Είναι σημείο των καιρών μας, φαίνεται, κάθε τι αντίθετο στις παραδεκτές αξίες του ελληνισμού να χαρακτηρίζεται ως προοδευτικό, ορθό κι αποδεκτό. Και σ’ αυτό το φαινόμενο έχει οδηγήσει η αδρανής στάση της Δεξιάς από το ’74 και μετά. Μια ιδεολογία, η οποία ντρεπόταν να δηλώσει τα πιστεύω και τις αξίες της.
Ενοχική και μόνη η χαμένη νικήτρια του Εμφυλίου, η οποία εμπόδισε τον ερχομό ενός ανατολικού αριστερίστικου συνασπισμού, αλλά και μετά τη... μαύρη επταετία επανέφερε την ομαλότητα, βρισκόταν πλέον κάτω από την κοινωνική κατακραυγή.
Η απενοχοποιημένη αριστερά είχε όλο το χρόνο και τον τρόπο να δράσει ανενόχλητη και να παρουσιάσει κάθε ιδέα της ως ριζοσπαστική, προοδευτική και καινοτόμο. Οτιδήποτε αντίθετο σε αυτές τις θεωρίες μπορεί να χαρακτηριστεί μέχρι τις μέρες μας ως φασιστικό και «αντιδημοκρατικό».
Στα πλαίσια αυτής της ασυδοσίας δεν άργησαν να υποκύψουν οι τέχνες και τα γράμματα, καθώς πλέον κάθε τι το οποίο ενέχει πατριωτικό χαρακτήρα λογοκρίνεται και αποκόβεται για να μην προσβάλει την πληγωμένη και νεοσύστατη αριστερά.
Αλλά και η ιστορία, συνεπώς και η παιδεία, δεν θα μείνει έξω από τον κανόνα. Μεγάλα ιστορικά γεγονότα αρχίζουν να παρουσιάζονται με διαφορετικό τρόπο, σύμφωνα με τον παλμό της εποχής και τη σύζευξη των σχέσεων με γειτονικά κράτη. Γίνεται λόγος λοιπόν στα σχολικά βιβλία για «συνωστισμούς» και παρουσιάζεται ένας αφελληνισμός της παιδείας.
Το αποκορύφωμα της δράσης της αριστεράς ήταν η είσοδός της στα πανεπιστήμια, τα οποία και θεώρησε ως κύριο χώρο έκφρασης των ιδεών της. Φάνηκε, οπότε, σωστό να καταπνιγεί κάθε διαφορετική άποψη τη στιγμή κιόλας που είναι ακόμα νωπές οι μνήμες του Πολυτεχνείου και των αγωνιστών του. Μιας γενιάς της οποίας η μετέπειτα δράση έμελλε να φέρει την Ελλάδα σε δεινή θέση.
Όλα αυτά αποτελούν μια μορφή δράσης που μόνο μια επώδυνη και τρομακτική αντίδραση θα μπορούσε να έχει. Κι η αντίδραση αυτή έγινε φανερή με τον χειρότερο τρόπο, την εμφάνιση φασιστικών μορφωμάτων-γκρουπούσκουλων τα οποία με τον μανδύα του κοινοβουλευτισμού ήταν σε θέση να εκφράσουν τις απεχθείς θέσεις τους από το κοινοβούλιο. Σε μια χώρα, μάλιστα, που έζησε την κτηνωδία του γερμανικού φασισμού και ναζισμού σε όλο της το εύρος.
Η Δημοκρατία αυτοκτονεί. Και σε αυτό το σημείο οφείλει η Δεξιά να αναλάβει τα ηνία και να εκφράσει με παρρησία και ελευθεροστομία τις αξίες και τις απόψεις της. Να οικοδομήσει πάνω στα θεμέλια της Δημοκρατίας μια κοινωνία η οποία θα διέπεται από τη βασικότερη αρχή, το λόγο. Το να απορρίπτουμε το λόγο είναι σαν να παριστάνουμε κάτι που δεν είμαστε. Άλλωστε σε μια εποχή όπου η οικονομική κρίση δημιουργεί βαθύτερα προβλήματα, οφείλουμε να περιορίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο την επερχόμενη κρίση αξιών. Επιστροφή, λοιπόν, στις παραδοσιακές αξίες του ελληνισμού.
Ας είμαστε δίπλα στην προσπάθεια της εκκλησίας στην στήριξη των συνανθρώπων μας, ας φροντίσουμε για τη σωστή λειτουργία του οικογενειακού θεσμού και την ορθή διαπαιδαγώγηση της επόμενης γενιάς κι ας είμαστε εμείς που θα καταφέρουμε με τις ενέργειές μας ώστε να ορθοποδήσει και πάλι η Πατρίδα.
Από εκεί και πέρα η Δεξιά, να αποβάλει το «πανωφόρι» της ενοχής και να αναλάβει με τη σειρά της να αμβλύνει στο μέγιστο βαθμό τον εθνομηδενισμό. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την ορθή τοποθέτηση στα εθνικά και διεθνή ζητήματα.
Χρησιμοποιώντας η Ελλάδα και το ιστορικό της κύρος να μπορεί να εκφράσει τις πάγιες θέσεις της. Ιδεολογικοπολιτικές θέσεις, οι οποίες θα είναι αποτέλεσμα πολιτικής σκέψης και διανόησης. Με αυτόν τον τρόπο θα αρχίσουν σιγά-σιγά να εξαφανίζονται από την πολιτική σκηνή τα άκρα. Κι αν αρκετοί διαφωνούν με τη θεωρία των δύο άκρων, να τονίσουμε ότι μία είναι η μορφή του άκρου, όμως οι εκφάνσεις του είναι διαφορετικές.
Γιατί η ακροαριστερά και η ακροδεξιά αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Έχει χρέος, συμπερασματικά, η Δεξιά να βγει και πάλι μπροστά και να διορθώσει την κατάσταση, όπως έπραξε αρκετές φορές στο παρελθόν, όποτε οι καιροί το απαιτούσαν.
Βασίλης Πολυτσίνος
Ενοχική και μόνη η χαμένη νικήτρια του Εμφυλίου, η οποία εμπόδισε τον ερχομό ενός ανατολικού αριστερίστικου συνασπισμού, αλλά και μετά τη... μαύρη επταετία επανέφερε την ομαλότητα, βρισκόταν πλέον κάτω από την κοινωνική κατακραυγή.
Η απενοχοποιημένη αριστερά είχε όλο το χρόνο και τον τρόπο να δράσει ανενόχλητη και να παρουσιάσει κάθε ιδέα της ως ριζοσπαστική, προοδευτική και καινοτόμο. Οτιδήποτε αντίθετο σε αυτές τις θεωρίες μπορεί να χαρακτηριστεί μέχρι τις μέρες μας ως φασιστικό και «αντιδημοκρατικό».
Στα πλαίσια αυτής της ασυδοσίας δεν άργησαν να υποκύψουν οι τέχνες και τα γράμματα, καθώς πλέον κάθε τι το οποίο ενέχει πατριωτικό χαρακτήρα λογοκρίνεται και αποκόβεται για να μην προσβάλει την πληγωμένη και νεοσύστατη αριστερά.
Αλλά και η ιστορία, συνεπώς και η παιδεία, δεν θα μείνει έξω από τον κανόνα. Μεγάλα ιστορικά γεγονότα αρχίζουν να παρουσιάζονται με διαφορετικό τρόπο, σύμφωνα με τον παλμό της εποχής και τη σύζευξη των σχέσεων με γειτονικά κράτη. Γίνεται λόγος λοιπόν στα σχολικά βιβλία για «συνωστισμούς» και παρουσιάζεται ένας αφελληνισμός της παιδείας.
Το αποκορύφωμα της δράσης της αριστεράς ήταν η είσοδός της στα πανεπιστήμια, τα οποία και θεώρησε ως κύριο χώρο έκφρασης των ιδεών της. Φάνηκε, οπότε, σωστό να καταπνιγεί κάθε διαφορετική άποψη τη στιγμή κιόλας που είναι ακόμα νωπές οι μνήμες του Πολυτεχνείου και των αγωνιστών του. Μιας γενιάς της οποίας η μετέπειτα δράση έμελλε να φέρει την Ελλάδα σε δεινή θέση.
Όλα αυτά αποτελούν μια μορφή δράσης που μόνο μια επώδυνη και τρομακτική αντίδραση θα μπορούσε να έχει. Κι η αντίδραση αυτή έγινε φανερή με τον χειρότερο τρόπο, την εμφάνιση φασιστικών μορφωμάτων-γκρουπούσκουλων τα οποία με τον μανδύα του κοινοβουλευτισμού ήταν σε θέση να εκφράσουν τις απεχθείς θέσεις τους από το κοινοβούλιο. Σε μια χώρα, μάλιστα, που έζησε την κτηνωδία του γερμανικού φασισμού και ναζισμού σε όλο της το εύρος.
Η Δημοκρατία αυτοκτονεί. Και σε αυτό το σημείο οφείλει η Δεξιά να αναλάβει τα ηνία και να εκφράσει με παρρησία και ελευθεροστομία τις αξίες και τις απόψεις της. Να οικοδομήσει πάνω στα θεμέλια της Δημοκρατίας μια κοινωνία η οποία θα διέπεται από τη βασικότερη αρχή, το λόγο. Το να απορρίπτουμε το λόγο είναι σαν να παριστάνουμε κάτι που δεν είμαστε. Άλλωστε σε μια εποχή όπου η οικονομική κρίση δημιουργεί βαθύτερα προβλήματα, οφείλουμε να περιορίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο την επερχόμενη κρίση αξιών. Επιστροφή, λοιπόν, στις παραδοσιακές αξίες του ελληνισμού.
Ας είμαστε δίπλα στην προσπάθεια της εκκλησίας στην στήριξη των συνανθρώπων μας, ας φροντίσουμε για τη σωστή λειτουργία του οικογενειακού θεσμού και την ορθή διαπαιδαγώγηση της επόμενης γενιάς κι ας είμαστε εμείς που θα καταφέρουμε με τις ενέργειές μας ώστε να ορθοποδήσει και πάλι η Πατρίδα.
Από εκεί και πέρα η Δεξιά, να αποβάλει το «πανωφόρι» της ενοχής και να αναλάβει με τη σειρά της να αμβλύνει στο μέγιστο βαθμό τον εθνομηδενισμό. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την ορθή τοποθέτηση στα εθνικά και διεθνή ζητήματα.
Χρησιμοποιώντας η Ελλάδα και το ιστορικό της κύρος να μπορεί να εκφράσει τις πάγιες θέσεις της. Ιδεολογικοπολιτικές θέσεις, οι οποίες θα είναι αποτέλεσμα πολιτικής σκέψης και διανόησης. Με αυτόν τον τρόπο θα αρχίσουν σιγά-σιγά να εξαφανίζονται από την πολιτική σκηνή τα άκρα. Κι αν αρκετοί διαφωνούν με τη θεωρία των δύο άκρων, να τονίσουμε ότι μία είναι η μορφή του άκρου, όμως οι εκφάνσεις του είναι διαφορετικές.
Γιατί η ακροαριστερά και η ακροδεξιά αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Έχει χρέος, συμπερασματικά, η Δεξιά να βγει και πάλι μπροστά και να διορθώσει την κατάσταση, όπως έπραξε αρκετές φορές στο παρελθόν, όποτε οι καιροί το απαιτούσαν.
Βασίλης Πολυτσίνος
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου