Του Θοδωρή Παπαθεοδώρου*
Στις εκλογές της 6ης Μαΐου οι πολίτες αποφάσισαν να δώσουν τέλος στο δικομματισμό, είπαν ένα ηχηρό «φτάνει πια» στην απομείωση του βιοτικού τους επιπέδου και υπέδειξαν με τη ψήφο τους ως μόνη λύση το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Οι πολίτες τιμώρησαν ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ για διαφορετικούς λόγους. Το... ΠΑΣΟΚ, γιατί, ενώ είχε από το 2009, σαφή και ισχυρή εντολή από το λαό να κυβερνήσει και να αλλάξει το κράτος και την οικονομία, επέλεξε να χάσει έξι ως οκτώ μήνες με εκείνο το ανεκδιήγητο opengov και να καταλήξει να φρενάρει το κράτος και την οικονομία σε σημαντικούς παραγωγικούς τομείς, να αφήσει στην τύχη τους τον Τουρισμό και τη Ναυτιλία, να ενεργεί ερασιτεχνικά στον τομέα της αξιοποίησης του δημόσιου πλούτου και των επενδύσεων, να επιμείνει σε ψευδώνυμες μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, να ξιφουλκεί με τον παλιό εαυτό του για να αναγκαστεί να καταφύγει, τελικά, σε οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις όταν η δανειακή σύμβαση εμφανιζόταν ως ύστατη λύση πριν τη χρεοκοπία.
Μα, θα μου πείτε, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έκανε μόνο αυτά και ήταν όλα αρνητικά; Όχι, παρέλαβε μία χώρα ήδη χρεοκοπημένη, έκανε προσπάθειες κάποιες εκσυγχρονισμού των δομών, προκάλεσε το μηχανισμό στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά έχασε τον καίριο πολιτικό χρόνο για να οδηγήσει τη χώρα με σχέδιο σε ένα λιγότερο ζοφερό μέλλον. Γι’ αυτό και ο λαός απάντησε απόλυτα τιμωρητικά, μετά από συνεχείς προσπάθειες και θυσίες τριών σχεδόν ετών που τον εξουθένωσαν, στέλνοντας ηχηρότατο μήνυμα στο ΠΑΣΟΚ. Το μήνυμα ήταν να αλλάξει τώρα πολιτικές, στρατηγική, πρακτικές, κουλτούρα, και πρόσωπα!
Η Νέα Δημοκρατία αποδοκιμάστηκε για τις παλινωδίες της, την άνευρη αντιπολίτευσή της, τον εύκολο αντιμνημονιακό λόγο της, τις πολλαπλές μεταλλάξεις της, το φλερτ με τον ευρωσκεπτικισμό, τα ευάριθμα «Ζάππεια» χωρίς πραγματικό πρόγραμμα διακυβέρνησης, την έλλειψη ηγεσίας με ευρωπαϊκό κύρος, την «ανοιξιάτικη» παλινόρθωση και τις θυμικές διαγραφές που οδηγούσαν σε αναγκαστικές επανακάμψεις.
Πέραν, όμως, της αποδοκιμασίας του πάλαι ποτέ δικομματισμού, το ζητούμενο των εκλογών είναι να κυβερνηθεί η χώρα και να προστατευθούν τα συμφέροντά της.
Στο πλαίσιο αυτό, ήρθαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η ΔΗΜΑΡ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες με τα αυξημένα ποσοστά της λαϊκής αντίδρασης, γύρω από ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό Κυβέρνησης. Και εκεί, δυστυχώς, επικράτησε η λογική του «κομματικού ταμείου». Ασύνταχτες κυβερνητικές προτάσεις για μια αδύνατη διακυβέρνηση! Η κυβέρνηση συνεργασίας που υπέδειξε ο ελληνικός λαός έγινε μία πολιτική «ρώσικη ρουλέτα», χωρίς κανένας να θέλει να τραβήξει τη σκανδάλη.
Οι διερευνητικές εντολές απέδειξαν περίτρανα ότι τα ελληνικά πολιτικά κόμματα – καθένα για τους λόγους του- ήταν ανέτοιμα για συνεργασία. Κάποιοι από τους πολιτικούς αρχηγούς φάνηκε ότι ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν, άλλοι απλά δεν ήθελαν ενώ μπορούσαν, άλλοι τρόμαζαν στην ιδέα ακόμη και ότι θα αναλάβουν ευθύνες διακυβέρνησης και άλλοι δεν είχαν κανένα πρόβλημα να αγγίξουν τα όρια της ανευθυνότητας ή ακόμα και της γελοιότητας προκειμένου οι διερευνητικές εντολές να φτάσουν σε αδιέξοδο και η χώρα να οδηγηθεί πάλι σε εκλογές.
Το «κομματικό ταμείο» αποδείχθηκε δυνατότερο από την ανάγκη της χώρας να έχει ισχυρή κυβέρνηση η οποία θα μπορούσε να σταθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να διαπραγματευθεί καλύτερους όρους για τη δανειακή σύμβαση και την επιβίωση της χώρας μέσα στο ευρώ.
Στις Εκλογές της 17ης Ιουνίου η ψήφος του ελληνικού λαού είναι κρίσιμη και ιστορική. Από αυτή εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, η διατήρηση ή απώλεια του ευρωπαϊκού κεκτημένου και της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας.
Και εξηγούμαι: Δεν πιστεύω ότι το κεντρικό διακύβευμα των εκλογών είναι, τελικά, μόνο το «ευρώ ή δραχμή». Είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό και -ας μην ξεγελιόμαστε- έχει να κάνει με την παραμονή ή μη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Οι εύκολοι λεονταρισμοί του τύπου «τώρα γυρίζει και αθετώ ό,τι θέλω από αυτά που συμφώνησα ως κράτος χθές», συνιστούν ακριβώς την κατάργηση του ευρωπαϊκού τρόπου λειτουργίας. Από παλιά θα πρέπει να ξέραμε ότι κανένας δεν εκβιάζει την Ευρώπη ως Ένωση Κρατών και Λαών. Είναι εκτός αξιακού προτύπου, αν το κάνει.
Άρα το εντός ή εκτός Ε.Ε. δεν είναι απλά δίλημμα, αλλά πολιτική επιλογή. Το συγκεκριμένο διακύβευμα δεν ενέχει κανένα στοιχείο κινδυνολογίας, αφού άλλωστε υπάρχουν ελληνικά πολιτικά κόμματα που υποστηρίζουν την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε. και άλλα τα οποία θα τη δέχονταν υπό προϋποθέσεις. Δεν είναι κινδυνολογία, αλλά θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η έξοδος της Ελλάδας από την Ε.Ε. δεν συνιστά επιλογή για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων.
Το τι θα σήμαινε μία τέτοια προοπτική είναι εύκολο να το υποθέσει κάθε πολίτης, τόσο σε σχέση με την οικονομική επιβίωση της χώρας όσο και με τη διεθνή θέση της και την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, σήμερα και στο μέλλον. Αυτό, λοιπόν, θα πρέπει να μας οδηγήσει άμεσα σε πολιτικές λύσεις, χωρίς να βαθύνει άλλο το τραύμα της πολιτικής αστάθειας και ακυβερνησίας.
Τούτο σημαίνει ότι μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου θα πρέπει να υπάρξει κυβέρνηση! Και όχι απλά κυβέρνηση των «προθύμων», αλλά υπεύθυνη κυβέρνηση των στρατευμένων πολιτικών δυνάμεων στην ευρωπαϊκή και προοδευτική κατεύθυνση της χώρας που θα δουλέψει για την ανάκτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων της, την ανάκαμψη της οικονομίας και θα προχωρήσει στην αναθεώρηση των όρων του Μνημονίου με επιδίωξη το αναπτυξιακό σχέδιο που χρειάζεται τώρα να εγγυηθεί η Ευρώπη. Κυβέρνηση που θα κρατήσει την Ελλάδα μέσα στην Ευρώπη και τους Έλληνες αποφασισμένους να ξανακερδίσουν το μέλλον τους, αλλάζοντας το, με συναίσθηση και αυτογνωσία.
Αν η Μεταπολίτευση πράγματι τελείωσε, να συμφωνήσουμε σε κάτι: Πρέπει να τελειώσουν μαζί της οι ψευδαισθήσεις προς τέρψη των ιθαγενών που η ίδια μοσχοπουλούσε, οι επαγγελματίες Μαυρογιαλούροι, οι αδιέξοδοι λεονταρισμοί της αρπαχτής, αλλά και οι πολιτικοί Κουτσαβάδηκες! Όλοι οι παραπάνω είναι πλέον εκτός εποχής, ακόμη και αν φαίνονται ενίοτε à la vogue.
Γιατί, όταν έρχεται τσουνάμι, δεν ψάχνει κανείς για αντηλιακό, αλλά βάζουν όλοι ένα χέρι για να χτίσουν τείχος προστασίας… Και το χρειαζόμαστε!
_________________________________________
* O Θοδωρής Π. Παπαθεοδώρου είναι Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Οι πολίτες τιμώρησαν ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ για διαφορετικούς λόγους. Το... ΠΑΣΟΚ, γιατί, ενώ είχε από το 2009, σαφή και ισχυρή εντολή από το λαό να κυβερνήσει και να αλλάξει το κράτος και την οικονομία, επέλεξε να χάσει έξι ως οκτώ μήνες με εκείνο το ανεκδιήγητο opengov και να καταλήξει να φρενάρει το κράτος και την οικονομία σε σημαντικούς παραγωγικούς τομείς, να αφήσει στην τύχη τους τον Τουρισμό και τη Ναυτιλία, να ενεργεί ερασιτεχνικά στον τομέα της αξιοποίησης του δημόσιου πλούτου και των επενδύσεων, να επιμείνει σε ψευδώνυμες μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, να ξιφουλκεί με τον παλιό εαυτό του για να αναγκαστεί να καταφύγει, τελικά, σε οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις όταν η δανειακή σύμβαση εμφανιζόταν ως ύστατη λύση πριν τη χρεοκοπία.
Μα, θα μου πείτε, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έκανε μόνο αυτά και ήταν όλα αρνητικά; Όχι, παρέλαβε μία χώρα ήδη χρεοκοπημένη, έκανε προσπάθειες κάποιες εκσυγχρονισμού των δομών, προκάλεσε το μηχανισμό στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά έχασε τον καίριο πολιτικό χρόνο για να οδηγήσει τη χώρα με σχέδιο σε ένα λιγότερο ζοφερό μέλλον. Γι’ αυτό και ο λαός απάντησε απόλυτα τιμωρητικά, μετά από συνεχείς προσπάθειες και θυσίες τριών σχεδόν ετών που τον εξουθένωσαν, στέλνοντας ηχηρότατο μήνυμα στο ΠΑΣΟΚ. Το μήνυμα ήταν να αλλάξει τώρα πολιτικές, στρατηγική, πρακτικές, κουλτούρα, και πρόσωπα!
Η Νέα Δημοκρατία αποδοκιμάστηκε για τις παλινωδίες της, την άνευρη αντιπολίτευσή της, τον εύκολο αντιμνημονιακό λόγο της, τις πολλαπλές μεταλλάξεις της, το φλερτ με τον ευρωσκεπτικισμό, τα ευάριθμα «Ζάππεια» χωρίς πραγματικό πρόγραμμα διακυβέρνησης, την έλλειψη ηγεσίας με ευρωπαϊκό κύρος, την «ανοιξιάτικη» παλινόρθωση και τις θυμικές διαγραφές που οδηγούσαν σε αναγκαστικές επανακάμψεις.
Πέραν, όμως, της αποδοκιμασίας του πάλαι ποτέ δικομματισμού, το ζητούμενο των εκλογών είναι να κυβερνηθεί η χώρα και να προστατευθούν τα συμφέροντά της.
Στο πλαίσιο αυτό, ήρθαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η ΔΗΜΑΡ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες με τα αυξημένα ποσοστά της λαϊκής αντίδρασης, γύρω από ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό Κυβέρνησης. Και εκεί, δυστυχώς, επικράτησε η λογική του «κομματικού ταμείου». Ασύνταχτες κυβερνητικές προτάσεις για μια αδύνατη διακυβέρνηση! Η κυβέρνηση συνεργασίας που υπέδειξε ο ελληνικός λαός έγινε μία πολιτική «ρώσικη ρουλέτα», χωρίς κανένας να θέλει να τραβήξει τη σκανδάλη.
Οι διερευνητικές εντολές απέδειξαν περίτρανα ότι τα ελληνικά πολιτικά κόμματα – καθένα για τους λόγους του- ήταν ανέτοιμα για συνεργασία. Κάποιοι από τους πολιτικούς αρχηγούς φάνηκε ότι ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν, άλλοι απλά δεν ήθελαν ενώ μπορούσαν, άλλοι τρόμαζαν στην ιδέα ακόμη και ότι θα αναλάβουν ευθύνες διακυβέρνησης και άλλοι δεν είχαν κανένα πρόβλημα να αγγίξουν τα όρια της ανευθυνότητας ή ακόμα και της γελοιότητας προκειμένου οι διερευνητικές εντολές να φτάσουν σε αδιέξοδο και η χώρα να οδηγηθεί πάλι σε εκλογές.
Το «κομματικό ταμείο» αποδείχθηκε δυνατότερο από την ανάγκη της χώρας να έχει ισχυρή κυβέρνηση η οποία θα μπορούσε να σταθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να διαπραγματευθεί καλύτερους όρους για τη δανειακή σύμβαση και την επιβίωση της χώρας μέσα στο ευρώ.
Στις Εκλογές της 17ης Ιουνίου η ψήφος του ελληνικού λαού είναι κρίσιμη και ιστορική. Από αυτή εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, η διατήρηση ή απώλεια του ευρωπαϊκού κεκτημένου και της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας.
Και εξηγούμαι: Δεν πιστεύω ότι το κεντρικό διακύβευμα των εκλογών είναι, τελικά, μόνο το «ευρώ ή δραχμή». Είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό και -ας μην ξεγελιόμαστε- έχει να κάνει με την παραμονή ή μη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Οι εύκολοι λεονταρισμοί του τύπου «τώρα γυρίζει και αθετώ ό,τι θέλω από αυτά που συμφώνησα ως κράτος χθές», συνιστούν ακριβώς την κατάργηση του ευρωπαϊκού τρόπου λειτουργίας. Από παλιά θα πρέπει να ξέραμε ότι κανένας δεν εκβιάζει την Ευρώπη ως Ένωση Κρατών και Λαών. Είναι εκτός αξιακού προτύπου, αν το κάνει.
Άρα το εντός ή εκτός Ε.Ε. δεν είναι απλά δίλημμα, αλλά πολιτική επιλογή. Το συγκεκριμένο διακύβευμα δεν ενέχει κανένα στοιχείο κινδυνολογίας, αφού άλλωστε υπάρχουν ελληνικά πολιτικά κόμματα που υποστηρίζουν την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε. και άλλα τα οποία θα τη δέχονταν υπό προϋποθέσεις. Δεν είναι κινδυνολογία, αλλά θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η έξοδος της Ελλάδας από την Ε.Ε. δεν συνιστά επιλογή για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων.
Το τι θα σήμαινε μία τέτοια προοπτική είναι εύκολο να το υποθέσει κάθε πολίτης, τόσο σε σχέση με την οικονομική επιβίωση της χώρας όσο και με τη διεθνή θέση της και την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, σήμερα και στο μέλλον. Αυτό, λοιπόν, θα πρέπει να μας οδηγήσει άμεσα σε πολιτικές λύσεις, χωρίς να βαθύνει άλλο το τραύμα της πολιτικής αστάθειας και ακυβερνησίας.
Τούτο σημαίνει ότι μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου θα πρέπει να υπάρξει κυβέρνηση! Και όχι απλά κυβέρνηση των «προθύμων», αλλά υπεύθυνη κυβέρνηση των στρατευμένων πολιτικών δυνάμεων στην ευρωπαϊκή και προοδευτική κατεύθυνση της χώρας που θα δουλέψει για την ανάκτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων της, την ανάκαμψη της οικονομίας και θα προχωρήσει στην αναθεώρηση των όρων του Μνημονίου με επιδίωξη το αναπτυξιακό σχέδιο που χρειάζεται τώρα να εγγυηθεί η Ευρώπη. Κυβέρνηση που θα κρατήσει την Ελλάδα μέσα στην Ευρώπη και τους Έλληνες αποφασισμένους να ξανακερδίσουν το μέλλον τους, αλλάζοντας το, με συναίσθηση και αυτογνωσία.
Αν η Μεταπολίτευση πράγματι τελείωσε, να συμφωνήσουμε σε κάτι: Πρέπει να τελειώσουν μαζί της οι ψευδαισθήσεις προς τέρψη των ιθαγενών που η ίδια μοσχοπουλούσε, οι επαγγελματίες Μαυρογιαλούροι, οι αδιέξοδοι λεονταρισμοί της αρπαχτής, αλλά και οι πολιτικοί Κουτσαβάδηκες! Όλοι οι παραπάνω είναι πλέον εκτός εποχής, ακόμη και αν φαίνονται ενίοτε à la vogue.
Γιατί, όταν έρχεται τσουνάμι, δεν ψάχνει κανείς για αντηλιακό, αλλά βάζουν όλοι ένα χέρι για να χτίσουν τείχος προστασίας… Και το χρειαζόμαστε!
_________________________________________
* O Θοδωρής Π. Παπαθεοδώρου είναι Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου