Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Το καμμένο έλατο...

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα μικρό έλατο. Ήταν πολύ χαρούμενο γιατί το είχαν διαλέξει από μικρό να το πάνε να στολίσει την μεγάλη πλατεία της πόλης, του χρόνου τα Χριστούγεννα.
Είχε ακούσει πολλές ιστορίες για αυτή τη γιορτή. Θα είχε κόσμο φώτα λαμπιόνια, και τα παιδιά γύρω του θα του έβαζαν στολίδια και θα γέμιζαν με δώρα τα κλαδιά του, και το βράδυ θα έφεγγε και θα ζέσταινε τόσο πολύ τον κόσμο γύρω του ώστε έστω και για λίγο κανένας δεν θα αισθανόταν μόνος και λυπημένος.
Το έλατο ήξερε ότι έπρεπε να γίνει ψηλό και δυνατό και ήθελε να είναι το ομορφότερο έλατο που στολίστηκε ποτέ στην μεγάλη πλατεία της πόλης.
Όταν πλησίασαν τα Χριστούγεννα, ήρθαν οι υπάλληλοι του δήμου, το πήραν και το έστησαν στη μεγάλη πλατεία. Δίπλα του άρχισαν να φέρνουν τα στολίδια του και κόσμος πολύς μαζεύονταν κάθε μέρα γύρω του το φρόντιζε και το καμάρωνε. Το έλατο, ένοιωθε τέτοια χαρά, που νόμιζε ότι ήταν όνειρο, και ανυπομονούσε να τελειώσουν το στόλισμά του, να του βάλουν τα φωτάκια, και να μαζευτούν τα παιδάκια γύρω του και να αρχίσουν να παίζουν και να γελάνε και να χαίρονται τόσο κοντά στην πελώρια αγκαλιά του. Και αυτό θα τα αγκάλιαζε όλα τα παιδιά και θα χαίρονταν και αυτό με τη χαρά τους και θα στεκόταν πιο ψηλά για να είναι πιο περήφανοι οι μικροί του φίλοι που το δέντρο τους είναι τόσο ωραίο, τόσο ψηλό και με τόσα πολλά δώρα στα κλαδιά του.
Το βράδυ των Χριστουγέννων θα άναβαν όλα τα λαμπιόνια του θα ερχόταν και η μπάντα του δήμου και οι φίλοι του με τους γονείς τους και εκεί δίπλα του όλοι μαζί θα έψελναν τα κάλαντα.
Πόσο χαίρονταν που θα ερχόταν εκείνο το βράδυ και με πόση ανυπομονησία περίμενε.
Ξαφνικά και ενώ ακόμη οι ετοιμασίες δεν είχαν τελειώσει, άκουσε φωνές και φασαρία από κάπου μακριά. Έτσι ψηλό που ήταν και έβλεπε μακριά στην αρχή δεν ανησύχησε. Κόσμος πολύς όμως άρχισε να τρέχει τρομαγμένος και οι μικροί του φίλοι κλαίγοντας ρίχτηκαν στις αγκαλιές των γονιών τους. Όλοι έφευγαν τρέχοντας από την πλατεία, και σε λίγο ερήμωσε ο τόπος. Το έλατο φοβήθηκε πολύ έτσι μόνο του που απέμεινε στην μεγάλη πλατεία αλλά δεν ήξερε τι συμβαίνει.
Ξάφνου η πλατεία βυθίστηκε στο σκοτάδι. Από τον μεγάλο δρόμο άκουγε άγριες φωνές και βρισιές και γέλια δυνατά και θορύβους όπως της βροντής.
Και να: από την κεφαλή του δρόμου άρχιζαν να προβάλουν κάτι στρατιώτες με κουκούλες και πλησίαζαν όλο και πιο κοντά του. Πολλοί χειρονομούσαν και έβαζαν φωτιές και έσπαγαν τα πάντα στο πέρασμά τους.
Το έλατο κατατρομαγμένο έβλεπε τα πάντα να καίγονται γύρω του. Οι στρατιώτες τώρα είχαν απλωθεί σε όλη την πλατεία και μερικοί ήταν ήδη εκεί που λίγο πριν έπαιζαν οι μικροί του φίλοι. Κάποιος από αυτούς το κοίταξε και σε μια στιγμή φώναξε.
"Το Δέντρο τους... Το Δέντρο τους Κάψτε το". Και όρμησαν και του έβαλαν φωτιά.
Το έλατο καίγονταν και μαζί του καίγονταν και τα στολίδια του και τα λαμπιόνια του και τα δώρα του, και πόναγε πολύ και σκεπτόταν, τους μικρούς του φίλους, και πως θα τους αντίκριζε έτσι καμένο και άσχημο που έγινε;
Ήρθε το πρωί και η φωτιά έσβησε. Το έλατο ήξερε ότι σε λίγο θα πέθαινε. Όπου νάναι θα έρχονταν οι υπάλληλοι του δήμου να το μαζέψουν και να το πετάξουν μαζί με ότι είχε απομείνει στην πλατεία που ακόμα κάπνιζε από τη φωτιά.
Στην άλλη άκρη της πόλης, σε ένα σχολείο κάτι παιδιά έκαναν μάθημα με την δασκάλα τους. Ήταν πολύ στενοχωρημένα με όσα είχαν γίνει το βράδυ.
Το δέντρο το είχαν ξεχάσει. Και κάποιο παιδάκι ρώτησε:
-Κυρία φέτος δεν θα στολίσουμε το δέντρο της πόλης;
-Το δέντρο της πόλης κάηκε και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα γι' αυτό.
-Και τι πειράζει; Ας το στολίσουμε καμένο.
-Ναι Ναι φώναξαν τότε όλα τα παιδιά. Να το στολίσουμε καμένο.
Και τότε η δασκάλα είπε:
-Ας πάμε όλοι μαζί ο καθένας με τα στολίδια του να το στολίσουμε.
Και ξεκίνησαν.
Στο δρόμο κόσμος πολύς τους ρώταγε:
-Που πάτε;
-Πάμε να στολίσουμε το δέντρο.
-Μα αυτό είναι καμένο.
-Και τι πειράζει; Εμείς δεν θα αφήσουμε το δέντρο μας χωρίς στολίδια.
Και όταν το άκουγαν αυτό ο κόσμος μαζεύονταν γύρω τους και τους ακολουθούσε και αυτός και μαζεύτηκαν τόσοι πολλοί και τεχνίτες και μηχανικοί και σιδεράδες όλοι θα ξανάφτιαχναν το δέντρο τους και θα ήταν μαζί του στις τελευταίες του στιγμές και θα έψαλλαν τα κάλαντα όπως όλοι ονειρεύονταν ότι θα γινόταν.
Ο κόσμος άρχισε να φτάνει στο έλατο. Αυτό, έτσι πληγωμένο και αποκαμωμένο που ήταν δεν κατάλαβε τι συνέβαινε. Νόμισε ότι ήρθε η ώρα να το πάρουν. Αλλά σιγά σιγά κατάλαβε και έβαλε όλες του τις τελευταίες δυνάμεις να σταθεί δυνατό και να δεχτεί ξανά όλα του τα στολίδια και παρόλο που πονούσε τα κατάφερε.
Σε λίγο το δέντρο το είχαν σκεπάσει τα στολίδια και τα λαμπιόνια και δεν κρύωνε πια και δεν πόναγε, ούτε σκεφτόταν τι είχε συμβεί.
Οι μικροί του φίλοι στέκονταν ξανά εκεί δίπλα του και το καμάρωναν και γέλαγαν και έπαιζαν.
Επιτέλους όλα ήταν όπως πριν ήταν ξανά όλοι ευτυχισμένοι.
Οι στρατιώτες με τις κουκούλες δεν ήταν παρά ένα κακό όνειρο.
ΙΙΤ

Υ.Γ.
Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε το βράδυ που κάηκε ακριβώς πριν ένα χρόνο η Αθήνα. Σε πρότασή μου να διαβαστεί ως παραμύθι στη περυσινή καθιερωμένη χριστουγεννιάτικη σχολική εορτή στο δημοτικό σχολείο που πηγαίνει ο γιός μου στο σύλλογο γονέων και των καθηγητών μου απάντησαν ότι θα με ειδοποιήσουν... Φυσικά δεν με ειδοποίησαν ποτέ και δεν διαβάστηκε το κείμενο από κανέναν. Μάλιστα ενώ ακόμη η Αθήνα καίγονταν μου πρότειναν να συμμετάσχω σε κάποιο διαγωνισμό παιδικού παραμυθιού.

1 comments:

  1. Tο καψιμο του ελατου στα περσινα επεισοδια ειχε την σημειολογια του,δεν ηταν καθολου μα καθολου ενα τυχαιο γεγονος,καποιο εκτροπο πανω στο κουμφουζιο και την αναρχεια εκεινων των ημερων.
    Το ελατο συμβολιζει για την κοινη λευκη Ευρωπαικη πολιτιστικη παραδοση το Δεντρο της ζωης,το αεναο συμβολο της ελπιδας και της αναγεννησης που αντιστεκετε στις σκοτεινες δυναμεις του θανατου που παρεισφρυουν στον "πανω" κοσμο(τον κοσμο μας)κατα την διαρκεια του χειμωνα.
    Αυτο το συμβολο λοιπον εκαψαν τελετουργικα οι σκοτεινες δυναμεις των αριστεριστων στην καρδια της πρωτευουσας του πολιτισμενου κοσμου.
    Η' ετσι νομιζουν,οι μολωτοφ τους μπορουν να καταστρεψουν μονο υλικα πραγματα,τα συμβολα ομως και τις ιδεες μας καμια μολωτοφ τους και κανενας θρασυδειλος τσαμπουγκας τους δεν θα μπορεσει ποτε να τ'αγγιξει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή