Από τη στιγμή που μίλησα δημόσια, με το ονοματάκι μου (Λευτέρης Πανούσης) και τη φάτσα μου φόρα-παρτίδα κι είπα ορθά-κοφτά πως είμαι χρυσαυγίτης, αντιμετωπίζω έναν σκληρό κοινωνικό αποκλεισμό, που όμοιον του δεν είχαν ζήσει ούτε οι παλιοί κομμουνιστές στα πρώτα μετεμφυλιοπολεμικά χρόνια.
Φίλοι και φίλες, που τους γνώριζα χρόνια κι είχαμε μοιραστεί χαρές, λύπες κι εμπειρίες, τώρα γυρνάνε αλλού το κεφάλι τους, όποτε με συναντούν. Άνθρωποι δικοί μου, συγγενείς εξ αίματος, καμώνονται πως δεν με ξέρουν. Ζω ανάμεσα σε πρόσωπα απόμακρα, ως εχθρικά, κάτω από τον διαρκή φόβο πως αύριο θα έρθουν να σπάσουν το μαγαζί μου, να με ρουφιανέψουν, να με τσακίσουν οικονομικά, να βρουν τρόπους να μου κλείσουν το στόμα, να μου αφαιρέσουν τη δυνατότητα να εκφράζω δημόσιο λόγο.
Το προσωπικό κόστος της απόφασης μου να μην κρύψω τις ιδέες μου, ήταν βαρύ. Τόσο σε κοινωνικό επίπεδο, όσο και σε επαγγελματικό.
Δεν μετανιώνω. Γνώριζα τι θα συμβεί και η επιλογή ήταν δική μου.Οι ιδέες δεν είναι για τα κρυφά κατάστιχα που κρατάει ο καθένας στη ζωή του. Οι ιδέες είναι για τα αμφιθέατρα των εθνών. Για την πολύβουη κονίστρα της αγοράς και για τον δύσκολο έπαινο της ιστορίας.Οι ιδέες είναι ζωή εν Φως.Εκεί λοιπόν μ’ αρέσει να ζω και δεν μπορώ να λοξοδρομήσω…
Και φυσικά δεν είμαι μόνον εγώ. Όλοι εμείς που αντιπαλεύουμε την ισοπέδωση των εθνών, την αντικατάσταση των ευρωπαϊκών λαών από σλαβοαφροασιατικές μάζες, την παντοκρατορία των τραπεζών, την δεσποτεία των ευρωαμερικανοσιωνιστικών κογκλάβιων και την εξαφάνιση των Ελλήνων από το προσκήνιο της ιστορίας, δηλαδή όλοι και όλες εμείς οι χρυσαυγίτες, είμαστε αναγκασμένοι να ζήσουμε καταδιωγμένοι, μέσα σε μια αμείλικτη κοινωνική [και ενίοτε επαγγελματική] απομόνωση.
Άλλοι από εμάς το αποδέχονται και ομιλούν ανοιχτά υπογράφοντας τους λόγους τους, κι άλλοι το φοβούνται, προτιμώντας μια σιωπηλή διαμαρτυρία, πίσω από το προστατευτικό κέλυφος ενός ψευδωνύμου ή μιας βουβής αγανάκτησης.
Όλοι μας όμως, γνωρίζουμε καλά, πως μπορεί να έρθει και η δικιά μας η ώρα, όταν το δάχτυλο του ρουφιάνου θα μας δείξει ανάμεσα σε άλλα σκυφτά και τρομαγμένα πρόσωπα.
Αυτό είναι το κόστος των Ιδεών μας και αν χρειαστεί είμαστε έτοιμοι να το πληρώσουμε…
Όχι, λοιπόν…
Δεν παραπονιέμαι για τους κινδύνους που δημιουργεί η ελεύθερη βούλησή μου. Θέλω όμως να ξεκαθαρίσω ένα πράγμα, που αφορά κυρίως το τι παναπεί να είσαι χρυσαυγίτης.
Δηλαδή, να έχεις τάξει στη ζωή σου τη διαρκή επαγρύπνηση απέναντι στον ιστορικό ρόλο μιας συλλογικής οντότητας, όπως είναι η Χρυσή Αυγή, που τον καθορίζει μοναχά το ιστορικό πεπρωμένο της.
Εμείς οι χρυσαυγίτες βλέπετε, δεν είμαστε πολιτικοί. Δεν είμαστε καν σοφιστές ή ρήτορες. Δεν μας νοιάζει να μαζέψωμε ψηφαλάκια, ούτε να χειραγωγήσουμε συνειδήσεις. Αντιθέτως πιστεύουμε ότι ο καθείς που μπορεί να έρθει [κάποια στιγμή] κοντά στις ιδέες μας, θα πρέπει να είναι ο ίδιος έτοιμος να τις αναλάβει ως ατομικό και συλλογικό του χρέος και όχι ως μία τακτικιστική επιλογή, που ενδεχομένως να τον συμφέρει πρόσκαιρα.
Με απλά λόγια, δεν απευθυνόμαστε στους Έλληνες , τάζοντας τους λιγότερους φόρους ή περισσότερα καταναλωτικά αγαθά.
Δεν είναι αυτά στις προτεραιότητες μας. Ίσα-ίσα μπορεί να μας ακούσεις να μιλάμε για αίμα, ιδρώτα και δάκρυα. Όχι για να προ-τάξουμε μια άνετη και βολεμένη ζωή, στον προσωπικό επίπεδο του καθενός. Αλλά για να κερδίσουμε έναν καλύτερο κόσμο, για όλους μας. Για να χτίσουμε μια νέα κοινωνία, όπου ο άνθρωπος θα αναζητά την ευτυχία, την ισορροπία και την αρμονία, μέσα από ουσιαστικά αγαθά και πραγματικές συλλογικές δράσεις. Όχι μέσα από την επίπλαστη νιρβάνα της υπερκατανάλωσης, που οδηγεί εν τέλει στα ψυχοφάρμακα.
Δεν τάζουμε έναν κόσμο πιο φανταχτερό, πιο χλιδάτο και πιο αστραφτερό, όπως όλες οι καθεστωτικές συμμορίες.
Αγωνιζόμαστε για έναν κόσμο πιο αληθινό και πιο δίκαιο.
Μιλώντας λοιπόν για τις δικές μας ιδέες, κάθε είδος δημαγωγίας, παραπλάνησης, χειραγώγησης ή ελέγχου του νου, είναι εξ ορισμού καταδικαστέο.Δεν θέλουμε ούτε να πείσουμε, ούτε να αρέσουμε.Θέλουμε απλά να ξυπνήσουμε τον πιο ουσιαστικό πυρήνα της συλλογικής μας Ψυχής, που σήμερα υπνώττει εντός των υπερτροφικών και διαταραγμένων ατομικών συνειδήσεων. Δεν είμαστε ο αμφίβολος ψίθυρος του θλιβερού μας παρόντος. Είμαστε ο διαυγής λόγος του μέλλοντος μας [αν έχουμε κάποιο μέλλον ως έθνος]
Θα ήταν πολύ εύκολο και πολύ πιο ανώδυνο για μένα, να στρογγυλεύω τον δημόσιο λόγο μου, αποφεύγοντας αιχμές και άκαμπτες φράσεις, που σοκάρουν και πιθανόν να προσβάλλουν τους πολλούς.
Έτσι τουλάχιστον με συμβουλεύουν δικοί μου άνθρωποι, που κινούνται από αγαθές προθέσεις και από αγάπη για μένα…
Μου λέγουν να αποφεύγω να αποκαλώ «πόπολο» τις «ελληνόφωνες μάζες» και «συμμορίες» τα κόμματα της καθεστωτικής ελίτ. Με παρακινούν να περικόπτω τις λέξεις που βαράνε σαν πέτρες, τα βαριά τείχη της καθεστωτικής παραπληροφόρησης και μου ζητάνε να χρησιμοποιώ μειλίχια λόγια, που θα εισχωρούσαν ενδεχομένως πιο γλυκά στα μυαλά των αναγνωστών, αντί να τους τρομάζουν και να τους αποδιώχνουν.
Έτσι λέγουν θα έπειθα και πιο πολλούς αντί να τους ξαποστέλνω.
Κι έχουν δίκιο.
Έτσι θα έπρεπε να πράττουμε όλοι εμείς οι χρυσαυγίτες, αν είμαστε πολιτικάντηδες.
Αλλά δεν είμαστε.
Είμαστε μοναχά η φωνή της συλλογικής βούλησης του Ελληνικού έθνους, που εκφράζεται με τη βαριά και τίμια γλώσσα του στρατιώτη.Είμαστε οι ποιητές της ιστορίας, που στον αιώνα μας πρέπει να δώσουμε μαρτυρία για το τι είδαμε.Εδώ λοιπόν είμαστε και δεν μπορούμε να λοξοδρομήσουμε.
Μα με συμπαθάνε λοιπόν όλοι οι καλοί φίλοι και φίλες, που πελεκάω τις φράσεις μου ωσάν να ήσαν δομικοί λίθοι της αλήθειας. Αποδέχομαι τη δυσαρέσκεια τους με πολλή συμπάθεια και κατανόηση και ομολογώ πως αληθινά ούτε πρέπει ούτε φιλοδοξώ να τους πείσω…
Βλέπετε, ο καθένας από μας έχει ένα προσωπικό δρόμο να ακολουθήσει στη δύσκολη πορεία προς την αυτογνωσία και συνεπώς προς την αυτονομία. Αν ποτέ ο προσωπικός τους δρόμος σκοντάψει απάνω σε πέτρινα φράγματα και νιώσουν οι ίδιοι έτοιμοι να αναζητήσουν έναν άλλον, ίσως τότε να γίνουμε συνοδοιπόροι.
Όχι επειδή πείστηκαν ή παραπλανήθηκαν αλλά επειδή η ελεύθερη βούληση τους διευρύνθηκε τόσο, ώστε να ταυτιστεί με τη συλλογική βούληση ενός έθνους, που αγωνίζεται να υπάρξει…
Τότε όμως ίσως να καταλάβουν πως η γλώσσα της αλήθειας, δεν σηκώνει στρογγυλέματα και καλλωπισμούς, όπως και η γνήσια ωραιότητα μιας γυναίκας, απορρίπτει τα πολλά – πολλά φτιασίδια…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου