Τοῦ Ἀθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Εἶναι σαφές ὅτι ἡ ἑλληνική οἰκονομία ἔχει πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα πρός τήν κατεύθυνση τῆς ἐξυγιάνσεώς της, γι᾽ αὐτό καί ὁ πρωθυπουργός τῆς χώρας ἐπιδιώκει τήν ἀπεμπλοκή ἀπό τά μνημόνια καί τήν ἄμεση πρόσβαση στίς ἀγορές. Πιό ἀναλυτικά, ὅπως ἀναφέρεται και στό Ἑβδομαδιαῖο Δελτίο τῆς Alpha Bank, ἡ Ἑλλάδα ἀποτελεῖ σήμερα μία ὄαση ἰσχυρῆς ἀνακάμψεως στήν εὐρωζώνη, ἔχοντας ξεκάθαρο προβάδισμα ἔναντι ἄλλων χωρῶν-μελῶν στό ἐπίπεδο τῶν δημοσιονομικῶν μεγεθῶν.
Στό πλαίσιο αὐτό, ὑποστηρίζεται, τό δημόσιο χρέος δεν ἀποτελεῖ πλέον περιοριστικό παράγοντα στήν ἀνάπτυξη, καθώς οἱ ἀκαθάριστες δανειακές της ἀνάγκες (γιά κάλυψη ἐλλείμματος καί πληρωμή χρεολυσίων, ὅπως μειώνονται ἀπό ἄλλα μή δημοσιονομικά ἔσοδα, ὅπως ἔσοδα ἀπό ἀποκρατικοποιήσεις, κ.λπ.) τό 2016 θά εἶναι περίπου τό 1/5 τῶν χρηματοδοτικῶν ἀναγκῶν πού ἔχουν οἱ ἄλλες χῶρες τοῦ Νότου.
Συγκεκριμένα, μέ βάση τά διαθέσιμα στοιχεῖα, οἱ ἑλληνικές χρηματοδοτικές ἀνάγκες διαμορφώνονται τό 2016 σέ 4,3% τοῦ ΑΕΠ γιά τήν Ἑλλάδα –ἔναντι 17,4% τοῦ ΑΕΠ γιά τήν Γαλλία, 24,6% τοῦ ΑΕΠ γιά τήν Ἰταλία, 17,8% τοῦ ΑΕΠ γιά την Πορτογαλία καί 19,4% τοῦ ΑΕΠ γιά τήν Ἱσπανία.
Οὐσιαστικά, οἱ χῶρες αὐτές –ἐκτός τῆς Ἑλλάδος– δεν ἔχουν παρά λιγοστές προοπτικές ἀναπτύξεως, ἐάν πρέπει νά ἀφιερώνουν πόρους ἴσους μέ τό 1/4 ἤ τό 1/5 τοῦ ΑΕΠ στήν ἐξυπηρέτηση τοῦ χρέους καί ὄχι σέ νέες ἐπενδύσεις. Ἀργά ἤ γρήγορα δέ, αὐτό θά ἀναγνωρισθεῖ καί θά προκαλέσει τριγμούς στίς ἀγορές. Στήν Ἑλλάδα, τό πρόβλημα εἶναι πλέον ἀμελητέο, ἰδίως ἐάν συνεχίσουμε νά πορευόμαστε μέ βάση τούς κανόνες τῆς δημοσιονομικῆς πειθαρχίας –ἡ ὁποία εἶναι πλέον ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά ἔξοδο στίς διεθνεῖς ἀγορές χρήματος, στίς ὁποῖες ἡ ρευστότητα εἶναι σχετικά συμπιεσμένη καί ἄρα γίνεται δυσκολότερος ὁ δανεισμός χωρῶν ὅπως ἡ δική μας.
Μέ βάση, λοιπόν, τό σενάριο τῆς δημοσιονομικῆς πειθαρχίας, τό 2016, σύμφωνα μέ τά τελευταῖα στοιχεῖα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ φθινοπώρου 2014, προβλέπεται ἡ Ἑλλάδα νά ἔχει συνολικά πλεόνασμα (ὄχι μόνον πρωτογενές, ἀλλά καί μετά τήν πληρωμή τῶν τόκων) 1,3% τοῦ ΑΕΠ καί ἡ οἰκονομία της νά ἀναπτύσσεται μέ 3,7% τόν χρόνο. Μπορεῖ, ἔτσι, σταδιακά, σέ βάθος χρόνου, νά ἀποταμιεύονται σημαντικά ποσά καί ἡ ἀπόδοση ἀπό τήν ἀξιοποίηση τῶν κεφαλαίων αὐτῶν νά διατεθεῖ στό κράτος πρόνοιας καί την μείωση τῆς φορολογίας νοικοκυριῶν καί ἐπιχειρήσεων.
Ἐάν αὐτό ἐπιτευχθεῖ καί διατηρηθεῖ τά ἑπόμενα χρόνια,ἡ χώρα θά ἔχει καταφέρει νά θέσει ὑποψηφιότητα γιά την εἴσοδο στήν λέσχη τῶν χωρῶν ΑΑΑ, πού διαθέτουν δημοσιονομική πειθαρχία καί ἰσχυρούς ἀναπτυξιακούς ρυθμούς,σέ μία ἀλληλοτροφοδοτούμενη σχέση ἐνάρετου κύκλου πρός ὄφελος τῆς εὐημερίας τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Κάτι τέτοιο εἶναι ἀπολύτως ἐπιτεύξιμο ἐάν δέν ἀνατραπεῖ ἄρδην τό μεῖγμα οἰκονομικῆς πολιτικῆς πού ἀκολουθεῖται, λόγω πολιτικῶν ἐξελίξεων. Θά εἶναι ὄνειδος γιά τήν σύγχρονη οἰκονομική ἱστορία τῆς χώρας καί γιά τόν ἑλληνικό λαό ἐάν, μετά ἀπό 7 χρόνια ἰσχνῶν ἀγελάδων, χαθεῖ ἡ εὐκαιρία νά γίνουμε μία νοικοκυρεμένη χώρα, ὅπου θά ἀνταμείβεται ἡ ἐργατικότητα καί ἡ ἀποταμίευση τοῦ καθενός καί θά ἀναγνωρίζεται στόν διεθνῆ στίβο ἡ ἀνταγωνιστικότητα τῶν ἐπιχειρήσεων, και ὅπου ἡ ἀπασχόληση θά αὐξάνει μέ στέρεες δουλειές πού θα ὑπάρχουν καί αὔριο, καθώς θά εἶναι ἐνσωματωμένες στήν τεχνολογική ἀναβάθμιση τοῦ παραγωγικοῦ προτύπου. Καί ὅλα αὐτά, χωρίς δανεικά. Εἶναι ἑπομένως ζωτικό γιά τήν χώρα να ἀποφύγει ἐπικίνδυνες καί ἄκαιρες πολιτικές περιπέτειες, πού ὑπάρχει κίνδυνος νά τήν πᾶνε πολλά χρόνια πίσω.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, πρέπει νά σημειωθεῖ ἡ οὐσιαστική βελτίωση πού παρουσιάζει καί τό ἐπιχειρηματικό κλίμα στην χώρα, γεγονός ἱκανό νά φέρει καί νέες ἐπενδύσεις. Σύμφωνα μέ στοιχεῖα πού μόλις δημοσιεύθηκαν ἀπό τό Παγκόσμιο Δίκτυο Ἐπιχειρηματικότητας –ὅπου διάφορες χῶρες ἀξιολογοῦνται ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητες ἀνάληψης ἐπιχειρηματικῶν κινδύνων–, ἡ Ἑλλάδα τό 2014 κατατάσσεται 47η σέ σύνολο 130 χωρῶν, ἔχοντας βελτιώσει τήν θέση της κατά 11 βαθμίδες μέσα στόν τελευταῖο χρόνο. Ἡ ἄνοδος ὀφείλεται κυρίως στήν θετικότερη στάση τῶν ἐπιχειρούντων ἀτόμων ὅσον ἀφορᾶ στήν ἀνάληψη κινδύνου, καθώς καί στήν αὐξανόμενη ποιότητα τοῦ ἀνθρώπινου δυναμικοῦ καί στήν ἐξωστρέφεια τῶν ἑλληνικῶν ἐπιχειρήσεων.
Ὁ δείκτης λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τόσο τά χαρακτηριστικά τῶν ἐπιχειρούντων ἀτόμων (ἱκανότητα ἐντοπισμοῦ τῶν εὐκαιριῶν καί ἵδρυσης μιᾶς ἐπιχείρησης, στάση ἀπέναντι στήν ἀνάληψη ἐπιχειρηματικοῦ κινδύνου, δικτύωση μέ ἄλλους ἐπιχειρηματίες, κ.ἄ.), ὅσο καί τούς θεσμούς μιᾶς χώρας (ὕπαρξη ἀνταγωνιστικῶν ἀγορῶν, ἐπίπεδο οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης, ποιότητα ἀνθρώπινου δυναμικοῦ, δυνατότητα χρηματοδότησης μιᾶς ἐπιχειρηματικῆς ἰδέας, κ.ἄ.), πού προσδιορίζουν τήν ἀνάπτυξη τῆς ἐπιχειρηματικότητος σέ μία χώρα.
Ἀξίζει τόν κόπο νά ἐπισημάνουμε ὅτι τόν τελευταῖο καιρό πληθαίνουν στήν Ἀθήνα καί ἀλλοῦ οἱ ἐκδηλώσεις για τήν προώθηση τῆς ἐπιχειρηματικότητος στήν χώρα μας καί εἰδικότερα αὐτῆς τῶν νέων. Αὐτές δέ οἱ ἐκδηλώσεις παρακολουθοῦνται ἀπό ἑκατοντάδες νέους ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι, ὡς φαίνεται, ἔχουν γυρίσει ὁριστικά τήν πλάτη στο «ὅραμα» νά γίνουν δημόσιοι ὑπάλληλοι.
Τό μεγάλο πρόβλημα γιά τήν Ἑλλάδα, ὡστόσο, εἶναι αὐτό τοῦ ἐπαναπροσανατολισμοῦ τῶν παραγωγικῶν της δυνατοτήτων. Στήν παροῦσα φάση τῆς οἰκονομίας, γιά νά ἐξυπηρετεῖ τό χρέος της, ἡ Ἑλλάδα πρέπει νά χρησιμοποιήσει εὐρώ πού εἰσάγονται ἀπό τό ἐξωτερικό στό πλαίσιο τῶν ἐμπορικῶν της συναλλαγῶν μέ ξένες χῶρες. Συμβαίνει, ὅμως, τά εὐρώ αὐτά νά μήν μποροῦν νά προέλθουν ἀπό κάθε κλάδο τῆς οἰκονομίας, γιατί οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν δέν συναλλάσσονται μέ τό ἐξωτερικό καί ἄρα δέν εἶναι ἐξωστρεφεῖς. Τά ἀπαραίτητα εὐρώ μποροῦν νά προέλθουν, ἐπισημαίνουν οἰκονομολόγοι ὅπως ὁ Χρ. Ἰωάννου, μόνον ἀπό τον εὐρύτερο τομέα τῶν «διεθνῶς ἐμπορεύσιμων» ἀγαθῶν καί ὑπηρεσιῶν, δηλαδή ἀπό ἐκεῖνον τόν τομέα πού κατευθύνει τό προϊόν πού παράγει εἴτε στίς ἐξωτερικές ἀγορές, εἴτε σέ ἐκεῖνες τίς ἐσωτερικές ἀγορές ὅπου, γιά νά βρεῖ ἀγοραστές, πρέπει νά ἀνταγωνιστεῖ ἀποτελεσματικά και νά ἐκτοπίσει ὁμοειδῆ προϊόντα πού εἰσάγονται ἤ εἶναι δυνατόν νά εἰσαχθοῦν ἀπό τό ἐξωτερικό.
Τά εἰσοδήματα τοῦ τομέως τῶν «διεθνῶς ἐμπορεύσιμων» τῆς ἑλληνικῆς οἰκονομίας δέν ξεπερνοῦν σήμερα τά 40 δισεκατ. εὐρώ. Εἶναι, δηλαδή, τό 10% τοῦ ἐξωτερικοῦ χρέους τῆς χώρας. Ἀκόμα καί μέ νέα ἀναδιάρθρωση-ἐπιμήκυνση τοῦ δημόσιου χρέους, ἄν δέν ἐνισχυθεῖ ἡ ἐγχώρια παραγωγή «διεθνῶς ἐμπορεύσιμων», τό χρέος δέν θά καταστεῖ βιώσιμο. Εἶναι ἔτσι ἐπείγουσα ἡ τόνωση τῆς ἐξωστρέφειας, ἡ ὁποία ὅμως καλεῖται νά γίνει ὑπό συνθῆκες σκληροῦ ἀνταγωνισμοῦ καί μέ ἀρκετούς νομισματικούς περιορισμούς. Ὁ δρόμος εἶναι μακρύς, λοιπόν, καί ὡς ἐκ τούτου κάνει ἀπαγορευμένους τούς ὅποιους ἐπιπόλαιους σχεδιασμούς.
Εφημ. "Εστία" στις 24.11.2014
Για την αντιγραφή: Ιάσων
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου