Η Ελληνική επανάσταση του 1821 είναι το πρώτο μέρος του Ελληνικού αγώνα της ανεξαρτησίας (1821-1832), που διεξήγαγε ο υπόδουλος ελληνισμός ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία και που κατέληξε στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους από την Πύλη, με την συνθήκη του Μαΐου του 1832.
Η περίοδος είναι ευρέως γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η...
25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.
Ήτανε νύχτα. Τα βουνά, οι λαγκαδιές, τα δένδρα,οι βρύσες, τ' αγριολούλουδα, ο ουρανός, τ' αγέρι,στέκουν βουβά ν' ακούσουνε την προσευχή του Διάκου.
«Όταν η μαύρ' η μάνα μου, εμπρός σε μιαν εικόνα,Πλάστη μου, μ' εγονάτιζε με σταυρωτά τα χέρια καί μώλεγε να δεηθώ για κειούς, που το χειμώνα σα λύκοι ετρέχαν στα βουνά με χιόνια, μ' αγριοκαίρια, για να μη ζούνε στο ζυγό, ένιωθα τη φωνή μου να ξεψυχάη στα χείλη μου, εσπάραζε η καρδιά μου, μου ετρέμανε τα γόνατα, σα νά 'θελε η ψυχή μου να φύγη με τη δέηση από τα σωθικά μου.
Ύστερα μούλεγε κρυφά να Σου ζητώ τη χάρη και να μ'αξιώσης μια φορά ένα σπαθί να ζώσω και να μην έρθη ο θάνατος να μ'εύρη να με πάρη, πρίν πολεμήσω ελεύθερος, για Σέ πριν το ματώσω. Πατέρα παντοδύναμε, άκουσες την ευχή μου, μου φύτεψες μέσ' στην καρδιά αγάπη, πίστη, ελπίδα, έδωκες μια αχτίδα Σου αθέρα στο σπαθί μου και μού'πες: Τώρα πέθανε για Με, για την Πατρίδα.
Έτοιμος είμαι, Πλάστη μου! Λίγες στιγμές ακόμα και σβηώνται τ' άστρα Σου για με. Για με θα σκοτειδιάση τ' όμορφο γλυκοχάραμα. Θα μου κλειστή το στόμα, που εκελαηδούσε στα βουνά, στη ρεματιά, στη βρύση, θα μαραθούν τα πεύκα μου. Αραχνιασμέν' η λύρα,
που μου ήταν αδερφοποιητή κι όπου μ' εμέ στη φτέρη αγκαλιασμένη επλάγιαζε, τώρα θα μείνη στείρα καί στ' άψυχο κουφάρι της θα να βογγάη τ' αγέρι.
Όλα τ' αφήνω με χαρά, χωρίς ν' αναστενάξω. Και τό'χω περηφάνεια μου, που εδιάλεξες εμένα αυτήν την έρμη την ποριά με το κορμί να φράξω. Ευχαριστώ Σε, Πλάστη μου! Δε θα χαθούν σπαρμένα και δε θα μείνουν άκαρπα τ' άχαρα κόκκαλά μου. Ευλόγησέ τηνε τη γη, οπού θα μ' αγκαλιάση και στοίχειωσε κάθε σπειρί από τα χώματα μου, να γένη αδιάβατο βουνό το μνήμα του Θανάση. Θέ μου! ξημέρωσέ τηνε την αυριανή τη μέρα! Θα μας θυμάτ' η Αρβανιτιά και θα την τρώ' η ζήλεια. Θα χλιμιντράνε τ' άλογα, θα καίνε τον αγέρα
με τ' άγρια τα χνώτα τους γκέκικα καριοφίλια, θα γίνουν πάλι τα Θερμιά λαίμαργη καταβόθρα.
Χιλιάδες ήρθαν θερισταί και Χάρος οργοτόμος, μουγκρίζουν, φοβερίζουνε, πως δε θα μείνη λώθρα σ' αυτήν τη δύστυχη τη γη, φωτιά, δρεπάνι, τρόμος. Κι εμείς θα πάμε με χαρά σ' αυτόν τον καταρράχτη. Επάνωθέ μας θά'σαι Σύ, και τα πατήματα μας θα νά'χουνε για στήριγμα τη φοβερή τη στάχτη, πώμεινε σπίθ'ακοίμητη βαθιά στα σωθικά μας.
Δυνάμωσέ μας, Πλάστη μου! Για ν' ακουστή στη Δύση, πως δεν απονεκρώθηκε και πως θ' ανθοβολήση τώρα με τα Μαγιάπριλα ή δουλωμένη χώρα. Ευλογημέν' η ώρα!»
Έσκυψ' ο Διάκος ως τη γη, έσφιξε με τα χείλη κι εφίλησε γλυκά γλυκά το πατρικό του χώμα. Έβραζε μέσα του η καρδιά και στα ματόκλαδά του καθάριο, φωτοστόλουστο, ξεφύτρωσ' ένα δάκρυ Χαρά στο χόρτο πώλαχε να πιη σε τέτοια βρύση. Πλαγιάζει ο λεονταρόψυχος! Τα νιάτα, η θωριά του, τ' αστέρια βλέπουν με χαρά και κάπου κάπου αφήνουν κρυφά το θόλο τ' ουρανού για να διαβούν σιμά του. Μοσχοβολάει τριγύρω του και τον σφιχταγκαλιάζει στον κόρφο της η άνοιξη, σα νά'τανε παιδί της. Χαρούμενα τα λούλουδα φιλούν το μέτωπο του, χάνει με μιας την ασχημιά και την ταπεινοσύνη ο έρμος ο αζώηρος, η ποταπή η λαψάνα, γλυκαίνει το χαμαίδρυο, στου χαμαιλειού τη ρίζα αποκοιμιέται ο θάνατος και το περιπλοκάδι, που πάντα κρύβεται δειλό και τ' άπλερο κορμί του αλλού στυλώνει το φτωχό, δυναμωμένο τώρα τρελλό, περηφανεύεται και θέλει να κλαρώση στ'ανδρειωμένο μέτωπο για ν' ακουστή πως ήταν στη φοβερή παραμονή μια τρίχ' απ' τα μαλλιά του.
Πλαγιάζει ο λιονταρόψυχος! Του ύπνου του οι ώραις όσο κι'αν φύγουν γρήγορα, μεσότοιχο θα γένουν ν'αποστομώσουν το θολό, τ' αγριωμένο κύμα του χρόνου που μας έπνιξε. Μ' εκείνην την ρανίδα πώσταξ' από τα μάτια του θα ξεπλυθή η μαυράδα, που ελέρωνε της μοίρας μας το νεκρικό δεφτέρι. Ο Διάκος στο κρεββάτι του, ζωσμένος τη φλοκάτη, σαν αητός μες στη φωλιά, ολάκερο ένα γένος έκλωθ' εκείνην την βραδιά. Όταν προβάλ'η μέρα, θα νάβγουν τ' αητόπουλα με τροχισμένα νύχια, με θεριεμμένα τα φτερά, ν'αρχίσουν το κυνήγι...
Πλάστη μεγαλοδύναμε! Αξίωσέ μας όλους, πριν μας σκεπάση η μαύρη γη, στα δουλωμένα πλάγια να κοιμηθούμε μια νυχτιά τον ύπνο του Θανάση!
Παιδιά μου!
Εις τον τόπο τούτο, οπού εγώ πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημηγορούσαν τον παλαιό καιρό άνδρες σοφοί, και άνδρες με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ και ούτε να φθάσω τα ίχνη των. Εγώ επιθυμούσα να σας ιδώ, παιδιά μου, εις την μεγάλη δόξα των προπατόρων μας, και έρχομαι να σας ειπώ, όσα εις τον καιρό του αγώνος και προ αυτού και ύστερα απ' αυτόν ο ίδιος επαρατήρησα, και απ' αυτά να κάμωμε συμπερασμούς και δια την μέλλουσαν ευτυχίαν σας, μολονότι ο Θεός μόνος ηξεύρει τα μέλλοντα. Και δια τους παλαιούς Έλληνας, οποίας γνώσεις είχαν και ποία δόξα και τιμήν έχαιραν κοντά εις τα άλλα έθνη του καιρού των, οποίους ήρωας, στρατηγούς, πολιτικούς είχαν, δια ταύτα σας λέγουν καθ' ημέραν οι διδάσκαλοί σας και οι πεπαιδευμένοι μας. Εγώ δεν είμαι αρκετός. Σας λέγω μόνον πως ήταν σοφοί, και από εδώ επήραν και εδανείσθησαν τα άλλα έθνη την σοφίαν των.
Εις τον τόπον, τον οποίον κατοικούμε, εκατοικούσαν οι παλαιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο. Αυτοί διέφεραν από ημάς εις την θρησκείαν, διότι επροσκυνούσαν τες πέτρες και τα ξύλα. Αφού ύστερα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, οι λαοί όλοι επίστευσαν εις το Ευαγγέλιό του, και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα. Δεν επήρε μαζί του ούτε σοφούς ούτε προκομμένους, αλλ' απλούς ανθρώπους, χωρικούς καί ψαράδες, και με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος έμαθαν όλες τες γλώσσες του κόσμου, οι οποίοι, μολονότι όπου και αν έβρισκαν εναντιότητες και οι βασιλείς και οι τύραννοι τους κατέτρεχαν, δεν ημπόρεσε κανένας να τους κάμη τίποτα. Αυτοί εστερέωσαν την πίστιν.
Οι παλαιοί Έλληνες, οι πρόγονοί μας, έπεσαν εις την διχόνοια και ετρώγονταν μεταξύ τους, και έτσι έλαβαν καιρό πρώτα οι Ρωμαίοι, έπειτα άλλοι βάρβαροι καί τους υπόταξαν. Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε. Σαν είδε τούτο ο σουλτάνος, διόρισε ένα βιτσερέ [αντιβασιλέα], έναν πατριάρχη, καί του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. Αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξη, οι έμποροι και οι προκομμένοι, το καλύτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέρνοντες τον ζυγό έφευγαν, και οι γραμματισμένοι επήραν και έφευγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ήμερα χειρότερα• διότι, αν ευρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντας τες δόξες και τες ηδονές οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Καί τοιουτοτρόπως κάθε ήμερα ο λαός ελίγνευε καί επτώχαινε.
Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία, και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινε και επροόδευσεν η Εταιρεία.
Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση.
Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...
Εγώ, παιδιά μου, κατά κακή μου τύχη, εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση, διότι δεν ομιλώ καθώς οι δάσκαλοι σας. Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να ωφεληθήτε από τα απερασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας, την οποίαν να αποστρέφεσθε, και να έχετε ομόνοια. Εμάς μη μας τηράτε πλέον. Το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε. Και αι ημέραι της γενεάς, η οποία σας άνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ολίγον περάσει. Την ημέρα της ζωής μας θέλει διαδεχθή η νύκτα του θανάτου μας, καθώς την ημέραν των Αγίων Ασωμάτων θέλει διαδεχθή η νύκτα και η αυριανή ήμερα. Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε• και, δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία, την καλλιέργεια του Θρόνου και την φρόνιμον ελευθερία.
Τελειώνω το λόγο μου. Ζήτω ο Βασιλεύς μας Όθων! Ζήτω οι σοφοί διδάσκαλοι! Ζήτω η Ελληνική Νεολαία!
Α. Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία.
Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλ. Υψηλάντης πέρασε τον Προύθο σημαίνοντας την έναρξη του αγώνα. Στο Ιάσιο ο Υψηλάντης κήρυξε επίσημα την επανάσταση και ο Γεωργάκης Ολύμπιος έσπευσε να ενωθεί μαζί του (26 Φεβρουαρίου). Στον έρανο που επακολούθησε συγκεντρώθηκε ποσό ενός εκατομμυρίου γροσίων, ενώ ο Καντακουζηνός ανέλαβε την αρχηγία του Ιερού Λόχου, που τον αποτέλεσαν 500 νέοι σπουδαστές. Στις 17 Μαρτίου ο Υψηλάντης ύψωσε την ελληνική σημαία στην πρωτεύουσα της Βλαχίας, το Βουκουρέστι· στο Γαλάτσι οι Έλληνες με επικεφαλής τον Καρπενησιώτη συγκρούστηκαν για πρώτη φορά με τους Τούρκους και κατόρθωσαν να διασπάσουν τις γραμμές τους. Στο Δραγατσάνι όμως ο Ιερός Λόχος συνετρίβη και στη μονή του Σέκου ο Γεωργάκης Ολύμπιος και οι συμπολεμιστές του ανατινάχτηκαν μαζί με την πυριτιδαποθήκη για να μην παραδοθούν. Σύντομη και άτυχη υπήρξε η πρώτη προσπάθεια των αγωνιστών στη Μολδοβλαχία. Διευκόλυνε όμως παρ' όλα αυτά και προετοίμασε την έκρηξη της επανάστασης στο Μοριά, στη Ρούμελη, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στα νησιά.
Β. Η επανάσταση στην κυρίως Ελλάδα.
Μετά την αποτυχία του Υψηλάντη, πρώτη εξεγέρθηκε η Πελοπόννησος. Στις 22 Μαρτίου 1821 επιτεύχθηκε η άλωση της Καλαμάτας, ως επίσημη όμως έναρξη του αγώνα θεωρείται η 25η Μαρτίου, ημέρα κατά την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, η οποία απλώθηκε σαν πυρκαγιά σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στις 26 Μαρτίου επαναστάτησαν οι Σπέτσες, στις 27 τα Σάλωνα με τον Πανουργιά, στις 28 ο Δήμος Καλτσάς κατέλαβε το Λιδορίκι, στις 29 ο Διάκος ξεσήκωσε τη Λιβαδειά, στις 31 επαναστάτησε η Αταλάντη, την 1η Απριλίου η Θήβα, στις 8 η Λαμία. Οι Τούρκοι ανησύχησαν σοβαρά και θέλοντας να τρομοκρατήσουν τους επαναστατημένους Έλληνες απαγχόνισαν τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ (10 Απριλίου). Την ίδια όμως ημέρα επαναστάτησαν τα Ψαρά και στις 15 οι Έλληνες νίκησαν τους Τούρκους στο Λεβίδι. Στην Ύδρα ο Α. Οικονόμου κήρυξε την επανάσταση (16 Απριλίου) και στις 24 μαρτύρησε ο Διάκος στη Λαμία, στις 25 καταλήφθηκε η Αθήνα και οι Τούρκοι κλείστηκαν στην Ακρόπολη, στις 7 Μαΐου ο Άνθιμος Γαζής κήρυξε την επανάσταση στη Μαγνησία και στις 8 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ανδραγάθησε στο Χάνι της Γραβιάς με εκατό μαχητές, που έκοψαν το δρόμο 8.000 στρατιωτών του Μεχμέτ και του Ομέρ Βρυώνη.
Η επανάσταση εξαπλώθηκε στη Μακεδονία και στις 16 Μαΐου εξεγέρθηκε η Χαλκιδική και το Άγιο Όρος με αρχηγό τον Σερραίο Εμμανουήλ Παππά. Στις 20 Μαΐου επαναστάτησε το Μεσολόγγι, ενώ στην Πελοπόννησο άρχισε η πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στις 23 Μαΐου οι Έλληνες είχαν την πρώτη "σε παράταξη" νίκη στο Βαλτέτσι με τον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο, στις 26 οι πρόκριτοι του Μοριά συγκρότησαν την "Πελοποννησιακή Γερουσία", την πρώτη δηλ. αρχή της επαναστατημένης Ελλάδας, και στις 28 οι επαναστάτες μπήκαν στο Αγρίνιο. Συγχρόνως στο Αιγαίο οι στόλοι των νησιών άρχισαν πολεμική δράση, στην οποία πήραν μέρος η Κρήτη, η Σάμος, η Μύκονος, η Κάλυμνος, η Κάσος και άλλα νησιά και ανδραγάθησαν οι Παπανικολής, Μαντώ Μαυρογένους κ.ά.
Τέλος, στις 23 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες κατέλαβαν την Τριπολιτσά και έτσι εδραιώθηκε η επανάσταση, ενώ στις 30 Δεκεμβρίου συνήλθε στην Επίδαυρο η Α΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων υπό την προεδρία του Μαυροκορδάτου.
Γ. Το χρονικό του Αγώνα.
Κατά τα τρία πρώτα χρόνια της Επανάστασης σημειώθηκαν σημαντικές επιτυχίες, ο εμφύλιος πόλεμος όμως που ξεσπά μεταξύ των οπλαρχηγών και των κοτζαμπάσηδων για την ηγεσία του Αγώνα προκαλεί σοβαρότατα προβλήματα και φέρνει τον Αγώνα σε οριακό σημείο. Η απουσία μιας ηγετικής μορφής που θα κατάφερνε να συμφιλιώσει τις αντίθετες πλευρές είναι φανερή.
Παρά την άφιξη του Δημήτριου Υψηλάντη στην Πελοπόννησο το 1821 ως ανώτατου πληρεξούσιου της Φιλικής Εταιρείας δημιουργούνται από τους κοτζαμπάσηδες με την υποστήριξη των Φαναριωτών Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και Θεόδωρου Νέγρη τοπικές Γερουσίες (Πελοποννησιακή Γερουσία, Γερουσία της Δυτικής Στερεάς, Άρειος Πάγος), ενώ ο αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης πασχίζει να επιβληθεί στους άτακτους στρατιώτες, άμαθους σε κάθε μορφής οργάνωση και πειθαρχία, που διοικούνται από αρχηγούς με έντονο το αίσθημα του τοπικισμού και του εγωισμού. Παράλληλα η ευρωπαϊκή διπλωματία κρατά εχθρική στάση απέναντι στην Επανάσταση, καθώς η Ιερή Συμμαχία φοβάται την εξάπλωση των επαναστατικών ιδεών σε ολόκληρη την Ευρώπη.
1822.
Στις 14 Ιανουαρίου κυριεύτηκε ο Ακροκόρινθος, στις 19 Φεβρουαρίου επαναστάτησε η Νάουσα με τον Καρατάσο, στις 20 ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης νίκησε τον τουρκικό στόλο στον κόλπο της Πάτρας, στις 18 Μαρτίου ο Λυκούργος Λογοθέτης με 2.000 Σαμίους κατέλαβε τη Χίο, αλλά η τουρκική αρμάδα αποβίβασε 30.000 άνδρες, οι οποίοι προέβησαν στην τρομερή σφαγή της Χίου. Ο Κανάρης εκδικήθηκε για τη σφαγή με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας (7 Ιουνίου). Ο Χουρσίτ πασάς πολιόρκησε τους Σουλιώτες, σε βοήθεια των οποίων σπεύδουν ο Μαυροκορδάτος και ο Κυρ. Μαυρομιχάλης. Στο Κομπότι οι Έλληνες και πολλοί φιλέλληνες νικούν, ακολουθεί όμως η μεγάλη καταστροφή του Πέτα.
Ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης εισβάλλει στην Πελοπόννησο, αλλά στις 26 Ιουλίου το στράτευμά του έπαθε μεγάλη καταστροφή από τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια, όπου ο Νικηταράς, για δεύτερη φορά, αναδείχτηκε τουρκοφάγος. Από τις 8-11 Σεπτεμβρίου ο ελληνικός στόλος συγκρούστηκε στο Ναύπλιο με τον τουρκικό, ο οποίος αναγκάστηκε να καταφύγει στη Σούδα. Στις 24 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στην Κρήτη, για να κάμψουν την αντίστασή της. Στις 25 Οκτωβρίου ο Κιουταχής και ο Βρυώνης στρατοπέδευσαν έξω από το Μεσολόγγι. Στις 27 ο Κανάρης πυρπόλησε στην Τένεδο την υποναυαρχίδα του τουρκικού στόλου, ο οποίος κατέφυγε στον Ελλήσποντο, και ο Στάικος Σταματόπουλος κυρίευσε το απόρθητο Παλαμήδι. Στις 31 Δεκεμβρίου οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία του Μεσολογγίου.
1823.
Στις 15 Ιανουαρίου ο Καραϊσκάκης απώθησε τους Τούρκους από τα Άγραφα. Στις 29 Μαρτίου συνήλθε η Β΄ Εθνική Συνέλευση στο Άργος. Τον Μάιο νίκησαν τους Τούρκους ο Κριεζιώτης στην Κάρυστο, ο Μ. Μπότσαρης στη Βόνιτσα και ο Καρατάσος στο Τρίκερι. Στις 21 Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης με 350 Σουλιώτες νίκησε τον Μουσταή στο Καρπενήσι, αλλά σκοτώθηκε και ο ίδιος. Ο εμφύλιος πόλεμος όμως συνεχίζεται, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος διορίζεται πρόεδρος του Εκτελεστικού και αφαιρείται ο βαθμός του αρχιστράτηγου από τον Θ. Κολοκοτρώνη, οπότε σχηματίζονται δύο κυβερνήσεις από τον Γ. Κουντουριώτη και τον Θ. Κολοκοτρώνη. Παράλληλα η αλλαγή κυβέρνησης στην Αγγλία φέρνει στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών τον φιλέλληνα Γ. Κάνινγκ (1822), ο οποίος αποφασίζει να υποστηρίξει την ελληνική επανάσταση, με σκοπό να εκμεταλλευτεί προς όφελος της Αγγλίας την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αλλαγή στη στάση της αγγλικής πολιτικής παρακινεί τον τσάρο να αναλάβει πρωτοβουλίες και να υποβάλει στην Πύλη υπόμνημα με το οποίο προτείνεται η δημιουργία τριών αυτόνομων ελληνικών επαρχιών υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Το σχέδιο αυτό όμως απορρίπτεται τόσο από την Πύλη και τους εμπόλεμους Έλληνες, όσο και από την Ιερή Συμμαχία.
1824.
Στις 5 Ιανουαρίου 1824 η άφιξη του Λόρδου Μπάιρον στο Μεσολόγγι εμψυχώνει τους αγωνιστές και προκαλεί πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον, στις 7 Απριλίου όμως ο Μπάιρον πέθανε στην ίδια πόλη. Στις 7 Ιουνίου οι Αιγύπτιοι, τους οποίους κάλεσαν για ενίσχυση οι Τούρκοι, κατέστρεψαν την Κάσο. Στις 9 Ιουνίου κυριεύτηκε το ηρωικό νησί των Ψαρών. Προς το τέλος του Ιουλίου οι Σαχτούρης, Κανάρης, Ματρόζος, Βατικιώτης και Ραφαλιάς σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες στη θάλασσα και στις 29 Αυγούστου σημείω
σε νέα λαμπρή επιτυχία στον Γέροντα. Στις 22 Σεπτεμβρίου πυρπολήθηκαν δύο εχθρικά πολεμικά κοντά στη Χίο και την 1 Νοεμβρίου, ύστερα από σφοδρή σύγκρουση κοντά στο Ηράκλειο, αναγκάστηκε ο στόλος του Ιμπραήμ να υποχωρήσει.
1825.
Στις 12 Φεβρουαρίου ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Μεθώνη και στις 16 Απριλίου στο Σχοινόλακκα της Μεσσηνίας ο Καρατάσος με τους Μακεδόνες του αντιμετώπισε με επιτυχία τους Αιγύπτιους. Στη Σφακτηρία όμως νίκησαν οι Αιγύπτιοι και σκοτώθηκαν οι Τσαμαδός, Σαχίνης, Αναγνωσταράς και ο φιλέλληνας Σανταρόζα. Στις 23 Απριλίου άρχισε η Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου. Στις 20 Μαΐου σκοτώθηκε ηρωικά ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι. Πιεσμένη από τη λαϊκή κατακραυγή και πανικόβλητη από την προέλαση του Ιμπραήμ η κυβέρνηση πείθεται τελικά να απελευθερώσει τους αιχμάλωτους οπλαρχηγούς και αναθέτει ξανά στον Κολοκοτρώνη τη στρατιωτική αρχηγία του Αγώνα. Στους Μύλους στις 13 Μαΐου ο Μακρυγιάννης και ο Κ. Μαυρομιχάλης αναχαίτισαν τον Ιμπραήμ, που προχώρησε για το Ναύπλιο. Τον Δεκέμβριο ο Ιμπραήμ πήγε στο Μεσολόγγι για να πάρει μέρος στην πολιορκία.
1826.
Στις 10 Απριλίου πραγματοποιείται η έξοδος του Μεσολογγίου. Οι πολιορκημένοι, αποκλεισμένοι για μήνες από στεριά και θάλασσα χωρίς δυνατότητα ανεφοδιασμού από τον ελληνικό στόλο και αποδεκατισμένοι από την πείνα και τις αρρώστιες, επιχειρούν έξοδο από το Μεσολόγγι. Το σχέδιο όμως των πολιορκημένων είχε προδοθεί στους Τούρκους και η ηρωική έξοδος κατέληξε σε σφαγή. Όσοι από τους Μεσολογγίτες καταφέρνουν να επιζήσουν καταφεύγουν στα νησιά του Ιονίου, ενώ ο ηρωισμός των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" (κατά την έκφραση του Διονυσίου Σολωμού) προκαλεί για μια ακόμη φορά έξαρση του φιλελληνικού κινήματος στην Ευρώπη. Στις 22 και 24 Ιουνίου οι Μανιάτες αποκρούουν τους Οθωμανούς στη Βέργα. Στις 27 και 28 οι Αιγύπτιοι νικούνται στη Μανιάκοβα και το Πολυτσάραβο. Στις 3 Αυγούστου ο Κιουταχής κατέλαβε την Αθήνα και πολιόρκησε την Ακρόπολη. Οι Καραϊσκάκης και Φαβιέρος στρατοπέδευσαν στο Χαϊδάρι και στις 8 Αυγούστου συγκρούστηκαν με τους Τούρκους. Στις 3 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες απέκτησαν το πρώτο πολεμικό ατμόπλοιο το "Καρτερία" και τον Δεκέμβριο τη φρεγάτα "Ελλάς". Στην Ακρόπολη σκοτώθηκε ο Γκούρας και διορίστηκε φρούραρχος ο Κριεζιώτης, που ανέβηκε στον Ιερό Βράχο με 500 πολεμιστές. Στην Αράχοβα ο Καραϊσκάκης συνέτριψε τους Οθωμανούς (18-23 Νοεμβρίου) και την 1 Δεκεμβρίου ο Φαβιέρος ανέβηκε στην Ακρόπολη με 500 άνδρες. Στο μεταξύ, μετά την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, διαμορφώνονται στην Ελλάδα το ρωσικό, το αγγλικό και το γαλλικό κόμμα, οι οπαδοί των οποίων προσβλέπουν στη βοήθεια των αντίστοιχων ξένων δυνάμεων, ενώ η Δ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας εκλέγει ως κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια και διορίζει αρχιστράτηγο τον Άγγλο Τζορτζ και αρχιναύαρχο τον επίσης Άγγλο Κόχραν.
1827.
Στις 18 Ιανουαρίου οι Σουλιώτες απέκρουσαν στο Δίστομο τον Κιουταχή και ελευθέρωσαν το φρούριο των Σαλώνων. Ύστερα απ' αυτό ο Κιουταχής στράφηκε στην Αττική και στις 30 Ιανουαρίου επιτέθηκε εναντίον του Γκόρντον στην Καστέλλα. Στο Κερατσίνι διεξήγαγε σφοδρούς αγώνες ο Καραϊσκάκης κατά του Κιουταχή, ενώ στο Φάληρο αποβιβάστηκε ο αρχιναύαρχος Κόχραν και ο αρχιστράτηγος Τσορτς. Από 8 μέχρι 13 Απριλίου διεξάγονταν καθημερινά μάχες και στις 23 τραυματίστηκε θανάσιμα ο Καραϊσκάκης. Επακολούθησε σειρά αποτυχιών και στις 27 Μαΐου η Ακρόπολη παραδόθηκε στον Κιουταχή. Στις 24 Ιουνίου οι υπερασπιστές του Μεγάλου Σπηλαίου (600) απέκρουσαν τους στρατιώτες του Ιμπραήμ (3.000) και τους υποχρέωσαν να υποχωρήσουν. Η εξέλιξη των πραγμάτων ανάγκασε επιτέλους τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να ενδιαφερθούν για τη λήξη του πολέμου και την τύχη του Ελληνισμού.
Η Επανάσταση βρίσκεται σε οριακό σημείο, καθώς ο στρατός του Ιμπραήμ θριαμβεύει σε ξηρά και θάλασσα, η επέμβαση των ξένων δυνάμεων όμως έσωσε την κατάσταση. Μετά από συνεννοήσεις των τριών Μεγάλων Δυνάμεων υπογράφεται το πρωτόκολλο του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827), το οποίο αναγνωρίζει την αυτονομία της Ελλάδας, ενώ οι μοίρες του συμμαχικού στόλου καταπλέουν στις ελληνικές θάλασσες. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 8 Οκτωβρίου έκρινε οριστικά την τύχη του Αγώνα, καθώς ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος υφίσταται πανωλεθρία από τον στόλο των Κόδριγκτον, Δεριγνύ και Χέυδεν.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας που έφτασε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1828 με τις διπλωματικές του ενέργειες επιτάχυνε τις εξελίξεις, καταφέρνοντας να κρατήσει ίσες αποστάσεις από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Ρωσία προσπάθώντας να στρέψει την κατάσταση προς όφελός της και να κάμψει την τουρκική αδιαλλαξία, κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία, ενώ η Γαλλία φροντίζει να στείλει στην Πελοπόννησο ένα εκστρατευτικό σώμα αποτελούμενο από 14.000 άνδρες με επικεφαλής τον στρατηγό Μαιζόν για να απομακρύνει τα τελευταία στρατεύματα του Ιμπραήμ. Η Ιερά Συμμαχία δεν υπήρχε πια και η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία υπέγραψαν τη συμφωνία του Λονδίνου, με την οποία ρυθμίστηκε το ελληνικό ζήτημα.
Η περίοδος είναι ευρέως γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η...
25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.
Η Προσευχή του Διάκου την παραμονή της μάχης της Αλαμάνας
Ήτανε νύχτα. Τα βουνά, οι λαγκαδιές, τα δένδρα,οι βρύσες, τ' αγριολούλουδα, ο ουρανός, τ' αγέρι,στέκουν βουβά ν' ακούσουνε την προσευχή του Διάκου.
«Όταν η μαύρ' η μάνα μου, εμπρός σε μιαν εικόνα,Πλάστη μου, μ' εγονάτιζε με σταυρωτά τα χέρια καί μώλεγε να δεηθώ για κειούς, που το χειμώνα σα λύκοι ετρέχαν στα βουνά με χιόνια, μ' αγριοκαίρια, για να μη ζούνε στο ζυγό, ένιωθα τη φωνή μου να ξεψυχάη στα χείλη μου, εσπάραζε η καρδιά μου, μου ετρέμανε τα γόνατα, σα νά 'θελε η ψυχή μου να φύγη με τη δέηση από τα σωθικά μου.
Ύστερα μούλεγε κρυφά να Σου ζητώ τη χάρη και να μ'αξιώσης μια φορά ένα σπαθί να ζώσω και να μην έρθη ο θάνατος να μ'εύρη να με πάρη, πρίν πολεμήσω ελεύθερος, για Σέ πριν το ματώσω. Πατέρα παντοδύναμε, άκουσες την ευχή μου, μου φύτεψες μέσ' στην καρδιά αγάπη, πίστη, ελπίδα, έδωκες μια αχτίδα Σου αθέρα στο σπαθί μου και μού'πες: Τώρα πέθανε για Με, για την Πατρίδα.
Έτοιμος είμαι, Πλάστη μου! Λίγες στιγμές ακόμα και σβηώνται τ' άστρα Σου για με. Για με θα σκοτειδιάση τ' όμορφο γλυκοχάραμα. Θα μου κλειστή το στόμα, που εκελαηδούσε στα βουνά, στη ρεματιά, στη βρύση, θα μαραθούν τα πεύκα μου. Αραχνιασμέν' η λύρα,
που μου ήταν αδερφοποιητή κι όπου μ' εμέ στη φτέρη αγκαλιασμένη επλάγιαζε, τώρα θα μείνη στείρα καί στ' άψυχο κουφάρι της θα να βογγάη τ' αγέρι.
Όλα τ' αφήνω με χαρά, χωρίς ν' αναστενάξω. Και τό'χω περηφάνεια μου, που εδιάλεξες εμένα αυτήν την έρμη την ποριά με το κορμί να φράξω. Ευχαριστώ Σε, Πλάστη μου! Δε θα χαθούν σπαρμένα και δε θα μείνουν άκαρπα τ' άχαρα κόκκαλά μου. Ευλόγησέ τηνε τη γη, οπού θα μ' αγκαλιάση και στοίχειωσε κάθε σπειρί από τα χώματα μου, να γένη αδιάβατο βουνό το μνήμα του Θανάση. Θέ μου! ξημέρωσέ τηνε την αυριανή τη μέρα! Θα μας θυμάτ' η Αρβανιτιά και θα την τρώ' η ζήλεια. Θα χλιμιντράνε τ' άλογα, θα καίνε τον αγέρα
με τ' άγρια τα χνώτα τους γκέκικα καριοφίλια, θα γίνουν πάλι τα Θερμιά λαίμαργη καταβόθρα.
Χιλιάδες ήρθαν θερισταί και Χάρος οργοτόμος, μουγκρίζουν, φοβερίζουνε, πως δε θα μείνη λώθρα σ' αυτήν τη δύστυχη τη γη, φωτιά, δρεπάνι, τρόμος. Κι εμείς θα πάμε με χαρά σ' αυτόν τον καταρράχτη. Επάνωθέ μας θά'σαι Σύ, και τα πατήματα μας θα νά'χουνε για στήριγμα τη φοβερή τη στάχτη, πώμεινε σπίθ'ακοίμητη βαθιά στα σωθικά μας.
Δυνάμωσέ μας, Πλάστη μου! Για ν' ακουστή στη Δύση, πως δεν απονεκρώθηκε και πως θ' ανθοβολήση τώρα με τα Μαγιάπριλα ή δουλωμένη χώρα. Ευλογημέν' η ώρα!»
Έσκυψ' ο Διάκος ως τη γη, έσφιξε με τα χείλη κι εφίλησε γλυκά γλυκά το πατρικό του χώμα. Έβραζε μέσα του η καρδιά και στα ματόκλαδά του καθάριο, φωτοστόλουστο, ξεφύτρωσ' ένα δάκρυ Χαρά στο χόρτο πώλαχε να πιη σε τέτοια βρύση. Πλαγιάζει ο λεονταρόψυχος! Τα νιάτα, η θωριά του, τ' αστέρια βλέπουν με χαρά και κάπου κάπου αφήνουν κρυφά το θόλο τ' ουρανού για να διαβούν σιμά του. Μοσχοβολάει τριγύρω του και τον σφιχταγκαλιάζει στον κόρφο της η άνοιξη, σα νά'τανε παιδί της. Χαρούμενα τα λούλουδα φιλούν το μέτωπο του, χάνει με μιας την ασχημιά και την ταπεινοσύνη ο έρμος ο αζώηρος, η ποταπή η λαψάνα, γλυκαίνει το χαμαίδρυο, στου χαμαιλειού τη ρίζα αποκοιμιέται ο θάνατος και το περιπλοκάδι, που πάντα κρύβεται δειλό και τ' άπλερο κορμί του αλλού στυλώνει το φτωχό, δυναμωμένο τώρα τρελλό, περηφανεύεται και θέλει να κλαρώση στ'ανδρειωμένο μέτωπο για ν' ακουστή πως ήταν στη φοβερή παραμονή μια τρίχ' απ' τα μαλλιά του.
Πλαγιάζει ο λιονταρόψυχος! Του ύπνου του οι ώραις όσο κι'αν φύγουν γρήγορα, μεσότοιχο θα γένουν ν'αποστομώσουν το θολό, τ' αγριωμένο κύμα του χρόνου που μας έπνιξε. Μ' εκείνην την ρανίδα πώσταξ' από τα μάτια του θα ξεπλυθή η μαυράδα, που ελέρωνε της μοίρας μας το νεκρικό δεφτέρι. Ο Διάκος στο κρεββάτι του, ζωσμένος τη φλοκάτη, σαν αητός μες στη φωλιά, ολάκερο ένα γένος έκλωθ' εκείνην την βραδιά. Όταν προβάλ'η μέρα, θα νάβγουν τ' αητόπουλα με τροχισμένα νύχια, με θεριεμμένα τα φτερά, ν'αρχίσουν το κυνήγι...
Πλάστη μεγαλοδύναμε! Αξίωσέ μας όλους, πριν μας σκεπάση η μαύρη γη, στα δουλωμένα πλάγια να κοιμηθούμε μια νυχτιά τον ύπνο του Θανάση!
Αριστοτέλης Βαλαωρίτης.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Ο Λόγος στην Πνύκα
Παιδιά μου!
Εις τον τόπο τούτο, οπού εγώ πατώ σήμερα, επατούσαν και εδημηγορούσαν τον παλαιό καιρό άνδρες σοφοί, και άνδρες με τους οποίους δεν είμαι άξιος να συγκριθώ και ούτε να φθάσω τα ίχνη των. Εγώ επιθυμούσα να σας ιδώ, παιδιά μου, εις την μεγάλη δόξα των προπατόρων μας, και έρχομαι να σας ειπώ, όσα εις τον καιρό του αγώνος και προ αυτού και ύστερα απ' αυτόν ο ίδιος επαρατήρησα, και απ' αυτά να κάμωμε συμπερασμούς και δια την μέλλουσαν ευτυχίαν σας, μολονότι ο Θεός μόνος ηξεύρει τα μέλλοντα. Και δια τους παλαιούς Έλληνας, οποίας γνώσεις είχαν και ποία δόξα και τιμήν έχαιραν κοντά εις τα άλλα έθνη του καιρού των, οποίους ήρωας, στρατηγούς, πολιτικούς είχαν, δια ταύτα σας λέγουν καθ' ημέραν οι διδάσκαλοί σας και οι πεπαιδευμένοι μας. Εγώ δεν είμαι αρκετός. Σας λέγω μόνον πως ήταν σοφοί, και από εδώ επήραν και εδανείσθησαν τα άλλα έθνη την σοφίαν των.
Εις τον τόπον, τον οποίον κατοικούμε, εκατοικούσαν οι παλαιοί Έλληνες, από τους οποίους και ημείς καταγόμεθα και ελάβαμε το όνομα τούτο. Αυτοί διέφεραν από ημάς εις την θρησκείαν, διότι επροσκυνούσαν τες πέτρες και τα ξύλα. Αφού ύστερα ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, οι λαοί όλοι επίστευσαν εις το Ευαγγέλιό του, και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα. Δεν επήρε μαζί του ούτε σοφούς ούτε προκομμένους, αλλ' απλούς ανθρώπους, χωρικούς καί ψαράδες, και με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος έμαθαν όλες τες γλώσσες του κόσμου, οι οποίοι, μολονότι όπου και αν έβρισκαν εναντιότητες και οι βασιλείς και οι τύραννοι τους κατέτρεχαν, δεν ημπόρεσε κανένας να τους κάμη τίποτα. Αυτοί εστερέωσαν την πίστιν.
Οι παλαιοί Έλληνες, οι πρόγονοί μας, έπεσαν εις την διχόνοια και ετρώγονταν μεταξύ τους, και έτσι έλαβαν καιρό πρώτα οι Ρωμαίοι, έπειτα άλλοι βάρβαροι καί τους υπόταξαν. Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε. Σαν είδε τούτο ο σουλτάνος, διόρισε ένα βιτσερέ [αντιβασιλέα], έναν πατριάρχη, καί του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. Αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξη, οι έμποροι και οι προκομμένοι, το καλύτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέρνοντες τον ζυγό έφευγαν, και οι γραμματισμένοι επήραν και έφευγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ήμερα χειρότερα• διότι, αν ευρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντας τες δόξες και τες ηδονές οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Καί τοιουτοτρόπως κάθε ήμερα ο λαός ελίγνευε καί επτώχαινε.
Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία, και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινε και επροόδευσεν η Εταιρεία.
Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση.
Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...
Εγώ, παιδιά μου, κατά κακή μου τύχη, εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση, διότι δεν ομιλώ καθώς οι δάσκαλοι σας. Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να ωφεληθήτε από τα απερασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας, την οποίαν να αποστρέφεσθε, και να έχετε ομόνοια. Εμάς μη μας τηράτε πλέον. Το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε. Και αι ημέραι της γενεάς, η οποία σας άνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ολίγον περάσει. Την ημέρα της ζωής μας θέλει διαδεχθή η νύκτα του θανάτου μας, καθώς την ημέραν των Αγίων Ασωμάτων θέλει διαδεχθή η νύκτα και η αυριανή ήμερα. Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε• και, δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία, την καλλιέργεια του Θρόνου και την φρόνιμον ελευθερία.
Τελειώνω το λόγο μου. Ζήτω ο Βασιλεύς μας Όθων! Ζήτω οι σοφοί διδάσκαλοι! Ζήτω η Ελληνική Νεολαία!
Η Επανάσταση του 1821
Α. Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία.
Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλ. Υψηλάντης πέρασε τον Προύθο σημαίνοντας την έναρξη του αγώνα. Στο Ιάσιο ο Υψηλάντης κήρυξε επίσημα την επανάσταση και ο Γεωργάκης Ολύμπιος έσπευσε να ενωθεί μαζί του (26 Φεβρουαρίου). Στον έρανο που επακολούθησε συγκεντρώθηκε ποσό ενός εκατομμυρίου γροσίων, ενώ ο Καντακουζηνός ανέλαβε την αρχηγία του Ιερού Λόχου, που τον αποτέλεσαν 500 νέοι σπουδαστές. Στις 17 Μαρτίου ο Υψηλάντης ύψωσε την ελληνική σημαία στην πρωτεύουσα της Βλαχίας, το Βουκουρέστι· στο Γαλάτσι οι Έλληνες με επικεφαλής τον Καρπενησιώτη συγκρούστηκαν για πρώτη φορά με τους Τούρκους και κατόρθωσαν να διασπάσουν τις γραμμές τους. Στο Δραγατσάνι όμως ο Ιερός Λόχος συνετρίβη και στη μονή του Σέκου ο Γεωργάκης Ολύμπιος και οι συμπολεμιστές του ανατινάχτηκαν μαζί με την πυριτιδαποθήκη για να μην παραδοθούν. Σύντομη και άτυχη υπήρξε η πρώτη προσπάθεια των αγωνιστών στη Μολδοβλαχία. Διευκόλυνε όμως παρ' όλα αυτά και προετοίμασε την έκρηξη της επανάστασης στο Μοριά, στη Ρούμελη, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στα νησιά.
Β. Η επανάσταση στην κυρίως Ελλάδα.
Μετά την αποτυχία του Υψηλάντη, πρώτη εξεγέρθηκε η Πελοπόννησος. Στις 22 Μαρτίου 1821 επιτεύχθηκε η άλωση της Καλαμάτας, ως επίσημη όμως έναρξη του αγώνα θεωρείται η 25η Μαρτίου, ημέρα κατά την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, η οποία απλώθηκε σαν πυρκαγιά σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στις 26 Μαρτίου επαναστάτησαν οι Σπέτσες, στις 27 τα Σάλωνα με τον Πανουργιά, στις 28 ο Δήμος Καλτσάς κατέλαβε το Λιδορίκι, στις 29 ο Διάκος ξεσήκωσε τη Λιβαδειά, στις 31 επαναστάτησε η Αταλάντη, την 1η Απριλίου η Θήβα, στις 8 η Λαμία. Οι Τούρκοι ανησύχησαν σοβαρά και θέλοντας να τρομοκρατήσουν τους επαναστατημένους Έλληνες απαγχόνισαν τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ (10 Απριλίου). Την ίδια όμως ημέρα επαναστάτησαν τα Ψαρά και στις 15 οι Έλληνες νίκησαν τους Τούρκους στο Λεβίδι. Στην Ύδρα ο Α. Οικονόμου κήρυξε την επανάσταση (16 Απριλίου) και στις 24 μαρτύρησε ο Διάκος στη Λαμία, στις 25 καταλήφθηκε η Αθήνα και οι Τούρκοι κλείστηκαν στην Ακρόπολη, στις 7 Μαΐου ο Άνθιμος Γαζής κήρυξε την επανάσταση στη Μαγνησία και στις 8 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ανδραγάθησε στο Χάνι της Γραβιάς με εκατό μαχητές, που έκοψαν το δρόμο 8.000 στρατιωτών του Μεχμέτ και του Ομέρ Βρυώνη.
Η επανάσταση εξαπλώθηκε στη Μακεδονία και στις 16 Μαΐου εξεγέρθηκε η Χαλκιδική και το Άγιο Όρος με αρχηγό τον Σερραίο Εμμανουήλ Παππά. Στις 20 Μαΐου επαναστάτησε το Μεσολόγγι, ενώ στην Πελοπόννησο άρχισε η πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στις 23 Μαΐου οι Έλληνες είχαν την πρώτη "σε παράταξη" νίκη στο Βαλτέτσι με τον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο, στις 26 οι πρόκριτοι του Μοριά συγκρότησαν την "Πελοποννησιακή Γερουσία", την πρώτη δηλ. αρχή της επαναστατημένης Ελλάδας, και στις 28 οι επαναστάτες μπήκαν στο Αγρίνιο. Συγχρόνως στο Αιγαίο οι στόλοι των νησιών άρχισαν πολεμική δράση, στην οποία πήραν μέρος η Κρήτη, η Σάμος, η Μύκονος, η Κάλυμνος, η Κάσος και άλλα νησιά και ανδραγάθησαν οι Παπανικολής, Μαντώ Μαυρογένους κ.ά.
Τέλος, στις 23 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες κατέλαβαν την Τριπολιτσά και έτσι εδραιώθηκε η επανάσταση, ενώ στις 30 Δεκεμβρίου συνήλθε στην Επίδαυρο η Α΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων υπό την προεδρία του Μαυροκορδάτου.
Γ. Το χρονικό του Αγώνα.
Κατά τα τρία πρώτα χρόνια της Επανάστασης σημειώθηκαν σημαντικές επιτυχίες, ο εμφύλιος πόλεμος όμως που ξεσπά μεταξύ των οπλαρχηγών και των κοτζαμπάσηδων για την ηγεσία του Αγώνα προκαλεί σοβαρότατα προβλήματα και φέρνει τον Αγώνα σε οριακό σημείο. Η απουσία μιας ηγετικής μορφής που θα κατάφερνε να συμφιλιώσει τις αντίθετες πλευρές είναι φανερή.
Παρά την άφιξη του Δημήτριου Υψηλάντη στην Πελοπόννησο το 1821 ως ανώτατου πληρεξούσιου της Φιλικής Εταιρείας δημιουργούνται από τους κοτζαμπάσηδες με την υποστήριξη των Φαναριωτών Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και Θεόδωρου Νέγρη τοπικές Γερουσίες (Πελοποννησιακή Γερουσία, Γερουσία της Δυτικής Στερεάς, Άρειος Πάγος), ενώ ο αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης πασχίζει να επιβληθεί στους άτακτους στρατιώτες, άμαθους σε κάθε μορφής οργάνωση και πειθαρχία, που διοικούνται από αρχηγούς με έντονο το αίσθημα του τοπικισμού και του εγωισμού. Παράλληλα η ευρωπαϊκή διπλωματία κρατά εχθρική στάση απέναντι στην Επανάσταση, καθώς η Ιερή Συμμαχία φοβάται την εξάπλωση των επαναστατικών ιδεών σε ολόκληρη την Ευρώπη.
1822.
Στις 14 Ιανουαρίου κυριεύτηκε ο Ακροκόρινθος, στις 19 Φεβρουαρίου επαναστάτησε η Νάουσα με τον Καρατάσο, στις 20 ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης νίκησε τον τουρκικό στόλο στον κόλπο της Πάτρας, στις 18 Μαρτίου ο Λυκούργος Λογοθέτης με 2.000 Σαμίους κατέλαβε τη Χίο, αλλά η τουρκική αρμάδα αποβίβασε 30.000 άνδρες, οι οποίοι προέβησαν στην τρομερή σφαγή της Χίου. Ο Κανάρης εκδικήθηκε για τη σφαγή με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας (7 Ιουνίου). Ο Χουρσίτ πασάς πολιόρκησε τους Σουλιώτες, σε βοήθεια των οποίων σπεύδουν ο Μαυροκορδάτος και ο Κυρ. Μαυρομιχάλης. Στο Κομπότι οι Έλληνες και πολλοί φιλέλληνες νικούν, ακολουθεί όμως η μεγάλη καταστροφή του Πέτα.
Ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης εισβάλλει στην Πελοπόννησο, αλλά στις 26 Ιουλίου το στράτευμά του έπαθε μεγάλη καταστροφή από τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια, όπου ο Νικηταράς, για δεύτερη φορά, αναδείχτηκε τουρκοφάγος. Από τις 8-11 Σεπτεμβρίου ο ελληνικός στόλος συγκρούστηκε στο Ναύπλιο με τον τουρκικό, ο οποίος αναγκάστηκε να καταφύγει στη Σούδα. Στις 24 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στην Κρήτη, για να κάμψουν την αντίστασή της. Στις 25 Οκτωβρίου ο Κιουταχής και ο Βρυώνης στρατοπέδευσαν έξω από το Μεσολόγγι. Στις 27 ο Κανάρης πυρπόλησε στην Τένεδο την υποναυαρχίδα του τουρκικού στόλου, ο οποίος κατέφυγε στον Ελλήσποντο, και ο Στάικος Σταματόπουλος κυρίευσε το απόρθητο Παλαμήδι. Στις 31 Δεκεμβρίου οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία του Μεσολογγίου.
1823.
Στις 15 Ιανουαρίου ο Καραϊσκάκης απώθησε τους Τούρκους από τα Άγραφα. Στις 29 Μαρτίου συνήλθε η Β΄ Εθνική Συνέλευση στο Άργος. Τον Μάιο νίκησαν τους Τούρκους ο Κριεζιώτης στην Κάρυστο, ο Μ. Μπότσαρης στη Βόνιτσα και ο Καρατάσος στο Τρίκερι. Στις 21 Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης με 350 Σουλιώτες νίκησε τον Μουσταή στο Καρπενήσι, αλλά σκοτώθηκε και ο ίδιος. Ο εμφύλιος πόλεμος όμως συνεχίζεται, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος διορίζεται πρόεδρος του Εκτελεστικού και αφαιρείται ο βαθμός του αρχιστράτηγου από τον Θ. Κολοκοτρώνη, οπότε σχηματίζονται δύο κυβερνήσεις από τον Γ. Κουντουριώτη και τον Θ. Κολοκοτρώνη. Παράλληλα η αλλαγή κυβέρνησης στην Αγγλία φέρνει στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών τον φιλέλληνα Γ. Κάνινγκ (1822), ο οποίος αποφασίζει να υποστηρίξει την ελληνική επανάσταση, με σκοπό να εκμεταλλευτεί προς όφελος της Αγγλίας την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αλλαγή στη στάση της αγγλικής πολιτικής παρακινεί τον τσάρο να αναλάβει πρωτοβουλίες και να υποβάλει στην Πύλη υπόμνημα με το οποίο προτείνεται η δημιουργία τριών αυτόνομων ελληνικών επαρχιών υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Το σχέδιο αυτό όμως απορρίπτεται τόσο από την Πύλη και τους εμπόλεμους Έλληνες, όσο και από την Ιερή Συμμαχία.
1824.
Στις 5 Ιανουαρίου 1824 η άφιξη του Λόρδου Μπάιρον στο Μεσολόγγι εμψυχώνει τους αγωνιστές και προκαλεί πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον, στις 7 Απριλίου όμως ο Μπάιρον πέθανε στην ίδια πόλη. Στις 7 Ιουνίου οι Αιγύπτιοι, τους οποίους κάλεσαν για ενίσχυση οι Τούρκοι, κατέστρεψαν την Κάσο. Στις 9 Ιουνίου κυριεύτηκε το ηρωικό νησί των Ψαρών. Προς το τέλος του Ιουλίου οι Σαχτούρης, Κανάρης, Ματρόζος, Βατικιώτης και Ραφαλιάς σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες στη θάλασσα και στις 29 Αυγούστου σημείω
σε νέα λαμπρή επιτυχία στον Γέροντα. Στις 22 Σεπτεμβρίου πυρπολήθηκαν δύο εχθρικά πολεμικά κοντά στη Χίο και την 1 Νοεμβρίου, ύστερα από σφοδρή σύγκρουση κοντά στο Ηράκλειο, αναγκάστηκε ο στόλος του Ιμπραήμ να υποχωρήσει.
1825.
Στις 12 Φεβρουαρίου ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Μεθώνη και στις 16 Απριλίου στο Σχοινόλακκα της Μεσσηνίας ο Καρατάσος με τους Μακεδόνες του αντιμετώπισε με επιτυχία τους Αιγύπτιους. Στη Σφακτηρία όμως νίκησαν οι Αιγύπτιοι και σκοτώθηκαν οι Τσαμαδός, Σαχίνης, Αναγνωσταράς και ο φιλέλληνας Σανταρόζα. Στις 23 Απριλίου άρχισε η Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου. Στις 20 Μαΐου σκοτώθηκε ηρωικά ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι. Πιεσμένη από τη λαϊκή κατακραυγή και πανικόβλητη από την προέλαση του Ιμπραήμ η κυβέρνηση πείθεται τελικά να απελευθερώσει τους αιχμάλωτους οπλαρχηγούς και αναθέτει ξανά στον Κολοκοτρώνη τη στρατιωτική αρχηγία του Αγώνα. Στους Μύλους στις 13 Μαΐου ο Μακρυγιάννης και ο Κ. Μαυρομιχάλης αναχαίτισαν τον Ιμπραήμ, που προχώρησε για το Ναύπλιο. Τον Δεκέμβριο ο Ιμπραήμ πήγε στο Μεσολόγγι για να πάρει μέρος στην πολιορκία.
1826.
Στις 10 Απριλίου πραγματοποιείται η έξοδος του Μεσολογγίου. Οι πολιορκημένοι, αποκλεισμένοι για μήνες από στεριά και θάλασσα χωρίς δυνατότητα ανεφοδιασμού από τον ελληνικό στόλο και αποδεκατισμένοι από την πείνα και τις αρρώστιες, επιχειρούν έξοδο από το Μεσολόγγι. Το σχέδιο όμως των πολιορκημένων είχε προδοθεί στους Τούρκους και η ηρωική έξοδος κατέληξε σε σφαγή. Όσοι από τους Μεσολογγίτες καταφέρνουν να επιζήσουν καταφεύγουν στα νησιά του Ιονίου, ενώ ο ηρωισμός των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" (κατά την έκφραση του Διονυσίου Σολωμού) προκαλεί για μια ακόμη φορά έξαρση του φιλελληνικού κινήματος στην Ευρώπη. Στις 22 και 24 Ιουνίου οι Μανιάτες αποκρούουν τους Οθωμανούς στη Βέργα. Στις 27 και 28 οι Αιγύπτιοι νικούνται στη Μανιάκοβα και το Πολυτσάραβο. Στις 3 Αυγούστου ο Κιουταχής κατέλαβε την Αθήνα και πολιόρκησε την Ακρόπολη. Οι Καραϊσκάκης και Φαβιέρος στρατοπέδευσαν στο Χαϊδάρι και στις 8 Αυγούστου συγκρούστηκαν με τους Τούρκους. Στις 3 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες απέκτησαν το πρώτο πολεμικό ατμόπλοιο το "Καρτερία" και τον Δεκέμβριο τη φρεγάτα "Ελλάς". Στην Ακρόπολη σκοτώθηκε ο Γκούρας και διορίστηκε φρούραρχος ο Κριεζιώτης, που ανέβηκε στον Ιερό Βράχο με 500 πολεμιστές. Στην Αράχοβα ο Καραϊσκάκης συνέτριψε τους Οθωμανούς (18-23 Νοεμβρίου) και την 1 Δεκεμβρίου ο Φαβιέρος ανέβηκε στην Ακρόπολη με 500 άνδρες. Στο μεταξύ, μετά την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, διαμορφώνονται στην Ελλάδα το ρωσικό, το αγγλικό και το γαλλικό κόμμα, οι οπαδοί των οποίων προσβλέπουν στη βοήθεια των αντίστοιχων ξένων δυνάμεων, ενώ η Δ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας εκλέγει ως κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια και διορίζει αρχιστράτηγο τον Άγγλο Τζορτζ και αρχιναύαρχο τον επίσης Άγγλο Κόχραν.
1827.
Στις 18 Ιανουαρίου οι Σουλιώτες απέκρουσαν στο Δίστομο τον Κιουταχή και ελευθέρωσαν το φρούριο των Σαλώνων. Ύστερα απ' αυτό ο Κιουταχής στράφηκε στην Αττική και στις 30 Ιανουαρίου επιτέθηκε εναντίον του Γκόρντον στην Καστέλλα. Στο Κερατσίνι διεξήγαγε σφοδρούς αγώνες ο Καραϊσκάκης κατά του Κιουταχή, ενώ στο Φάληρο αποβιβάστηκε ο αρχιναύαρχος Κόχραν και ο αρχιστράτηγος Τσορτς. Από 8 μέχρι 13 Απριλίου διεξάγονταν καθημερινά μάχες και στις 23 τραυματίστηκε θανάσιμα ο Καραϊσκάκης. Επακολούθησε σειρά αποτυχιών και στις 27 Μαΐου η Ακρόπολη παραδόθηκε στον Κιουταχή. Στις 24 Ιουνίου οι υπερασπιστές του Μεγάλου Σπηλαίου (600) απέκρουσαν τους στρατιώτες του Ιμπραήμ (3.000) και τους υποχρέωσαν να υποχωρήσουν. Η εξέλιξη των πραγμάτων ανάγκασε επιτέλους τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να ενδιαφερθούν για τη λήξη του πολέμου και την τύχη του Ελληνισμού.
Η Επανάσταση βρίσκεται σε οριακό σημείο, καθώς ο στρατός του Ιμπραήμ θριαμβεύει σε ξηρά και θάλασσα, η επέμβαση των ξένων δυνάμεων όμως έσωσε την κατάσταση. Μετά από συνεννοήσεις των τριών Μεγάλων Δυνάμεων υπογράφεται το πρωτόκολλο του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827), το οποίο αναγνωρίζει την αυτονομία της Ελλάδας, ενώ οι μοίρες του συμμαχικού στόλου καταπλέουν στις ελληνικές θάλασσες. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 8 Οκτωβρίου έκρινε οριστικά την τύχη του Αγώνα, καθώς ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος υφίσταται πανωλεθρία από τον στόλο των Κόδριγκτον, Δεριγνύ και Χέυδεν.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας που έφτασε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1828 με τις διπλωματικές του ενέργειες επιτάχυνε τις εξελίξεις, καταφέρνοντας να κρατήσει ίσες αποστάσεις από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Ρωσία προσπάθώντας να στρέψει την κατάσταση προς όφελός της και να κάμψει την τουρκική αδιαλλαξία, κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία, ενώ η Γαλλία φροντίζει να στείλει στην Πελοπόννησο ένα εκστρατευτικό σώμα αποτελούμενο από 14.000 άνδρες με επικεφαλής τον στρατηγό Μαιζόν για να απομακρύνει τα τελευταία στρατεύματα του Ιμπραήμ. Η Ιερά Συμμαχία δεν υπήρχε πια και η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία υπέγραψαν τη συμφωνία του Λονδίνου, με την οποία ρυθμίστηκε το ελληνικό ζήτημα.
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΛΑΥΡΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε οθωνικό διάταγμα, ορίστηκε αυθαίρετα η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του Εικοσιένα στις 25 Μαρτίου.
Αυτό είναι ένα ιστορικό ψέμα, γιατί είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι η Επανάσταση άρχισε πριν τις 25 Μαρτίου και ότι ο Π. Π. Γερμανός δε σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στη μονή της Αγίας Λαύρας στις 25 Μαρτίου, γιατί την ημέρα αυτή δε βρισκόταν στην Αγία Λαύρα, αλλά στα Νεζερά (Αίγιο) της Αχαΐας, όπως ο ΙΔΙΟΣ γράφει στα απομνημονεύματά του.
Το πλάσιμο του θρύλου αυτού έχει την αφορμή του στο εορτασμό της Εθνικής Γιορτής στις 25 Μαρτίου, που αυθαίρετα ορίστηκε από το οθωνικό διάταγμα στις 15.3.1838. Κατά τους ιστορικούς της εποχής εκείνης έχει την αφετηρία του στη μετάβαση των δύο Επισκόπων Παλιών Πατρών Γερμανού και Κερνίτσης Προκόπιου μαζί με τους προεστούς της Αχαΐας, από τα Καλάβρυτα στη Μονή της Αγίας Λαύρας στις 10.3.1821, που έγινε αποκλειστικά και μόνο για την ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥΣ, να κρυφτούν για να μη συλληφθούν από τους Τούρκους.
Ο Π. Πατρών Γερμανός μάλιστα, στη σύσκεψη του Aιγίου, ΔΙΑΦΩΝΗΣΕ με την επαναστατική στρατηγική των Φιλικών. Όταν στις 21 Μαρτίου δίνονταν οι μάχες στους δρόμους της Πάτρας με αρχηγό τον τσαγκάρη Παναγιωτάκη Kαρατζά, ο Γερμανός λούφαζε με τους προεστούς στη μονή Ομπλού. Εκεί δολοφόνησαν τον Καρατζά, λίγους μήνες μετά στις 4 Σεπτέμβρη, οι Kουμανιωταίοι, άνθρωποι δικοί του (Βλ. N. Bαρδιάμπαση, Π. Kαρατζάς: ο τσαγκάρης που ξεκίνησε την Eπανάσταση του 1821, «Eλευθεροτυπία», 3-7-1993).
Όμως, ύστερα από 19 χρόνια, πρόκριτοι και αρχιερείς διαστρέβλωσαν τους πραγματικούς λόγους της μετάβασης αυτής και παραποίησαν την αλήθειά τους. Απέδωσαν την άφιξη του Γερμανού και των άλλων, στις 10.3.1821, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, στην κήρυξη της Επανάστασης και έπλασαν το μύθο της ύψωσης της σημαίας της Επανάστασης στη μονή της Αγίας Λαύρας από τον Π.Π. Γερμανό στις 25 Μαρτίου. Κίνητρο του μύθου αυτού ήταν να περιβληθούν αυτές οι κοινωνικές ομάδες, οι προεστοί και το ανώτερο ιερατείο, με την τιμή ότι αυτές είχαν αρχίσει τον Αγώνα και είχαν πρωτοστατήσει σ’ αυτόν, και να μοιραστούν έτσι τη δόξα από τους πραγματικούς αγωνιστές και δημιουργούς του Εικοσιένα και της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ενώ αυτές οι ομάδες ήταν απούσες από την Επανάσταση και αντέδρασαν έντονα και επικίνδυνα στην προετοιμασία της Επανάστασης και την κήρυξή της. Έτσι ολοκλήρωσαν την πλαστογράφηση της Επανάστασης του Εικοσιένα, καλύπτοντάς την, για πολιτική και κοινωνική σκοπιμότητα, με θρησκευτικό μανδύα.
Ο μύθος του ελληνοχριστιανισμού και του «Θεού της Ελλάδος» απαιτούσε για την Επανάσταση, μια ιερή ημερομηνία όπως αυτή του Ευαγγελισμού, ένα μοναστήρι και έναν επίσκοπο και τα στρίμωξε όλα αυτά σε ένα παραμύθι που μπάζει από παντού.
O ίδιος ο Π. Πατρών Γερμανός δεν αναφέρει στα απομνημονεύματά του, που έγραψε στα τελευταία του και πρωτοκυκλοφόρησαν το 1837, λέξη για την υποτιθέμενη συγκλονιστικότερη στιγμή της ζωής του!
Ο Σπ. Τρικούπης είχε το θάρρος να παραδεχθεί: “Ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα, ότι εν τη μονή της Αγ. Λαύρας ανυψώθη κατά το πρώτον η σημαία της Ελληνικής Επαναστάσεως…” ( “Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”, τ. Α΄, σ.312, εκδ. Β΄).
Ο Ι. Φιλήμων αποκαλεί τον μύθο της Λαύρας “ψεύδος παχυλόν” (”Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας”, τ.Γ΄, σ.22-1834).
Ο καθηγητής Απ. Β. Δασκαλάκης ομολογεί: “…ουδέν επαναστατικόν γεγονός εσημειώθη εν τη Μονή της Αγίας Λαύρας. Κατά την 25ην Μαρτίου ουδείς ευρίσκετο εν Λαύρα…(Πως εκηρύχθη η Επανάστασις εις την Πελοπόννησον).