Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Αν ήμασταν φυσιο-λογική χώρα

Ας υποθέσουμε ότι ζούσαμε σε μια φυσιο-λογική χώρα με φυσιο-λογικούς πολιτικούς. Ποια θα ήταν με βάση τα σημερινά δεδομένα η λογική επιλογή ενός ηγέτη, που σκέφτεται πρώτα το καλό της χώρας και μετά τον εαυτό του; Προφανώς να διασφαλίσει το καλύτερο διαπραγματευτικό πλαίσιο ανεξάρτητα του αποτελέσματος των ερχόμενων εκλογών. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Κατ αρχήν ενημερώνοντας και την αντιπολίτευση για το ασφυκτικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και τα αδιέξοδά της και δεύτερον επιδιώκοντας τη συναίνεση για τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και για την ημερομηνία των εκλογών, έτσι ώστε η επόμενη κυβέρνηση να έχει πίσω της αυτό το θεσμικό ζήτημα και να έχει λυμένα τα χέρια για να διαπραγματευτεί την επόμενη μέρα… μετά το μνημόνιο.
Σε αυτή τη λογική θα μπορούσαμε να δεχτούμε ως χώρα την τεχνική παράταση του εξαμήνου, που πρόθυμα μας πρότειναν οι Ευρωπαίοι, να κάνουμε γιορτές σαν άνθρωποι, εθνικές εκλογές πριν τη λήξη του εξαμήνου και εκλογή ενός κοινά αποδεκτού προέδρου αμέσως μετά. Ας κέρδιζε ο καλύτερος και ας είχε την εντολή να διαπραγματευτεί, όπως νομίζει με τους δανειστές, αφού θα είχε προηγουμένως πει τι ακριβώς προτείνει στον ελληνικό λαό. Κάπως έτσι φαντάζομαι ότι θα σκεφτόταν οποιαδήποτε λογική κυβέρνηση της Ευρώπης. Ειδικά όταν έχει ξεπεράσει το μισό της θητείας της, ξέρει ότι εκκρεμούν αποφάσεις που θα δεσμεύσουν τη χώρα για χρόνια και βλέπει ότι εδώ και μήνες δεν έχει την στήριξη της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Αν πάλι ένοιωθε τη σιγουριά ότι έχει τους 180 της προεδρικής εκλογής «στο τσεπάκι της» ποιος ο λόγος τέτοιας βιασύνης. Θα έπρεπε να έχει καταλάβει ότι οι «βιασύνες» είναι που μεταδίδουν εικόνα κατάρρευσης και τροφοδοτούν με σενάρια καταστροφής τις περιβόητες αγορές. Θα έπρεπε λοιπόν να πάει ως «ήρεμη δύναμη», που αρέσκεται να εμφανίζεται η συγκυβέρνηση συντεταγμένα και με το αρχικό χρονοδιάγραμμα, χωρίς να εκβιάζει τους πολίτες και τις εξελίξεις.

Δυστυχώς το δίδυμο Σαμαρά-Βενιζέλου δεν σκέφτηκε έτσι, αλλά προέταξε και πάλι το κομματικό συμφέρον, προσπαθώντας, όπως έλεγαν και οι σχετικές διαρροές από το «περιβάλλον» του πρωθυπουργού να «στριμώξει» σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο το ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση, που οδηγηθούμε σε πρόωρες εκλογές και επικρατήσει η σημερινή αντιπολίτευση. Η λογική των «σοφών του Μαξίμου» είναι ότι «ακόμα και αν ο Τσίπρας γίνει πρωθυπουργός κάποια στιγμή στα μέσα Φεβρουαρίου, θα του απομένουν πολύ λίγες μέρες μέχρι να λήξει η παράταση των δύο μηνών». Και θα πρέπει να επιλέξει «ή νέο μνημόνιο ή χρηματοδοτικό κενό και χρεωκοπία». Αυτή είναι η υπεύθυνη πολιτική στάση, που επέλεξε ο πρωθυπουργός μέσα σε ένα… βράδυ και αφού κατάλαβε οριστικά ότι το παραμύθι, που έλεγε μέχρι την Κυριακή το βράδυ στη Βουλή η κυβέρνησή του ότι «θα τα βρούμε με τους δανειστές» είχε οριστικά καταρρεύσει. Τώρα βεβαίως από την κυβέρνηση διαρρέεται, ότι όποια και να είναι η επόμενη κυβέρνηση η στάση των δανειστών μας θα είναι απολύτως αδιάλλακτη. (Η νέα αυτή αφήγηση μοιάζει πάντως και πιο ρεαλιστική και εξηγεί την ξαφνική πρεμούρα της κυβέρνησης).

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, ποιος είναι ακριβώς ο πνευματικός πατέρας αυτού του πολιτικού σχεδιασμού, όπως δε μπορούμε να ξέρουμε τι έχουν στο μυαλό τους και αυτοί από την απέναντι όχθη, που πανηγυρίζουν για τις επερχόμενες εκλογές. Γιατί αδυνατούμε να πιστέψουμε, ότι θεωρούν εύκολο να στρίψουν μέσα σε μερικές μέρες το καράβι, που κατευθύνεται στα βράχια, όπως εκτιμούν και οι ίδιοι.

Αν ήμασταν μια φυσιολογική χώρα θα είχαμε καταλάβει ότι οι πολιτικές των μνημονίων δεν πρόκειται να τελειώσουν έτσι εύκολα και ότι οι υποχρεώσεις μας θα συνεχιστούν για αρκετά ακόμα χρόνια. Αν θέλουμε να τις αποτινάξουμε από πάνω μας θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για τις συνέπειες. Θα είχαμε επίσης καταλάβει, ότι το 2015 μπορεί τελικά να αποδειχτεί η χρονιά ορόσημο για το μέλλον της Ευρωζώνης και δεν χρειάζεται να γίνουμε πάλι εμείς οι βιαστικοί «εθελοντές», που μπορεί να αποδειχτούν και οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» και να επιταχύνουν αρνητικές εξελίξεις. Αν ήμασταν όμως φυσιολογική χώρα θα είχαμε συνειδητοποιήσει ότι καλές οι πατριωτικές κορώνες περί εθνικής κυριαρχίας, αλλά η συμμετοχή μας στην ευρωζώνη, η εγκατάλειψη του εθνικού νομίσματος ήταν ήδη μια πράξη οικειοθελούς παράδοσης ενός μέρους της εθνικής κυριαρχίας. Με κάποιο αντάλλαγμα φυσικά. Αν ήμασταν μια φυσιολογική χώρα δεν θα κατεβαίναμε κάθε δύο-τρία χρόνια σε εκλογές με εκβιαστικά διλήμματα και μοναδικό κριτήριο, ποιο θα είναι το μικρότερο κακό. Αλλά βεβαίως (θα πει κανείς) αν ήμασταν μια φυσιολογική χώρα δεν θα είχαμε φτάσει εδώ που φτάσαμε.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου