Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Η Ελλάς στην ΕΖΕΣ;

Του Θεόδωρου Κουτρούκη
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 κι ενώ είχε μόλις υπογραφεί η ιδρυτική Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας των Έξι (ΕΟΚ), επτά άλλες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου συνέστησαν την Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ), ένα διακυβερνητικό οργανισμό που αποσκοπεί στην προώθηση του ελεύθερου εμπορίου και της οικονομικής ολοκλήρωσης των χωρών μελών του. Η Ελλάδα βρέθηκε τότε ενώπιον ενός στρατηγικού διλήμματος: σε ποια οικονομική συμμαχία θα έπρεπε να ενταχθεί; Ο τότε πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής -διαβλέποντας τη δυναμική της...ευρωπαϊκής ενοποίησης- επέλεξε η χώρα να συνδεθεί με την ΕΟΚ. Λίγα χρόνια αργότερα η ΕΖΕΣ άρχισε να συρρικνώνεται, ενώ η ΕΟΚ εισήλθε σε μια πορεία διεύρυνσης και εμβάθυνσης που κράτησε δεκαετίες.
Μισόν αιώνα αργότερα έχει ανοίξει μια ανάλογη συζήτηση για το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας μας, εν μέσω ζοφερών σεναρίων για την αποχώρηση της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ ή/και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και έντονων διαξιφισμών περί της εθνικής μας κυριαρχίας.
Ας επιχειρήσουμε να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα: η χώρα μας το 1991 στο Μάαστριχτ αποφάσισε να ενταχθεί στην ΟΝΕ παραχωρώντας οικειοθελώς ένα μέρος της νομισματικής της κυριαρχίας (εκδοτικό προνόμιο χρήματος, νομισματική και συναλλαγματική πολιτική). Η γέννηση του ευρώ έφερε χαμηλά επιτόκια και ευχερή δανεισμό, δυνατότητες που έκμεταλλεύτηκε στο έπακρο το εγχώριο πολιτικό κατεστημένο για ψηφοθηρικούς και άλλους λόγους. Αυτά οδήγησαν το κομματοκρατικό σύστημα στον εκφυλισμό και την απαξίωση και τους πολίτες στην οργή και την απογοήτευση.
Οι τρέχουσες συζητήσεις στους κόλπους της Ε.Ε. αφορούν τόσο το μέλλον του ευρώ, όσο και της πολιτικής ένωσης. Η ενδοευρωπαϊκή αντίφαση ανάμεσα στα πλεονάσματα του Βορρά (που συνδέονται με ισχυρή παραγωγική βάση, υψηλή ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια) και τα ελλείμματα του Νότου (που εδράζονται στην αναιμική παραγωγική βάση, τις δομικές κακοδαιμονίες, τη διαφθορά και την παραοικονομία) πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Το πλέον συζητούμενο σενάριο -που μένει να υποβληθεί στη βάσανο του κοινοτικού συμβιβασμού- αναφέρεται στη σύσταση ενός μηχανισμού μεταβιβαστικών πληρωμών που θα συνοδευτεί από θεσμικές μεταρρυθμίσεις όπως είναι τα μέτρα ενίσχυσης εποπτείας και δημοσιονομικής πειθαρχίας, η ενιαία δημοσιονομική πολιτική, η έκδοση ευρωομολόγων, η αναγνώριση της δυνατότητας της ΕΚΤ να ενεργεί ως ύστατος δανειστής, η οικονομική διακυβέρνηση, η καθιέρωση συνταγματικών «φρένων χρέους» κ.λπ.
Το κρίσιμο διακύβευμα θα είναι βραχυπρόθεσμα η θέση της Ελλάδας στο ευρώ και μεσοπρόθεσμα η παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν η χώρα καταφέρει να μείνει στο ευρώ, το ελληνικό πρόβλημα θα αποτελέσει μέρος της συνολικής λύσης. Αν αντίθετα η Ελλάδα απομακρυνθεί από το ενιαίο νόμισμα (όσο φυσικά το τελευταίο υφίσταται) οι εταίροι μας θα απαλλαγούν από το βάρος της χρηματοδότησης του ελληνικού χρέους, ενώ το παράδειγμα μας θα αποτελέσει μέσο πίεσης των ομοιοπαθών λαών της Ε.Ε., ώστε να υποχρεωθούν, δια του καρότου ή /και του μαστιγίου, να αποδεχθούν αγόγγυστα ομοβροντίες αντιδημοφιλών μέτρων πολιτικής.
Απεναντίας τυχόν επιστροφή στη δραχμή (την οποία ευνοεί ένα μέρος του πολιτικού κόσμου για να διατηρήσει την πελατειακή διαφθορά και την εκτεταμένη ανομία των κομματικών συναλλαγών) θα οδηγούσε τη χώρα σε εγκατάλειψη της ομάδας των αναπτυγμένων χωρών και κατ’ επέκταση σε ταχεία καταρράκωση του επιπέδου διαβίωσης, φτώχεια, κοινωνικό χάος και γεωπολιτική απομόνωση.
Δύο λόγια για τη φιλολογία περί εθνικής κυριαρχίας. Είναι γεγονός ότι η χώρα μας λόγω της ΟΝΕ και του υπέρμετρου χρέους της βρίσκεται πλέον υπό καθεστώς περιορισμένης δημοσιονομικής και μηδενικής νομισματικής κυριαρχίας, ενώ η δυσθεώρητη δανειακή εξάρτηση από πιστωτές δημιουργεί ούτως η άλλως έντονους περιορισμούς στην εθνική κυριαρχία.
Σε έναν κόσμο που ουσιαστικά κατευθύνεται από ένα δίκτυο ισχυρών οικονομικά χωρών και οργανισμών, που λαμβάνουν τις στρατηγικές αποφάσεις (ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΝΕ, ΕΚΤ, EFSF κ.α.) και χαρακτηρίζεται από την υπερεθνική κυριαρχία, την επιτήρηση της οικονομίας και την επιβολή ανοίκειας πειθαρχίας στον συντελεστή παραγωγής «εργασία» το ιστορικό δίλημμα είναι: θα προτιμήσουμε την εμβέλεια μιας νομισματικής και δημοσιονομικής συγκυριαρχίας εντός μιας νέας Ε.Ε. με ευρεία δημοσιονομική ένωση και την ευρωζώνη; ή θα θελήσουμε την επιστροφή στη δραχμή και σε μια «ένδοξη» πλην όμως ρακένδυτη ανεξαρτησία, ενδεχομένως σε συνδυασμό με μια πιο light ευρωπαϊκή συνεργασία στο πλαίσιο της ΕΖΕΣ, ενώ η χώρα θα παραμένει έρμαιο των αδυσώπητων αγορών και θα διαθέτει απειροελάχιστη επιρροή στη διαμόρφωση του παγκόσμιου οικονομικού και πολιτικού γίγνεσθαι;
Αυτό που απομένει να δούμε αν οι Έλληνες θα δικαιώσουν με τις πράξεις τους την αρχική ευρωπαϊκή επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή ή θα την ακυρώσουν.
__________________________________
* Ο κ. Θεόδωρος Κουτρούκης είναι Επικ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου