Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί και εύγλωττοι. Το ποδόσφαιρο ως οικονομική δραστηριότητα τείνει να καταλάβει την τρίτη θέση στον κόσμο, πίσω από την βιομηχανία και τις τηλεπικοινωνίες. Το χρήμα που κυκλοφορεί στους κόλπους του υπολογίζεται στο 1,3 τρισεκατομμύρια ευρώ, προσφέρει δε απασχόληση σε περισσότερα από 20 εκατομμύρια άτομα.
Όμως, πίσω από το ποδόσφαιρο-επιχείρηση-θέαμα, υπάρχει ένας κόσμος που... κάθε άλλο παρά αγγελικά πλασμένος είναι. Βρώμικο χρήμα, στημένα παιχνίδια, μαζικές υπεξαιρέσεις κεφαλαίων στις μεταγραφές ποδοσφαιριστών και άλλα πολλά είναι μερικά από τα μη ορατά χαρακτηριστικά της «ποδοσφαιρικής βιομηχανίας», στην οποία η διαφθορά εξελίσσεται σε γάγγραινα. Ως φαίνεται δε, στο ποδόσφαιρο επαληθεύεται και η περίφημη ρήση ότι «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Ας μην διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο πρώην πρόεδρος της FIFA Ζοάο Χαβελάνζε είχε κατηγορηθεί για απίστευτες δωροληψίες και κάποια συγγενικά του πρόσωπα σήμερα κολυμπούν σε δισεκατομμύρια δολαρίων. Και η σημερινή διοίκηση της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, ωστόσο, κατηγορείται για ύποπτες συναλλαγές, με κορυφή του παγόβουνου την ανάθεση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002 στο Κατάρ.
«Οι άνθρωποι του ποδοσφαίρου έχουν χάσει το μυαλό τους. Μπροστά στο εύκολο χρήμα που παράγει εν αφθονία ένα όμορφο άθλημα, κάποιοι τιποτένιοι κατάφεραν να το ασχημύνουν στο όνομα του πραγματισμού». Αυτά μας έλεγε πριν μία διετία ο κ. Χόρχε Βαλντάνο, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν γενικός διευθυντής στην Ρεάλ Μαδρίτης. Έφυγε όμως αποκαρδιωμένος από το υψηλό αυτό πόστο, σε μία ποδοσφαιρική ομάδα η οποία σήμερα πραγματοποιεί ετήσιο τζίρο κοντά στα 400 εκατομμύρια ευρώ.
«Η εμπορευματοποίηση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου δεν είναι διόλου τυχαία. Αυτοί που την προώθησαν, ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν και διαθέτουν όλα τα μέσα για να πετύχουν τους στόχους τους. Δημιούργησαν και ανέπτυξαν μία πραγματική αγορά αθλητικού θεάματος, στην οποία κάποια δισεκατομμύρια θεατές μπορούν να ικανοποιούν την βουλιμία τους για ποδόσφαιρο», μας λέει ο Γάλλος συνάδερφος Ζερόμ Ζεσίλ, γνωστός στην χώρα του για την αποκάλυψη σοβαρών ποδοσφαιρικών σκανδάλων το 2007.
Από την άποψη αυτή, οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί. Πάνω από 2 δισεκατομμύρια θεατές θα παρακολουθήσουν τους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου που άρχισαν προχθές. Το κόστος της διοργάνωσης των αγώνων αυτών ξεπέρασε τα 11 δισεκατομμύρια δολάρια, γι’ αυτό και στην Βραζιλία υπάρχουν συνεχείς διαδηλώσεις – κάποιες από τις οποίες προκαλούνται από τις συμμορίες των εμπόρων ναρκωτικών. Πέρα όμως από τους τηλεθεατές, τους αγώνες και στις 12 πόλεις της Βραζιλίας όπου θα διεξαχθούν θα παρακολουθήσουν 3,7 εκατομμύρια ποδοσφαιρόφιλοι, με τα εισιτήρια να έχουν εξαντληθεί από διμήνου. Αναμένεται επίσης να επισκεφθούν την Βραζιλία περίπου 400.000 τουρίστες, γι’ αυτό και τα εισιτήρια για τις εσωτερικές πτήσεις κυμαίνονται από 620 έως 1.000 ευρώ το άτομο! Όσο για τα εισιτήρια του τελικού, η τιμή τους είναι 990 ευρώ και τα βρίσκει κανείς μόνον στην μαύρη αγορά.
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει ο Γάλλος καθηγητής και διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και Ερευνών IRISκ. Πασκάλ Μπονιφάς, πέρα από την οικονομική του σημασία το ποδόσφαιρο είναι και ένα από τα πολύ σημαντικά γεωπολιτικά εργαλεία. Επιτρέπει την συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα.
«Πέρα από το ποδόσφαιρο, ο αθλητισμός γενικά στον 21ο αιώνα έχει γίνει το πεδίο ειρωνικών αντιπαραθέσεων μεταξύ των κρατών, αλλά παράλληλα στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης προσφέρει και στοιχεία ταυτότητος στους λαούς. Στις σημερινές διεθνείς σχέσεις, η ήπια δύναμη κατέχει έναν ευρύ χώρο στον οποίο η εικόνα, η δημοφιλία και το ταλέντο γίνονται παράγοντες κυριαρχίας με μονιμότερο χαρακτήρα απ’ ότι η τυφλή δύναμη του παρελθόντος. Υπό αυτή την έννοια, ο αθλητισμός γενικά και το ποδόσφαιρο ειδικότερα αποτελούν σημαντικά στοιχεία για την λάμψη μιας χώρας, αλλά και όλων αυτών που συνωστίζονται για μια θέση στην διεθνή σκηνή. Έτσι, ο αθλητισμός έχει καταστεί στην διεθνή σκηνή – με ότι συνεπάγεται και για την εικόνα μιας χώρας, ενός λαού, ακόμα και μιας περιφέρειας ή πόλης», τονίζει ο κ. Πασκάλ Μπονιφάς.
Ο Γάλλος καθηγητής έχει δίκιο, από κάθε πλευρά. Στην εποχή μας, είτε αυτό μας αρέσει είτε όχι, το ποδόσφαιρο και κατ’ επέκταση ο αθλητισμός, είναι ένα συνολικό κοινωνικό γεγονός. Οι πιο γνωστοί και οι περισσότερο δημοφιλείς κάτοικοι του «παγκόσμιου χωριού» που είναι ο πλανήτης μας είναι πρωταθλητές και κορυφαίοι ποδοσφαιριστές. Όλος ο κόσμος ή σχεδόν έχει ακούσει να γίνεται λόγος για τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ή τον Λιονέλ Μέσι. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν το όνομα του Πορτογάλου πρωθυπουργού. Πολλοί είναι αυτοί που ενθυμούνται το όνομα του Πελέ και την κατάκτηση από την Βραζιλία του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1970 στο Μεξικό – αλλά ποιος θυμάται το όνομα του τότε Βραζιλιάνου προέδρου;
Συνεπώς, μπορούμε να πούμε ότι σήμερα το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός εν γένει είναι κάτι περισσότερο από αθλητική δραστηριότητα. Είναι οικονομικά φαινόμενα με μεγάλη γεωπολιτική σημασία.
Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος
Όμως, πίσω από το ποδόσφαιρο-επιχείρηση-θέαμα, υπάρχει ένας κόσμος που... κάθε άλλο παρά αγγελικά πλασμένος είναι. Βρώμικο χρήμα, στημένα παιχνίδια, μαζικές υπεξαιρέσεις κεφαλαίων στις μεταγραφές ποδοσφαιριστών και άλλα πολλά είναι μερικά από τα μη ορατά χαρακτηριστικά της «ποδοσφαιρικής βιομηχανίας», στην οποία η διαφθορά εξελίσσεται σε γάγγραινα. Ως φαίνεται δε, στο ποδόσφαιρο επαληθεύεται και η περίφημη ρήση ότι «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Ας μην διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο πρώην πρόεδρος της FIFA Ζοάο Χαβελάνζε είχε κατηγορηθεί για απίστευτες δωροληψίες και κάποια συγγενικά του πρόσωπα σήμερα κολυμπούν σε δισεκατομμύρια δολαρίων. Και η σημερινή διοίκηση της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, ωστόσο, κατηγορείται για ύποπτες συναλλαγές, με κορυφή του παγόβουνου την ανάθεση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002 στο Κατάρ.
«Οι άνθρωποι του ποδοσφαίρου έχουν χάσει το μυαλό τους. Μπροστά στο εύκολο χρήμα που παράγει εν αφθονία ένα όμορφο άθλημα, κάποιοι τιποτένιοι κατάφεραν να το ασχημύνουν στο όνομα του πραγματισμού». Αυτά μας έλεγε πριν μία διετία ο κ. Χόρχε Βαλντάνο, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν γενικός διευθυντής στην Ρεάλ Μαδρίτης. Έφυγε όμως αποκαρδιωμένος από το υψηλό αυτό πόστο, σε μία ποδοσφαιρική ομάδα η οποία σήμερα πραγματοποιεί ετήσιο τζίρο κοντά στα 400 εκατομμύρια ευρώ.
«Η εμπορευματοποίηση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου δεν είναι διόλου τυχαία. Αυτοί που την προώθησαν, ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν και διαθέτουν όλα τα μέσα για να πετύχουν τους στόχους τους. Δημιούργησαν και ανέπτυξαν μία πραγματική αγορά αθλητικού θεάματος, στην οποία κάποια δισεκατομμύρια θεατές μπορούν να ικανοποιούν την βουλιμία τους για ποδόσφαιρο», μας λέει ο Γάλλος συνάδερφος Ζερόμ Ζεσίλ, γνωστός στην χώρα του για την αποκάλυψη σοβαρών ποδοσφαιρικών σκανδάλων το 2007.
Από την άποψη αυτή, οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί. Πάνω από 2 δισεκατομμύρια θεατές θα παρακολουθήσουν τους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου που άρχισαν προχθές. Το κόστος της διοργάνωσης των αγώνων αυτών ξεπέρασε τα 11 δισεκατομμύρια δολάρια, γι’ αυτό και στην Βραζιλία υπάρχουν συνεχείς διαδηλώσεις – κάποιες από τις οποίες προκαλούνται από τις συμμορίες των εμπόρων ναρκωτικών. Πέρα όμως από τους τηλεθεατές, τους αγώνες και στις 12 πόλεις της Βραζιλίας όπου θα διεξαχθούν θα παρακολουθήσουν 3,7 εκατομμύρια ποδοσφαιρόφιλοι, με τα εισιτήρια να έχουν εξαντληθεί από διμήνου. Αναμένεται επίσης να επισκεφθούν την Βραζιλία περίπου 400.000 τουρίστες, γι’ αυτό και τα εισιτήρια για τις εσωτερικές πτήσεις κυμαίνονται από 620 έως 1.000 ευρώ το άτομο! Όσο για τα εισιτήρια του τελικού, η τιμή τους είναι 990 ευρώ και τα βρίσκει κανείς μόνον στην μαύρη αγορά.
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει ο Γάλλος καθηγητής και διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και Ερευνών IRISκ. Πασκάλ Μπονιφάς, πέρα από την οικονομική του σημασία το ποδόσφαιρο είναι και ένα από τα πολύ σημαντικά γεωπολιτικά εργαλεία. Επιτρέπει την συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα.
«Πέρα από το ποδόσφαιρο, ο αθλητισμός γενικά στον 21ο αιώνα έχει γίνει το πεδίο ειρωνικών αντιπαραθέσεων μεταξύ των κρατών, αλλά παράλληλα στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης προσφέρει και στοιχεία ταυτότητος στους λαούς. Στις σημερινές διεθνείς σχέσεις, η ήπια δύναμη κατέχει έναν ευρύ χώρο στον οποίο η εικόνα, η δημοφιλία και το ταλέντο γίνονται παράγοντες κυριαρχίας με μονιμότερο χαρακτήρα απ’ ότι η τυφλή δύναμη του παρελθόντος. Υπό αυτή την έννοια, ο αθλητισμός γενικά και το ποδόσφαιρο ειδικότερα αποτελούν σημαντικά στοιχεία για την λάμψη μιας χώρας, αλλά και όλων αυτών που συνωστίζονται για μια θέση στην διεθνή σκηνή. Έτσι, ο αθλητισμός έχει καταστεί στην διεθνή σκηνή – με ότι συνεπάγεται και για την εικόνα μιας χώρας, ενός λαού, ακόμα και μιας περιφέρειας ή πόλης», τονίζει ο κ. Πασκάλ Μπονιφάς.
Ο Γάλλος καθηγητής έχει δίκιο, από κάθε πλευρά. Στην εποχή μας, είτε αυτό μας αρέσει είτε όχι, το ποδόσφαιρο και κατ’ επέκταση ο αθλητισμός, είναι ένα συνολικό κοινωνικό γεγονός. Οι πιο γνωστοί και οι περισσότερο δημοφιλείς κάτοικοι του «παγκόσμιου χωριού» που είναι ο πλανήτης μας είναι πρωταθλητές και κορυφαίοι ποδοσφαιριστές. Όλος ο κόσμος ή σχεδόν έχει ακούσει να γίνεται λόγος για τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ή τον Λιονέλ Μέσι. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν το όνομα του Πορτογάλου πρωθυπουργού. Πολλοί είναι αυτοί που ενθυμούνται το όνομα του Πελέ και την κατάκτηση από την Βραζιλία του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1970 στο Μεξικό – αλλά ποιος θυμάται το όνομα του τότε Βραζιλιάνου προέδρου;
Συνεπώς, μπορούμε να πούμε ότι σήμερα το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός εν γένει είναι κάτι περισσότερο από αθλητική δραστηριότητα. Είναι οικονομικά φαινόμενα με μεγάλη γεωπολιτική σημασία.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου