Την έλλειψη αποφασιστικότητας στην εφαρμογή της δημοσιονομικής προσαρμογής, σε συνδυασμό με την μη περικοπή πρωτογενών δαπανών σε μόνιμη βάση, υπέδειξε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γεώργιος Προβόπουλος, ως τα αίτια της επιδείνωσης της ύφεσης, ενώπιον τηςΕπιτροπής Οικονομικών της Βουλής.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κύριος Προβόπουλος πρότεινε την εφαρμογή κατά το 2012, μιας πολιτικής συντομότερης ανάκαμψης με έμφαση στη...μείωση των πρωτογενών δαπανών και δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων με ρυθμούς ακόμα υψηλότερους από τους προβλεπόμενους.
Τόνισε δε, πως "δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης", οπότε η κυβέρνηση θα πρέπει να εστιαστεί στην πάταξη της φοροδιαφυγής.
Κατά την συζήτηση της Ενδιάμεσης Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2011, ο κ. Προβόπουλος εκτίμησε πως το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που επιτεύχθηκε το 2010 υπήρξε πολύ σημαντικό, συνοδευόμενο και από ορισμένες αξιόλογες διαρθρωτικές παρεμβάσεις - με κορυφαία τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Η κατάσταση ωστόσο παραμένει κρίσιμη, καθώς εξακολουθεί να υφίσταται έλλειμμα αξιοπιστίας, δεδομένου ότι «η οικονομική πολιτική συχνά ασκείται αποσπασματικά, με διστακτικότητα, υπαναχωρήσεις και αναβολές, ή σύρεται από τις εξελίξεις αντί να τις προλαμβάνει».
Ο κ. Προβόπουλος στηλίτευσε την επιλογή «οριζόντιων, ισοπεδωτικών λύσεων για τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών, ενώ οι μηχανισμοί που εγγενώς παράγουν δαπάνες παραμένουν άθικτοι», αλλά και την «αναβίωση νοοτροπιών και συμπεριφορών του παρελθόντος, οι οποίες αντιμετωπίζουν ορισμένα θέματα ως αδιαπραγμάτευτα κάθε φορά που απειλούνται κεκτημένα».
«Αν και υποστηρίζεται συχνά ότι η επιδείνωση της ύφεσης το 2011 και η προβλεπόμενη συνέχισή της το 2012 οφείλονται στην πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία περιορίζει τη συνολική ζήτηση, η διεθνής εμπειρία αλλά και πλήθος εμπειρικών μελετών, έχουν δείξει ότι η συσταλτική δημοσιονομική πολιτική είναι δυνατόν να έχει επεκτατικά αποτελέσματα μεσομακροπρόθεσμα, ιδίως σε οικονομίες με πολύ υψηλό δημόσιο χρέος» ανέφερε ο διοικητικής της Τράπεζας της Ελλάδος.
«Οι αρνητικές μακροοικονομικές επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής, μπορούν να ελαχιστοποιηθούν και η χώρα να επιστρέψει συντομότερα στην ανάπτυξη, εφόσον η προσαρμογή βασίζεται κυρίως στην περικοπή των πρωτογενών δαπανών σε μόνιμη βάση, πλην των δαπανών για επενδύσεις, και το πρόγραμμα αποπνέει αδιαμφισβήτητη αποφασιστικότητα ως προς την εφαρμογή του, με αποτέλεσμα να επηρεάζει θετικά τις προσδοκίες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων».
«Επειδή οι προϋποθέσεις αυτές δεν ισχύουν, οι προσδοκίες δεν ανακάμπτουν και το έλλειμμα εμπιστοσύνης διευρύνεται. Η μείωση της εγχώριας ζήτησης και η ύφεση της οικονομίας είναι δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής, ακριβώς επειδή το κλίμα και οι προσδοκίες, που επικρατούν, παρεμποδίζουν την ανάκαμψη της οικονομίας και την εμφάνιση του «αποτελέσματος εμπιστοσύνης» ανέφερε σχετικά ο κ. Προβόπουλος.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κύριος Προβόπουλος πρότεινε την εφαρμογή κατά το 2012, μιας πολιτικής συντομότερης ανάκαμψης με έμφαση στη...μείωση των πρωτογενών δαπανών και δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων με ρυθμούς ακόμα υψηλότερους από τους προβλεπόμενους.
Τόνισε δε, πως "δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης", οπότε η κυβέρνηση θα πρέπει να εστιαστεί στην πάταξη της φοροδιαφυγής.
Κατά την συζήτηση της Ενδιάμεσης Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2011, ο κ. Προβόπουλος εκτίμησε πως το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που επιτεύχθηκε το 2010 υπήρξε πολύ σημαντικό, συνοδευόμενο και από ορισμένες αξιόλογες διαρθρωτικές παρεμβάσεις - με κορυφαία τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Η κατάσταση ωστόσο παραμένει κρίσιμη, καθώς εξακολουθεί να υφίσταται έλλειμμα αξιοπιστίας, δεδομένου ότι «η οικονομική πολιτική συχνά ασκείται αποσπασματικά, με διστακτικότητα, υπαναχωρήσεις και αναβολές, ή σύρεται από τις εξελίξεις αντί να τις προλαμβάνει».
Ο κ. Προβόπουλος στηλίτευσε την επιλογή «οριζόντιων, ισοπεδωτικών λύσεων για τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών, ενώ οι μηχανισμοί που εγγενώς παράγουν δαπάνες παραμένουν άθικτοι», αλλά και την «αναβίωση νοοτροπιών και συμπεριφορών του παρελθόντος, οι οποίες αντιμετωπίζουν ορισμένα θέματα ως αδιαπραγμάτευτα κάθε φορά που απειλούνται κεκτημένα».
«Αν και υποστηρίζεται συχνά ότι η επιδείνωση της ύφεσης το 2011 και η προβλεπόμενη συνέχισή της το 2012 οφείλονται στην πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία περιορίζει τη συνολική ζήτηση, η διεθνής εμπειρία αλλά και πλήθος εμπειρικών μελετών, έχουν δείξει ότι η συσταλτική δημοσιονομική πολιτική είναι δυνατόν να έχει επεκτατικά αποτελέσματα μεσομακροπρόθεσμα, ιδίως σε οικονομίες με πολύ υψηλό δημόσιο χρέος» ανέφερε ο διοικητικής της Τράπεζας της Ελλάδος.
«Οι αρνητικές μακροοικονομικές επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής, μπορούν να ελαχιστοποιηθούν και η χώρα να επιστρέψει συντομότερα στην ανάπτυξη, εφόσον η προσαρμογή βασίζεται κυρίως στην περικοπή των πρωτογενών δαπανών σε μόνιμη βάση, πλην των δαπανών για επενδύσεις, και το πρόγραμμα αποπνέει αδιαμφισβήτητη αποφασιστικότητα ως προς την εφαρμογή του, με αποτέλεσμα να επηρεάζει θετικά τις προσδοκίες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων».
«Επειδή οι προϋποθέσεις αυτές δεν ισχύουν, οι προσδοκίες δεν ανακάμπτουν και το έλλειμμα εμπιστοσύνης διευρύνεται. Η μείωση της εγχώριας ζήτησης και η ύφεση της οικονομίας είναι δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής, ακριβώς επειδή το κλίμα και οι προσδοκίες, που επικρατούν, παρεμποδίζουν την ανάκαμψη της οικονομίας και την εμφάνιση του «αποτελέσματος εμπιστοσύνης» ανέφερε σχετικά ο κ. Προβόπουλος.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου