που ανέπτυσσε θεωρίες στα Εurogroup, τον Λαφαζάνη που ονειρευόταν ρούβλια από τη Μόσχα, τη Ζωή που… διέγραφε το δημόσιο χρέος μονομερώς, φλέρταρε με την επιστροφή στη δραχμή.
Αν και η χώρα βίωσε κάποιες από τις πλέον δραματικές στιγμές στη νεότερη Ιστορία της, ο Αλέξης Τσίπρας ως πρωθυπουργός δεν προσπάθησε να βρει έναν τρόπο προσέγγισης με τα υπόλοιπα κόμματα. Την ίδια ακριβώς στάση κράτησε και γύρω από το Σκοπιανό. Αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι πρώτα είχε ενημερώσει τον Αρχιεπίσκοπο και στη συνέχεια τους πολιτικούς αρχηγούς για την πορεία των διαπραγματεύσεων.
Αν πραγματικά πιστεύει ότι η ενισχυμένη αναλογική «παραχαράσσει» τη βούληση του λαού, τότε θα έπρεπε είτε να είχε αλλάξει τον εκλογικό νόμο αμέσως μετά τον Ιανουάριο του 2015 είτε να μην ψήφιζε νόμους με την οριακή πλειοψηφία των 150-154 βουλευτών που διέθετε ως πρωθυπουργός.
Η αλήθεια προφανώς και είναι διαφορετική. Ο Αλέξης Τσίπρας νομοθέτησε την απλή αναλογική το καλοκαίρι του 2016. Όταν πλέον και ο ίδιος γνώριζε πως δεν υπήρχε καμία περίπτωση να κερδίσει τις κάλπες, όποτε κι αν αυτές στήνονταν. Το ίδιο ισχύει και για τις προσεχείς εκλογές, που θα διεξαχθούν κατά πάσα πιθανότητα το 2023. Μοναδικός στόχος ήταν και παραμένει η μπαχαλοποίηση του πολιτικού σκηνικού.
Ο λόγος είναι απλός. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να «αναπτυχθεί» σε συνθήκες κανονικότητας. Ίσως δεν μπορεί καν να επιβιώσει. Γι’ αυτό και η αντιπολίτευση που ασκεί καθημερινά κινείται σε έναν κόσμο εικονικής πραγματικότητας, επιχειρώντας να δημιουργήσει ένα σκηνικό αστάθειας και αβεβαιότητας.
Ο νόμος Θεοδωρικάκου, που θα ψηφιστεί την επόμενη εβδομάδα από τη Βουλή, έρχεται να «θεραπεύσει» την αδυναμία συνεννόησης του πολιτικού συστήματος, που οφείλεται κατά βάση στις αβελτηρίες του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κλιμακωτό μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα αποτελεί τείχος σε κάθε προσπάθεια μπαχαλοποίησης και προσφέρει την απαιτούμενη πολιτική σταθερότητα που τόσο έχει ανάγκη η χώρα για να αντιμετωπίσει τις εξαιρετικά σοβαρές προκλήσεις -οικονομικές, κοινωνικές και εθνικές- μέσα στα επόμενα χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου