Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011

Πολιτική Η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση…

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, προκάλεσε χθες την πολιτική ιστορία της Ελλάδος, με τη δήλωσή του ότι η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, το 1981, ήταν η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση της Ελλάδος, χωρίς υποθήκες και στρατιωτικές παρεμβάσεις.
Περίεργη δήλωση από τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, ο οποίος, πρώην αριστερός, που μετατράπηκε σε σοδιαλοδημοκράτη, πάντα πίστευε και δήλωνε, ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, «μετετράπη» (και αυτός) σε δημοκράτη και αποκατέστησε τη δημοκρατία στην Ελλάδα, νομιμοποίησε το ΚΚΕ και εγκαθίδρυσε την Αβασίλευτη Δημοκρατία.
Δύο εξηγήσεις μπορούν να δοθούν. Η μία, ότι η δήλωση αυτή ήταν προσυμφωνημένη με τον Πρωθυπουργό, για να ξυπνήσει τις «δημοκρατικές μνήμες» των Βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, και γιατί όχι και του Συνασπισμού, με το «μάτι» στην Πλατεία Συντάγματος. Δηλαδή άλλαξε την επικοινωνιακή ατζέντα, ώστε σήμερα στα καφενεία και στα υπουργεία να βρίζεται ο κόσμος μεταξύ του, για το ποια είναι η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση στην Ελλάδα.
Η δεύτερη εξήγηση, είναι ότι ο Θόδωρος Πάγκαλος, με τη συμβολική παρουσία του στα έδρανα μαζί με τη «βάση» των κυβερνητικών Βουλευτών, αφήνοντας στον Ευάγγελο Βενιζέλο τη θέση δεξιά του Πρωθυπουργού, στα έδρανα της Κυβέρνησης, έβγαλε με τον τρόπο του το άχτι του για την αλλαγή αυτή. Κάτι, που δεν θα ήταν όμως πράξη επιπέδου του πολιτικού του εκτοπίσματος, της εξυπνάδας του και της «θυμοσοφίας» του. Εξάλλου, οι δύο Αντιπρόεδροι είναι διαφορετικής ηλικίας και διαφορετικής πολιτικής γενιάς.
Το ερώτημα όμως, θέλει απάντηση. Ποια ήταν η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση στην Ελλάδα;
Πάντως, όχι αυτή του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο κ. Πάγκαλος παρασύρεται από την ορολογία της δεκαετίας του ΄80, όπου οι αλλαγές στην Ελλάδα και στη Γαλλία, με τον Φρανσουά Μιτεράν, επικοινωνιακά αναφερόντουσαν από τα διεθνή ΜΜΕ, ως «δημοκρατικές αλλαγές».
Δεν παύει όμως και οι δύο αυτές αλλαγές, να έδωσαν μεν στους λαούς μια ελπίδα αλλαγής, αλλά στην πράξη απεδείχθησαν συντηρητικές.
Ενίσχυσαν τους δεσμούς με το ΝΑΤΟ, και τη συμμετοχή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειδικότερα, στην Ελλάδα, που κακοποιήθηκε η ανεύθυνη ρητορεία του Αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, «Έξω οι βάσεις του θανάτου (ΝΑΤΟ)» και «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, ίδιο Συνδικάτο».
Αντίθετα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, μετά την επταετή δικτατορία, την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την ένταξη της Ελλάδος στην ΕΟΚ, αποκατέστησε τη δημοκρατία, χωρίς αιματοχυσίες και εξτρεμισμούς, νομιμοποίησε το ΚΚΕ. Πεφωτισμένος, συντηρητικός ηγέτης, με αναμφισβήτητες ικανότητες και χαρίσματα, ο Καραμανλής αποφάσισε, κόντρα στην ιδεολογία του, να αποσύρει την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την τότε στάση των ΗΠΑ στο Κυπριακό. Κάτι, που δεν τόλμησε ο Ανδρέας Παπανδρέου , το 1983, όταν η Τουρκία αναγνώρισε την κατεχόμενη Κύπρο ως «ανεξάρτητο» κράτος με την ονομασία «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ)».
Με τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1981, η Ελλάδα εισήλθε σε μια δύσκολη περίοδο από διπλωματική άποψη. Οι αντιρρήσεις του σε αποφάσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ ήταν περισσότερο φραστικές.
Όσο προχωρούσε σε συγκρούσεις με το εξωτερικό, που συρρίκνωναν διεθνώς την εικόνα της χώρας μας, τόσο στο εσωτερικό βελτιωνόταν η εικόνα του ως Πρωθυπουργού. Μια ιδιαιτερότητα του ελληνικού λαού, με εμβόλιμα στοιχεία εσωστρέφειας και μείγματος πατριωτισμού και εθνικισμού. Κάτι που ο Παπανδρέου ανήγαγε σε πολιτική φιλοσοφία, εμβολιάζοντας όχι μόνο την παράταξή του, αλλά και όλα τα αστικά πολιτικά κόμματα και πολλούς από τους πολιτικούς των νεότερων γενεών όλων των παρατάξεων.
Αναμφισβήτητα χαρισματικός ηγέτης, που σφράγισε την εποχή του με τις μεγάλες και μικρές στιγμές του, με τη μεγαλοψυχία του και τα σφάλματά του, με λαϊκισμό, ρομαντισμό, αλλά και ρεαλισμό, ο Ανδρέας Παπανδρέου κρατούσε γερά τα ηνία της εξουσίας, ελέγχοντας απόλυτα τη σχέση της με το λαό. Έπεισε τους αγρότες και τους μικρομεσαίους ότι τους έδινε την ευκαιρία να πάρουν την εκδίκησή τους έναντι του κοινωνικού κατεστημένου.
Προερχόμενος από αυτό, όμως, ο Ανδρέας δεν εμπιστευόταν τη μικρομεσαία τάξη και διέθετε τους μηχανισμούς χειραγώγησής της. Δημιούργησε, έτσι, μια νέα κοινωνικοοικονομική και πολιτική τάξη και είχε τον πλήρη έλεγχο. Αν κάτι του χρωστάει η Ελλάδα, είναι ότι επέβαλε μια κοινωνική επανάσταση χωρίς επαναστάτες, χωρίς νικητές και ηττημένους. Ολοκλήρωσε την εθνική συμφιλίωση της μεταπολεμικής Ελλάδας, που είχε, ωστόσο, ξεκινήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κατά τη Μεταπολίτευση και συνέχισε ο Γεώργιος Ράλλης, με μια πρωτόγνωρη για την εποχή και για συντηρητικούς ηγέτες πολιτική δεξιοτεχνία, αλλά χωρίς να επιτύχουν να τη φέρουν σε πέρας, λόγω των ενδογενών δυσκολιών που αντιμετώπιζε η «Δεξιά» σε σχέση με το παρελθόν της, αφήνοντας έτσι όλη τη δόξα της «εθνικής συμφιλίωσης» στον Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε το χάρισμα της προληπτικής προσαρμοστικότητας. Σπάνια, οι εξελίξεις έδειχναν να τον είχαν αιφνιδιάσει. Μετά το 1993 δεν ήταν ο ίδιος με αυτόν της δεκαετίας του 1980, όπως αντίστοιχα ο Καραμανλής μετά το 1974 δεν ήταν ο ίδιος με αυτόν της οκταετίας της ΕΡΕ, πριν από τη δικτατορία.
Να απαντήσουμε τώρα στο ερώτημα, που έθεσε ο Θόδωρος Πάγκαλος;
Όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις υπήρξαν δημοκρατικές, μέχρι σημείου να κατρακυλήσουν στο λαϊκισμό, προκειμένου ο λαός, ο κόσμος να είναι ευχαριστημένος. Και αυτό πληρώνει σήμερα, σ΄ ένα βαθμό, η χώρα. Η περίοδος όμως του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν αυτή που σημάδεψε την πραγματική δημοκρατική διακυβέρνηση της Ελλάδος μετά το 1974.
Αλλά και πριν από τη δικτατορία, η Ελλάδα γνώρισε δημοκρατικές κυβερνήσεις, με πρώτη, την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, του Νοεμβρίου 1963 και του Φεβρουαρίου 1964. Μετά τα πράγματα χάλασαν, για να φθάσουμε στη δικτατορία της 21ης Απριλίου.
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ-ΣΤΡΑΤΗΣ
Bookmark and Share

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου