Τα θαύματα, ως γνωστόν, κρατάνε τρεις μέρες. Όσοι από το ΠΑΣΟΚ πίστευαν ότι το συμπόσιο για την «3η Σεπτέμβρη» θα ήταν η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για να ιαθεί και να αναγεννηθεί η Κεντροαριστερή Προοδευτική Παράταξη, ένα θαύμα δηλαδή, έχουν μία ακόμη ημέρα, τη σημερινή, για να …σταυροκοπιούνται.
Οι δύο μέρες πέρασαν με τις εισηγήσεις των ομιλητών, απομένει να γράψουν και σήμερα οι εφημερίδες, άντε και να γραφτεί και κάτι στις... κυριακάτικες εκδόσεις, και το «θαύμα» τελειώνει.
Και τελειώνει για τον εξής απλό λόγο: επειδή η πραγματικότητα είναι δύστροπη. Δεν μας κάνει τα χατίρια επειδή εμείς έτσι τη θέλουμε, αλλά επιβάλλει τις δικές της ανάγκες και προτεραιότητες.
Και οι ανάγκες και προτεραιότητες της κοινωνίας -γιατί σ’ αυτή (πρέπει να) αναφέρονται οι πολιτικές- σε σχέση με την Κεντροαριστερά, την Σοσιαλδημοκρατία, τη μεταρρυθμιστική Αριστερά ή όπως αλλιώς βαφτίζουν το χώρο μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. είναι πολύ συγκεκριμένες και ήκιστα εφάπτονται με τον κυρίαρχο λόγο που ακούστηκε στο συμπόσιο.
Ας τις δούμε μία μία:
1) Είδατε να υπάρχει ουσιαστική πρόθεση αναθεώρησης της πολιτικής σχετικά με τα μνημόνια και την τρόικα; Ενστάσεις μπορεί να υπήρξαν όπως και κριτική, από ορισμένους σοβαρή και από άλλους, τους περισσοτέρους, ανέξοδη και φανφαρόνικη. Όμως αυτό που έμενε ως γεύση ήταν η προσπάθεια να δικαιολογηθούν τα πεπραγμένα και η πρόθεση να συνεχιστεί, με διορθώσεις, η υφιστάμενη πολιτική.
2) Είδατε να τεθεί σε ουσιαστική αμφισβήτηση η συμμετοχή στην κυβέρνηση και οι όροι συγκρότησης της δεδηλωμένης; Αντίθετα, αυτό που κυριάρχησε ήταν ο αυτοθαυμασμός για το «υπεύθυνο ΠΑΣΟΚ» και η καταγγελία για την «ανεύθυνη αντιπολίτευση».
3) Είδατε να παρουσιάζεται ένα, διαφορετικό από το υφιστάμενο, ριζοσπαστικό εθνικό και πολιτικό σχέδιο αναγέννησης της χώρας με άλλους στόχους, προτεραιότητες, τόπους αναφοράς, παραγωγικούς στόχους, δυνάμεις στήριξης και υποκείμενο υλοποίησης; Λόγια, λόγια, λόγια, περιγραφές, πολλά «πρέπει» και άλλα τόσα «να» αλλά για την ταμπακέρα τίποτε.
4) Είδατε να υπάρξει κάποια καινούρια ανάγνωση και επανατοποθέτηση σχετικά με το ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, τους συσχετισμούς δύναμης, τις σχέσεις κυριαρχίας, τα νέα ιδεολογικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά μέτωπα, τις συμμαχίες και τη θέση της χώρας σε όλα αυτά; Αφόρητες επαναλήψεις, πληκτικές υποσημειώσεις, αδιάφορες ρητορικές προσθήκες και κάποιες άτολμες ή ανολοκλήρωτες νέες προσεγγίσεις.
5) Είδατε να γίνει κάποια πραγματική, σε βάθος και βασανιστική αυτοκριτική για το πώς έφθασαν η χώρα και το ΠΑΣΟΚ στη σημερινή κατάσταση; Σχεδόν όλοι επαναλάμβαναν μονότονα: «Ναι, κάναμε και λάθη, ναι, υπήρξαν και αστοχίες, ναι, σημειώθηκαν και υστερήσεις». Όλοι όμως ξέχναγαν το δια ταύτα. Ποιες είναι, δηλαδή, οι πρακτικές συνέπειες της αυτοκριτικής για το σύνολο, διαχρονικά, την κομματική υπόσταση και τη θεσμική εκπροσώπηση.
6) Είδατε να αποδοκιμάζεται η κυρίαρχη άποψη -ιστορικά καινοφανής, θεωρητικά αστοιχείωτη και πολιτικά ανόητη- ότι μπορεί να ανασυγκροτηθεί ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας χωρίς σοσιαλιστικές δυνάμεις ή η Κεντροαριστερά χωρίς την Αριστερά; Πλην μιας ή δύο εξαιρέσεων οι υπόλοιποι έκαναν επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς δεν (θέλουν να) θυμούνται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή η ηγεμονική, τουλάχιστον εκλογικά, δύναμη στον προοδευτικό χώρο. Αυτό σε κάποιους μπορεί να μην αρέσει και έχουν κάθε δικαίωμα να μην τους αρέσει. Όμως είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορούν να την παρακάμψουν. Αρέσει δεν αρέσει έτσι είναι.
Εδώ θέλω να σημειώσω και κάτι για το οποίο τον τελευταίο χρόνο γίνεται πολύς λόγος. Αφ’ ης στιγμής συρρικνώθηκαν τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ σχεδόν όλοι ομιλούν για ένα χώρο ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ., ο οποίος λένε είναι «ορφανός» και πρέπει να εκφραστεί. Όλοι μάλιστα οι λεγόμενοι εκσυγχρονιστές, μεταρρυθμιστές, φιλήσυχοι αριστεροί, κεντρώοι σοσιαλδημοκράτες ομνύουν σ’ αυτόν τον χώρο για να ανασυγκροτήσουν την μεγάλη Κεντροαριστερή Προοδευτική Παράταξη. Ουσιαστικά θέλουν να επαναλάβουν το «πείραμα» του Ανδρέα Παπανδρέου.
Όλοι αυτοί ξεχνούν ένα πράγμα. Όταν ο Ανδρέας έφτιαξε το ΠΑΣΟΚ υπήρχε όντως το πολιτικό κενό. Είχαμε από τη μια την Δεξιά με 40-45% και την Αριστερά στο 10% και αργότερα στο 15%. Τώρα ο κενός χώρος ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά είναι πολύ μικρός. Η μεν Δεξιά συνεχίζει να είναι περίπου στο 45%, αν στη Ν.Δ. αθροίσουμε και τις δυνάμεις του Καμμένου και της Χρυσής Αυγής, ενώ τα ποσοστά της Αριστεράς, αθροιστικά, ξεπερνούν το 35%, ενδεχομένως και να προσεγγίζουν το 40%.
Ο ενδιάμεσος λοιπόν χώρος είναι περίπου 10-15%. Άρα μόνον ως κόμμα – μπαλαντέρ για να σχηματιστεί κυβέρνηση μπορεί να ευδοκιμήσει. Όταν όμως δεν έχεις τη δυνατότητα να αναδειχθείς πρώτο ή δεύτερο κόμμα και να είσαι ηγεμονική δύναμη στη διακυβέρνηση, έστω και μέσω ενός συμμαχικού κυβερνητικού σχήματος, τότε τα ποσοστά σου δεν μπορούν να αυξηθούν. Αντίθετα, θα μειωθούν κι άλλο όταν επιλέγεις, όπως το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, όλα τα «λεφτά» σου να τα ρίξεις στη μία πλευρά, εν προκειμένω στη Ν.Δ., και να αποκλείσεις την άλλη, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μάλιστα, σε συνθήκες πόλωσης, όπως σήμερα, η μονόπλευρη προσέγγιση της διακυβέρνησης είναι λογικό να συρρικνώνει έτι περαιτέρω τα ποσοστά ενός κόμματος – μπαλαντέρ, αφού το μετατρέπει σε παρακολούθημα της μιας πλευράς. Το «μπαλαντέρ» πρέπει να παίζει και με τις δύο πλευρές, διαφορετικά δεν είναι «μπαλαντέρ», είναι «συμπλήρωμα». Ένας κυβερνητικός μπαλαντέρ που κυβερνά με τη Δεξιά και αποκλείει την Αριστερά, δεν μπορεί να μιλάει για Κεντροαριστερά. Είναι καλύτερα να διεκδικήσει χώρο στην Κεντροδεξιά. Ίσως εκεί ο Ευάγγελος Βενιζέλος με το ΠΑΣΟΚ, όπως επιχειρεί να το μετεξελίξει, να έχει καλύτερη τύχη. Τόσο απλό και στοιχειώδες.
Τούτων δοθέντων, και μετά το συμπόσιό του, το ΠΑΣΟΚ θα συνεχίζει να φυλλορροεί. Θα συνεχίζει να το στοιχειώνει το φάντασμα της Ένωσης Κέντρου. Και θα επιβιώνει λόγω της δημοσιότητος που του εξασφαλίζουν στα Μέσα Ενημέρωσης η συμμετοχή στην κυβέρνηση και το ευκλεές παρελθόν του.
Χωρίς κοινωνική αντιστοίχιση, με συμπληρωματικό ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας, αποκλεισμένο από πολιτικές συμμαχίες, με συρρικνούμενη εκλογική βάση, με αποδεκατισμένο κομματικό και συνδικαλιστικό μηχανισμό, με λιποβαρές πολιτικό προσωπικό, με ηγεσία, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ήκιστα ελκυστική στο λαό, και με μοναδική στρατηγική την ελπίδα ευδοκίμησης του μνημονίου, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πότε και πώς θα είναι ο επόμενος εορτασμός της «3ης Σεπτέμβρη»…
Οι δύο μέρες πέρασαν με τις εισηγήσεις των ομιλητών, απομένει να γράψουν και σήμερα οι εφημερίδες, άντε και να γραφτεί και κάτι στις... κυριακάτικες εκδόσεις, και το «θαύμα» τελειώνει.
Και τελειώνει για τον εξής απλό λόγο: επειδή η πραγματικότητα είναι δύστροπη. Δεν μας κάνει τα χατίρια επειδή εμείς έτσι τη θέλουμε, αλλά επιβάλλει τις δικές της ανάγκες και προτεραιότητες.
Και οι ανάγκες και προτεραιότητες της κοινωνίας -γιατί σ’ αυτή (πρέπει να) αναφέρονται οι πολιτικές- σε σχέση με την Κεντροαριστερά, την Σοσιαλδημοκρατία, τη μεταρρυθμιστική Αριστερά ή όπως αλλιώς βαφτίζουν το χώρο μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. είναι πολύ συγκεκριμένες και ήκιστα εφάπτονται με τον κυρίαρχο λόγο που ακούστηκε στο συμπόσιο.
Ας τις δούμε μία μία:
1) Είδατε να υπάρχει ουσιαστική πρόθεση αναθεώρησης της πολιτικής σχετικά με τα μνημόνια και την τρόικα; Ενστάσεις μπορεί να υπήρξαν όπως και κριτική, από ορισμένους σοβαρή και από άλλους, τους περισσοτέρους, ανέξοδη και φανφαρόνικη. Όμως αυτό που έμενε ως γεύση ήταν η προσπάθεια να δικαιολογηθούν τα πεπραγμένα και η πρόθεση να συνεχιστεί, με διορθώσεις, η υφιστάμενη πολιτική.
2) Είδατε να τεθεί σε ουσιαστική αμφισβήτηση η συμμετοχή στην κυβέρνηση και οι όροι συγκρότησης της δεδηλωμένης; Αντίθετα, αυτό που κυριάρχησε ήταν ο αυτοθαυμασμός για το «υπεύθυνο ΠΑΣΟΚ» και η καταγγελία για την «ανεύθυνη αντιπολίτευση».
3) Είδατε να παρουσιάζεται ένα, διαφορετικό από το υφιστάμενο, ριζοσπαστικό εθνικό και πολιτικό σχέδιο αναγέννησης της χώρας με άλλους στόχους, προτεραιότητες, τόπους αναφοράς, παραγωγικούς στόχους, δυνάμεις στήριξης και υποκείμενο υλοποίησης; Λόγια, λόγια, λόγια, περιγραφές, πολλά «πρέπει» και άλλα τόσα «να» αλλά για την ταμπακέρα τίποτε.
4) Είδατε να υπάρξει κάποια καινούρια ανάγνωση και επανατοποθέτηση σχετικά με το ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, τους συσχετισμούς δύναμης, τις σχέσεις κυριαρχίας, τα νέα ιδεολογικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά μέτωπα, τις συμμαχίες και τη θέση της χώρας σε όλα αυτά; Αφόρητες επαναλήψεις, πληκτικές υποσημειώσεις, αδιάφορες ρητορικές προσθήκες και κάποιες άτολμες ή ανολοκλήρωτες νέες προσεγγίσεις.
5) Είδατε να γίνει κάποια πραγματική, σε βάθος και βασανιστική αυτοκριτική για το πώς έφθασαν η χώρα και το ΠΑΣΟΚ στη σημερινή κατάσταση; Σχεδόν όλοι επαναλάμβαναν μονότονα: «Ναι, κάναμε και λάθη, ναι, υπήρξαν και αστοχίες, ναι, σημειώθηκαν και υστερήσεις». Όλοι όμως ξέχναγαν το δια ταύτα. Ποιες είναι, δηλαδή, οι πρακτικές συνέπειες της αυτοκριτικής για το σύνολο, διαχρονικά, την κομματική υπόσταση και τη θεσμική εκπροσώπηση.
6) Είδατε να αποδοκιμάζεται η κυρίαρχη άποψη -ιστορικά καινοφανής, θεωρητικά αστοιχείωτη και πολιτικά ανόητη- ότι μπορεί να ανασυγκροτηθεί ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας χωρίς σοσιαλιστικές δυνάμεις ή η Κεντροαριστερά χωρίς την Αριστερά; Πλην μιας ή δύο εξαιρέσεων οι υπόλοιποι έκαναν επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς δεν (θέλουν να) θυμούνται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή τη στιγμή η ηγεμονική, τουλάχιστον εκλογικά, δύναμη στον προοδευτικό χώρο. Αυτό σε κάποιους μπορεί να μην αρέσει και έχουν κάθε δικαίωμα να μην τους αρέσει. Όμως είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορούν να την παρακάμψουν. Αρέσει δεν αρέσει έτσι είναι.
Εδώ θέλω να σημειώσω και κάτι για το οποίο τον τελευταίο χρόνο γίνεται πολύς λόγος. Αφ’ ης στιγμής συρρικνώθηκαν τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ σχεδόν όλοι ομιλούν για ένα χώρο ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ., ο οποίος λένε είναι «ορφανός» και πρέπει να εκφραστεί. Όλοι μάλιστα οι λεγόμενοι εκσυγχρονιστές, μεταρρυθμιστές, φιλήσυχοι αριστεροί, κεντρώοι σοσιαλδημοκράτες ομνύουν σ’ αυτόν τον χώρο για να ανασυγκροτήσουν την μεγάλη Κεντροαριστερή Προοδευτική Παράταξη. Ουσιαστικά θέλουν να επαναλάβουν το «πείραμα» του Ανδρέα Παπανδρέου.
Όλοι αυτοί ξεχνούν ένα πράγμα. Όταν ο Ανδρέας έφτιαξε το ΠΑΣΟΚ υπήρχε όντως το πολιτικό κενό. Είχαμε από τη μια την Δεξιά με 40-45% και την Αριστερά στο 10% και αργότερα στο 15%. Τώρα ο κενός χώρος ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά είναι πολύ μικρός. Η μεν Δεξιά συνεχίζει να είναι περίπου στο 45%, αν στη Ν.Δ. αθροίσουμε και τις δυνάμεις του Καμμένου και της Χρυσής Αυγής, ενώ τα ποσοστά της Αριστεράς, αθροιστικά, ξεπερνούν το 35%, ενδεχομένως και να προσεγγίζουν το 40%.
Ο ενδιάμεσος λοιπόν χώρος είναι περίπου 10-15%. Άρα μόνον ως κόμμα – μπαλαντέρ για να σχηματιστεί κυβέρνηση μπορεί να ευδοκιμήσει. Όταν όμως δεν έχεις τη δυνατότητα να αναδειχθείς πρώτο ή δεύτερο κόμμα και να είσαι ηγεμονική δύναμη στη διακυβέρνηση, έστω και μέσω ενός συμμαχικού κυβερνητικού σχήματος, τότε τα ποσοστά σου δεν μπορούν να αυξηθούν. Αντίθετα, θα μειωθούν κι άλλο όταν επιλέγεις, όπως το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, όλα τα «λεφτά» σου να τα ρίξεις στη μία πλευρά, εν προκειμένω στη Ν.Δ., και να αποκλείσεις την άλλη, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μάλιστα, σε συνθήκες πόλωσης, όπως σήμερα, η μονόπλευρη προσέγγιση της διακυβέρνησης είναι λογικό να συρρικνώνει έτι περαιτέρω τα ποσοστά ενός κόμματος – μπαλαντέρ, αφού το μετατρέπει σε παρακολούθημα της μιας πλευράς. Το «μπαλαντέρ» πρέπει να παίζει και με τις δύο πλευρές, διαφορετικά δεν είναι «μπαλαντέρ», είναι «συμπλήρωμα». Ένας κυβερνητικός μπαλαντέρ που κυβερνά με τη Δεξιά και αποκλείει την Αριστερά, δεν μπορεί να μιλάει για Κεντροαριστερά. Είναι καλύτερα να διεκδικήσει χώρο στην Κεντροδεξιά. Ίσως εκεί ο Ευάγγελος Βενιζέλος με το ΠΑΣΟΚ, όπως επιχειρεί να το μετεξελίξει, να έχει καλύτερη τύχη. Τόσο απλό και στοιχειώδες.
Τούτων δοθέντων, και μετά το συμπόσιό του, το ΠΑΣΟΚ θα συνεχίζει να φυλλορροεί. Θα συνεχίζει να το στοιχειώνει το φάντασμα της Ένωσης Κέντρου. Και θα επιβιώνει λόγω της δημοσιότητος που του εξασφαλίζουν στα Μέσα Ενημέρωσης η συμμετοχή στην κυβέρνηση και το ευκλεές παρελθόν του.
Χωρίς κοινωνική αντιστοίχιση, με συμπληρωματικό ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας, αποκλεισμένο από πολιτικές συμμαχίες, με συρρικνούμενη εκλογική βάση, με αποδεκατισμένο κομματικό και συνδικαλιστικό μηχανισμό, με λιποβαρές πολιτικό προσωπικό, με ηγεσία, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ήκιστα ελκυστική στο λαό, και με μοναδική στρατηγική την ελπίδα ευδοκίμησης του μνημονίου, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πότε και πώς θα είναι ο επόμενος εορτασμός της «3ης Σεπτέμβρη»…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου