Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Ο Μπαλτάκος, οι αγορές και ο "αντιρατσιστικός" νόμος που… επανέρχεται!

Τα απόνερα της υπόθεσης Μπαλτάκου φαίνεται θα ταλαιπωρούν για αρκετό καιρό την πολιτική επικαιρότητα της χώρας.

Η παράδοση της Νέας Δημοκρατίας στις απαιτήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, προκειμένου να αποφύγει το άλγος του να χαρακτηριστεί ως “δεξιά” από τους συνεργάτες στην κυβέρνηση και μελλοντικά μάλλον συγκατοίκους της στο ίδιο κόμμα είναι πλέον... ολοκληρωτική και σηματοδοτείται τόσο από την απόσυρση του Φαήλου Κρανιδιώτη για την οποία γράφαμε την δευτέρα, όσο και από την επανεισαγωγή στην Βουλή διαφόρων νομοσχεδίων που είχαν “μπλοκαριστεί” στην Βουλή, λόγω του ξεκάθαρα αριστερίστικου χαρακτήρα τους. Ένας και από αυτούς ο αντιρατσιστικός νόμος.

Σήμερα Πέμπτη θα διεξαχθεί στη Βουλή η δεύτερη ανάγνωση του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, που είχε «παγώσει» προ τεσσάρων μηνών μετά από παρέμβαση του τότε γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Τάκη Μπαλτάκου. Την ανακοίνωση έκανε χθες ο πρόεδρος της Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης Κυριάκος Βιρβιδάκης κατά την συνεδρίαση της Επιτροπής για την παιδική πορνογραφία και την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Είχε προηγηθεί αντίδραση από τον ΣΥΡΙΖΑ, που διά του εισηγητή του Σταύρου Κοντονή έθεσε το ζήτημα, ενώ το ίδιο αίτημα έχει τεθεί και από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ.

Υπενθυμίζεται ότι το πρώτο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο είχε φέρει στη Βουλή ο Αντώνης Ρουπακιώτης, όταν ήταν υπουργός Δικαιοσύνης. Όμως είχε «κοπεί» από τον τότε γραμματέα της κυβέρνησης Τ. Μπαλτάκο – και μάλιστα μετά από γνωμάτευση της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής της οποίας πρόεδρος είναι ο νυν γενικός γραμματέας της κυβέρνησης Φώτης Καϋμενάκης. Ο οποίος όμως παρόλο του ότι “πλασάρεται” ως δεξιός φαίνεται γνωρίζει τι πρέπει να κάνει για να κρατήσει την νέα του θέση. Υπενθυμίζουμε ότι στις 20 Νοεμβρίου 2013 ο υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου είχε καταθέσει το νομοσχέδιο υπό τον τίτλο «Τροποποίηση του ν. 927/1979 (Α΄139) και προσαρμογή του στην απόφαση πλαίσιο 2008/913/ΔΕ της 28ης Νοεμβρίου 2008, για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου (L 328)». Το νομοσχέδιο συζητήθηκε σε τρεις συνεδριάσεις της Επιτροπής μέχρι τις 3 Δεκεμβρίου 2013 και, ενώ έμενε η δεύτερη ανάγνωση για να σταλεί στην Ολομέλεια, «πάγωσε» η διαδικασία, «λόγω φόρτου εργασίας», όπως είχε πει ο Χ. Αθανασίου απαντώντας σε σχετικό ερώτημα.

Οι “κωλοτούμπες” της ΝΔ

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, φέρνει για τρίτη φορά αυτό το νομοσχέδιο στην Βουλή. Κάτι που αποδεικνύει ότι θέλει απελπισμένα να το περάσει. Το ότι χρησιμοποιεί την συγκυρία Μπαλτάκου και εξόδου στις αγορές για να το κάνει, δείχνει ότι αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης. Της κυβέρνησης του κόμματος που πριν λίγο καιρό δήλωνε: “«Στις αληθινές δημοκρατίες, ο λόγος δεν δένεται με νόμους που ποινικοποιούν την ελευθερία της σκέψης, της γνώμης και της κριτικής. Το νομοσχέδιο με τον αλήστου μνήμης γαλλικό νόμο Γκαιϋσσώ-Φαμπιούς της 13-07-1990, μπορεί να συγκριθεί: ένα ολοκληρωτικού πνεύματος νομοθέτημα. Αποτελεί για την κυβέρνηση βαρύτατο νομικό και πολιτικό σφάλμα η υιοθέτηση της ποινικής καταστολής ως μέσου για τον περιορισμό των ανεπιθύμητων ή ενοχλητικών για κάποιους χρήσεων του λόγου, στην Πολιτική, στην Κοινωνία, στον Τύπο, στην Ιστορία, στην Τέχνη.

Οι υπουργοί πρέπει να έχουν συναίσθηση ότι είναι υπάλληλοι της ιστορίας. Δεν έχουν το δικαίωμα να ενδίδουν σε παράλογες απαιτήσεις ‘‘ομάδων επιρροής’’ ή να υπηρετούν μη ξεπερασμένη (αν μη και ύποπτη) Πολιτική Ορθότητα. Πρωτίστως, όμως, οφείλουν να τηρούν ευλαβικά το Σύνταγμα της Χώρας που παραβιάζεται πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως. Υπό το κράτος, άλλωστε, της ισχύος του ν.927/79 για τις φυλετικές διακρίσεις στον Τύπο κλπ. η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έχει κρίνει την αντισυνταγματικότητα ομοίων διατάξεων (Ολ. Α.Π. 3/2010). Αυτό το νομοσχέδιο πρέπει να αποσυρθεί γιατί προσβάλλει την ιστορία του Ελληνικού Πολιτισμού, που ανέδειξε την ανεκτικότητα απέναντι στον Άλλο ως θεμελιώδη δημοκρατική αξία, χωρίς να χρειαστεί ποτέ να την επιβάλλει με μέσα νομοθετικού εξαναγκασμού». Το παραπάνω θα υπενθυμίσουμε ότι είναι ανακοίνωση της ΝΔ, την Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011, την οποία υπογράφει ο τότε υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης της ΝΔ Κώστας Τζαβάρας.

Ο σκοπός του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου

Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δημιουργήθηκε ξεκάθαρα για να εξυπηρετήσει λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και όχι για να αντιμετωπίσει κάποιο υπαρκτό πρόβλημα. Όσο και να φωνάζει η αριστερά, όσες “ρατσιστικές” επιθέσεις, ψεύτικες ή μη, και να παρουσιαστούν από το indymedia και τα καθεστωτικά ΜΜΕ, το δεδομένο είναι ότι η δήθεν ρατσιστική βία, εάν αυτή υπάρχει, δεν είναι εκτεταμένη και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ζήτημα που βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα με τα προβλήματα του Έλληνα πολίτη, τόσο που να μην καλύπτεται από το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο. Αντιθέτως, το μεταναστευτικό ζήτημα με τα παρελκόμενά του, για παράδειγμα, αποτελεί μείζον πρόβλημα, που επηρεάζει άμεσα και ποικιλοτρόπως την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής του Έλληνα. Παρ' όλα αυτά, εδώ και χρόνια, παραμένει ανοιχτή πληγή για τη νεοελληνική κοινωνία, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, ούτε μέσω της εγχώριας και της κοινοτικής πολιτικής.

Για ένα ανύπαρκτο πρόβλημα, λοιπόν, και για λόγους καθαρά πολιτικής σκοπιμότητας φτάσαμε στο σημείο το Human Rights Watch και διάφοροι άλλοι διεθνείς οργανισμοί και “προσωπικότητες”, της ιδίας συνομοταξίας, να κάνουν εισηγήσεις στο ελληνικό κοινοβούλιο, καθώς και εξόφθαλμες πολιτικές παρεμβάσεις, ζητώντας σκληρότερα κατασταλτικά μέτρα εναντίον της εθνοκεντρικής σκέψης. Ο “αντιρατσισμός”, όπως τον αντιλαμβάνονται οι υπέρμαχοι της φίμωσης των εθνικιστών και εφαρμόζεται σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, είναι αυτός που οδήγησε στη φυλακή τον Ισπανό εθνικιστή εκδότη Πέδρο Βαρέλα, αποκλειστικά λόγω της εκδοτικής του δραστηριότητας, όπως και τους ιστορικούς αναθεωρητές Ε. Ζυντέλ και Ντ. Ίρβινγκ, αποκλειστικά λόγω του ιστορικού ερευνητικού τους έργου.

Ας μην γελιόμαστε: Ο στόχος του επερχόμενου αντιρατσιστικού νόμου είναι η φίμωση της ιστορικής και επιστημονικής έρευνας, καθώς και της οποιασδήποτε πολιτικής εκδήλωσης της εθνοφυλετικής διαφορετικότητας. Μία φίμωση, που επιβάλλεται με τον πιο άμεσο και βάναυσο τρόπο, ως μία τελευταία απεγνωσμένη λύση επιβίωσης για το σύστημα εξουσίας, από τη στιγμή που διαφαίνεται ότι οι έμμεσοι τρόποι (περιθωριοποίηση, απειλές, επαγγελματικές και κοινωνικές κυρώσεις) δεν πιάνουν τόπο.

Δημήτρης Παπαγεωργίου

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου