Τα ρολογάκια μας πήγαν μια ώρα μπροστά. Θερινή ώρα βλέπεις. Εμ, Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αυτή. Όποτε θέλει γυρίζει την ώρα πίσω κι όποτε γουστάρει την πάει μπροστά. Εμείς απλώς υπακούμε. Κι όχι μόνο υπακούμε, φαίνεται πως είμαστε και δεινοί χορευτές. Γιατί μέχρι τώρα, όποιο σκοπό και να μας βαράνε …σέρνουμε τα βήματα με λεβεντιά και χάρη. Απολύσεις με διπλοπενιές… Περικοπές μισθών και συντάξεων με τσάμικο… Φορολογικές καρπαζιές σε ρυθμό τσα-τσα. Περαίωση και λουκετιάσματα καταστημάτων με ήχους από ρομαντικά βαλσάκια… Τι να λέμε τώρα μας χορεύουν στο ταψί κανονικά. Τα ρολογάκια μας λοιπόν τα ρυθμίσαμε μπροστά. Αλλά εμείς πάλι έχω την αίσθηση ότι πάμε πίσω…
Τότε που τα πορτοφόλια είχαν μέσα χαρτονομίσματα, ενώ τώρα έχουν χρεωμένες κάρτες.
Τότε που τα βιβλιάρια των μικρομεσαίων είχαν καταθέσεις και που με το περίσσευμα, γιατί υπήρχε περίσσευμα, αγόραζες 4αρι για τη θυγατέρα σου και την προίκιζες με δόξα και τιμή!
Τότε που αφήναμε τις πόρτες μας ξεκλείδωτες και βγαίναμε αμέριμνοι στο δρόμο για να καλημερίσουμε γείτονες, χωρίς τον φόβο πως θα σε χτυπήσουν, θα σε πετάξουν κάτω και θα σου αρπάξουν την τσάντα (αυτό το τελευταίο, δεν είναι υπερβολή, ειδικά για την Αθήνα ο ξυλοδαρμός και η αρπαγή προσωπικών αντικειμένων είναι πλέον θεσμός)…
Τότε που μπορούσες να γυρίσεις σπίτι με τα πόδια ξημερώματα, να ρεμβάζεις και να σιγοτραγουδάς αρχοντορεμπέτικα του στυλ «εσούρωσα κι αργήσαμε». Καλά αυτό κι αν είναι εξωπραγματικό στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Τότε λοιπόν, που τη ζωή στα Γιάννενα δεν την καθόριζε το Δ.Ν.Τ. αλλά το μεγάλο ρολόι της πλατείας. Επιβλητικό κι αντάξιο μιας πόλης με παράδοση και γνώση. Η πινακίδα του εξακολουθεί να παραμένει ευανάγνωστη:
Ανεστηλώθη επί Ελληνικής Δημοκρατίας εν έτει 1925.
Η θέση του άκρως στρατηγική. Όποια δουλειά και νάχεις στην πόλη, απ’ όποιο χωριό και να κατέβηκες, δεν μπορεί, θα περάσεις μπροστά από το ρολόι. Κι αυτό θα σ’ ανταμείψει με την ακρίβεια που οι λεπτοδείκτες του σημαίνουν την ώρα. Γιατί πώς να το κάνουμε, δεν είναι λίγο πράγμα νάσαι ακριβής στη δουλειά σου, άρα συνεπής στις υποχρεώσεις σου, επομένως φερέγγυος στις κοινωνικές σου σχέσεις.
Για πάρα πολλά χρόνια το ρολόι της πλατείας συμπορεύονταν με την καθημερινότητα των πολιτών.
Αυτό το ρολόι κοίταζε με αγωνία, ο εξοδούχος με δίωρη άδεια φαντάρος, όταν επέστρεφε στη Μεραρχία.
Απέναντι από το ρολόι, επί της οδού Ε. Βενιζέλου ήταν το παλιό πρακτορείο… με τα καθημερινά δρομολόγια για την Αθήνα. Ένα ταξίδι που βάσταγε ίσα και με 11 ώρες! …από την παλιά Εθνική οδό, με κουρασμένα λεωφορεία, που ξεφύσαγαν κι αγκομαχούσαν στον ανήφορο της Κανέτας.
Στην Αθήνα τότε πήγαινε κανείς – συνήθως – για δύο λόγους: Ή για να βρει μεροκάματο ή για να μπει στο νοσοκομείο. Όπως και νάχε οι συγγενείς που μαζεύονταν στο πρακτορείο για να καρτερέσουν το δρομολόγιο με τους δικούς τους, είχαν πάντα στραμμένα τα μάτια στο ρολόι.
Όταν το ρολόι ήταν στην αρχική του θέση μπροστά στο ξενοδοχείο «ΑΒΕΡΩΦ» αποτελούσε το κομβικό σημείο, για όλες τις πολιτικές συγκεντρώσεις και ομιλίες μεγάλων ανδρών… Ο Δημ. Ράλλης το 1908, ο πολυσυζητημένος Λόγος του Ε. Βενιζέλου, από το μπαλκόνι του «ΑΒΕΡΩΦ» στις 5-8-1928, οι βασιλείς, ο Παν. Δαγκλής, ο Γ. Καλούδης… Και φυσικά η θριαμβευτική είσοδος του Ελληνικού στρατού την ευλογημένη μέρα της 21ης Φεβρουαρίου του 1913.
Και βέβαια το ρολόι ήταν εξόχως ερωτικό. Τα περισσότερα ραντεβουδάκια κλείνονταν κάτω από το ρολόι. Κι άντε τώρα ν’ αργοπορεί ο ένας εκ των δύο. Και να κοιτάζει ο άλλος τους λεπτοδείκτες και τα λεπτά να μοιάζουν αιώνες και η καρδιά να χτυπάει ζωηρά τικ-τακ.
Φευ! Το ρολόι χάλασε. Εν έτει 2011. Το ρολόι της πλατείας, μας ...βαρέθηκε. Μας μπούχτισε. Και δείχνει πια άλλα ντ’ άλλων. Σιωπηλά διαμαρτυρόμενο για τον ξεπεσμό μας.
Όταν μια μεγάλη πόλη χάνει την ώρα της, είναι σημάδι των καιρών κι αφορμή προβληματισμού. Γιατί;
Γιατί όταν χάθηκε το καρφί, χάθηκε και το πέταλο. Όταν χάθηκε το πέταλο, χάθηκε και τ’ άλογο. Όταν χάθηκε το άλογο, χάθηκε το μήνυμα. Κι όταν χάθηκε το μήνυμα, χάθηκε κι ο πόλεμος.
ΤΖΕΝΝΥ Π. ΣΙΑΜΑΛΕΚΑ
Τότε που τα πορτοφόλια είχαν μέσα χαρτονομίσματα, ενώ τώρα έχουν χρεωμένες κάρτες.
Τότε που τα βιβλιάρια των μικρομεσαίων είχαν καταθέσεις και που με το περίσσευμα, γιατί υπήρχε περίσσευμα, αγόραζες 4αρι για τη θυγατέρα σου και την προίκιζες με δόξα και τιμή!
Τότε που αφήναμε τις πόρτες μας ξεκλείδωτες και βγαίναμε αμέριμνοι στο δρόμο για να καλημερίσουμε γείτονες, χωρίς τον φόβο πως θα σε χτυπήσουν, θα σε πετάξουν κάτω και θα σου αρπάξουν την τσάντα (αυτό το τελευταίο, δεν είναι υπερβολή, ειδικά για την Αθήνα ο ξυλοδαρμός και η αρπαγή προσωπικών αντικειμένων είναι πλέον θεσμός)…
Τότε που μπορούσες να γυρίσεις σπίτι με τα πόδια ξημερώματα, να ρεμβάζεις και να σιγοτραγουδάς αρχοντορεμπέτικα του στυλ «εσούρωσα κι αργήσαμε». Καλά αυτό κι αν είναι εξωπραγματικό στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Τότε λοιπόν, που τη ζωή στα Γιάννενα δεν την καθόριζε το Δ.Ν.Τ. αλλά το μεγάλο ρολόι της πλατείας. Επιβλητικό κι αντάξιο μιας πόλης με παράδοση και γνώση. Η πινακίδα του εξακολουθεί να παραμένει ευανάγνωστη:
Ανεστηλώθη επί Ελληνικής Δημοκρατίας εν έτει 1925.
Η θέση του άκρως στρατηγική. Όποια δουλειά και νάχεις στην πόλη, απ’ όποιο χωριό και να κατέβηκες, δεν μπορεί, θα περάσεις μπροστά από το ρολόι. Κι αυτό θα σ’ ανταμείψει με την ακρίβεια που οι λεπτοδείκτες του σημαίνουν την ώρα. Γιατί πώς να το κάνουμε, δεν είναι λίγο πράγμα νάσαι ακριβής στη δουλειά σου, άρα συνεπής στις υποχρεώσεις σου, επομένως φερέγγυος στις κοινωνικές σου σχέσεις.
Για πάρα πολλά χρόνια το ρολόι της πλατείας συμπορεύονταν με την καθημερινότητα των πολιτών.
Αυτό το ρολόι κοίταζε με αγωνία, ο εξοδούχος με δίωρη άδεια φαντάρος, όταν επέστρεφε στη Μεραρχία.
Απέναντι από το ρολόι, επί της οδού Ε. Βενιζέλου ήταν το παλιό πρακτορείο… με τα καθημερινά δρομολόγια για την Αθήνα. Ένα ταξίδι που βάσταγε ίσα και με 11 ώρες! …από την παλιά Εθνική οδό, με κουρασμένα λεωφορεία, που ξεφύσαγαν κι αγκομαχούσαν στον ανήφορο της Κανέτας.
Στην Αθήνα τότε πήγαινε κανείς – συνήθως – για δύο λόγους: Ή για να βρει μεροκάματο ή για να μπει στο νοσοκομείο. Όπως και νάχε οι συγγενείς που μαζεύονταν στο πρακτορείο για να καρτερέσουν το δρομολόγιο με τους δικούς τους, είχαν πάντα στραμμένα τα μάτια στο ρολόι.
Όταν το ρολόι ήταν στην αρχική του θέση μπροστά στο ξενοδοχείο «ΑΒΕΡΩΦ» αποτελούσε το κομβικό σημείο, για όλες τις πολιτικές συγκεντρώσεις και ομιλίες μεγάλων ανδρών… Ο Δημ. Ράλλης το 1908, ο πολυσυζητημένος Λόγος του Ε. Βενιζέλου, από το μπαλκόνι του «ΑΒΕΡΩΦ» στις 5-8-1928, οι βασιλείς, ο Παν. Δαγκλής, ο Γ. Καλούδης… Και φυσικά η θριαμβευτική είσοδος του Ελληνικού στρατού την ευλογημένη μέρα της 21ης Φεβρουαρίου του 1913.
Και βέβαια το ρολόι ήταν εξόχως ερωτικό. Τα περισσότερα ραντεβουδάκια κλείνονταν κάτω από το ρολόι. Κι άντε τώρα ν’ αργοπορεί ο ένας εκ των δύο. Και να κοιτάζει ο άλλος τους λεπτοδείκτες και τα λεπτά να μοιάζουν αιώνες και η καρδιά να χτυπάει ζωηρά τικ-τακ.
Φευ! Το ρολόι χάλασε. Εν έτει 2011. Το ρολόι της πλατείας, μας ...βαρέθηκε. Μας μπούχτισε. Και δείχνει πια άλλα ντ’ άλλων. Σιωπηλά διαμαρτυρόμενο για τον ξεπεσμό μας.
Όταν μια μεγάλη πόλη χάνει την ώρα της, είναι σημάδι των καιρών κι αφορμή προβληματισμού. Γιατί;
Γιατί όταν χάθηκε το καρφί, χάθηκε και το πέταλο. Όταν χάθηκε το πέταλο, χάθηκε και τ’ άλογο. Όταν χάθηκε το άλογο, χάθηκε το μήνυμα. Κι όταν χάθηκε το μήνυμα, χάθηκε κι ο πόλεμος.
ΤΖΕΝΝΥ Π. ΣΙΑΜΑΛΕΚΑ
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου