Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Αλβανικές προκλήσεις...

Τσάμηδες, με ιταλικές στρατιωτικές στολές, επιθεωρούνται από Γερμανό αξιωματικό
Κατά πρόσφατη ποδοσφαιρική συνάντηση για το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, στο οποίο συμμετείχε η ομάδα της γείτονος Αλβανίας, πολίτες της ανάρτησαν πινακίδα, με την οποία γνωστοποιούσαν τους κατοίκους του πλανήτη για το «έγκλημα της γενοκτονίας», το οποίο διαπράξαμε σε βάρος των Τσάμηδων. Δεν θα σταθούμε στην αδυναμία των δυνάμεων ασφαλείας να εντοπίσουν την πινακίδα ούτε στην αποφυγή κυρώσεων για την έκφραση πολιτικών θέσεων στα πλαίσια αθλητικής διοργάνωσης. Είναι καιρός να συναισθανθούμε ότι ουδείς επάνω στον πλανήτη παίρνει στα σοβαρά τη χώρα μας, καθώς πάψαμε όχι απλά να θεωρούμαστε, αλλά να είμαστε σοβαροί!

Το θέμα των Τσάμηδων είναι παντελώς άγνωστο ακόμη και μεταξύ πλείστων Ελλήνων, καθώς η Πολιτεία δείχνει έντονη την αποστροφή της προς την ιστορία και ανέθεσε στο πλήθος των ακαδημαϊκών αποδομητών την επιβολή ιστορικής λήθης. Τσάμηδες καλούνταν οι αλβανόφωνοι, οι εγκατεστημένοι στη Θεσπρωτία, οι οποίοι εξαιρέθηκαν από την υποχρέωση μετακίνησης κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών με βάση τη συνθήκη της Λωζάνης, αν και μουσουλμάνοι. Η εξαίρεση οφειλόταν στην παρέμβαση της φασιστικής Ιταλίας, που ονειρευόταν να καταστήσει την Αλβανία προτεκτοράτο της και επιθυμούσε να παραμείνει ο μουσουλμανικός πληθυσμός στη νευραλγική συνοριακή περιοχή της χώρας μας. Ήδη τότε η Ιταλία είχε καταστεί προκλητική και έναντι της χώρας μας με τον αναίτιο κανονιοβολισμό της Κέρκυρας. Βέβαια, αν η χώρα μας είχε αξιοπρεπή κυβέρνηση αντί της υποτελούς και μάλιστα δικτατορικής, δεν θα ενέδιδε στην ιταμή αξίωση των φασιστών της Ιταλίας. Το Τσάμης ως δηλωτικό του κατοίκου της Τσαμουριάς, είναι ελληνικό, προερχόμενο από παραφθορά του ονόματος του ποταμού Καλαμά, που ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Θύαμις (Θυαμουριά – Τσαμουριά).

Δεν είναι λοιπόν εθνικιστικοί λόγοι, που μας οδηγούν να δεχθούμε ότι οι Τσάμηδς ήσαν Ρωμηοί ακρίτες, που αρχικά απώλεσαν τη μητρική τους γλώσσα και αργότερα εξισλαμίσθηκαν.

Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι, όπως και κάθε μειονοτική ομάδα, θεωρούνταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας από το Κράτος και αρκετούς πολίτες του. Η συμπεριφορά αυτή καλλιεργεί αρχικά πικρία και κατόπιν αντιπάθεια και μίσος, το οποίο ζητά εκδίκηση. Και αφορμή για την ικανοποίηση του πάθους της εκδίκησης δόθηκε κατά τη διάρκεια της τριπλής κατοχής, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί και τετραπλή, αν αναλογιστούμε τη σύμπραξη πολλών Αλβανών, και μεταξύ αυτών και των Τσάμηδων, με τον Άξονα. Συμμετείχαν αρχικά στην πρόκληση επεισοδίων κοντά στα σύνορα, ώστε να δοθεί κάποια γελοία αφορμή στην Ιταλία, η οποία από το 1939 είχε καταλάβει την Αλβανία, να επιτεθεί κατά της χώρας μας. Στη συνέχεια στελέχωσαν κάποια από τα τάγματα, τα οποία έλαβαν μέρος στον ιταλοελληνικό πόλεμο και πρωταγωνίστησαν στην προπαγάνδα των Ιταλών για μεγάλη Αλβανία ώς τον Αμβρακικό κόλπο. Η «Μεγάλη μας ιδέα» είχε συντριβεί στη Μικρά Ασία και είχαμε περάσει στην περίοδο του «δεν διεκδικούμε τίποτε- προσφέρουμε ό,τι μας ζητηθεί», η οποία διαρκεί ώς σήμερα.

Αυτά όμως είναι «κοινά πταίσματα» μπροστά στα άγρια εγκλήματα, τα οποία διέπραξαν ως συνεργάτες των Γερμανών, μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Ως μέλη της «Σκιπετάρικης χωροφυλακής» τρομοκράτησαν τους Έλληνες συγκατοίκους τους, κατάρτισαν καταλόγους προγραφών και συμμετείχαν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με αποκορύφωμα την εκτέλεση των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς (29.9.1943). Τον Αύγουστο του 1944 δέχθηκαν επίθεση των ανταρτικών δυνάμεων του ΕΔΕΣ και είχαν απώλειες. Πιθανόν μεταξύ των θυμάτων να περιλαμβάνονταν και κάποιοι αθώοι. Πάντως με την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής από την χώρα μας οι Τσάμηδες αισθανόμενοι τις συνέπειες των κακουργημάτων τους εγκατέλειψαν τις εστίες τους και κατέφυγαν στην γειτονική «κομμουνιστική» πλέον Αλβανία, στην οποία δεν υπέστησαν την παραμικρή τιμωρία για τη συνεργασία τους με τους φασίστες (ας υποθέσουμε ότι ο Χότζα αγνοούσε τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει!). Αυτό προσφέρεται προς τους αθεράπευτα διεθνιστές και ενεργούντες κατά της χώρας μας κομμουνιστές, οι οποίοι αμνήστευσαν και τους φασίστες Βούλγαρους, επειδή η χώρα τους είχε περιέλθει ως τρόπαιο στην κομμουνιστική κυριαρχία.

Πάντως τόσο οι κομμουνιστές, όσο και οι «υπέρμαχοι της ελευθερίας σύμμαχοί μας» καταπάτησαν τα δίκαιά μας για προσάρτηση Βορείου Ηπείρου και Κύπρου στον εθνικό μας κορμό.

Κύλισαν τα χρόνια και οι κάτοικοι της γειτονικής χώρας βίωναν φρικτή δουλεία υπό το φρικτό καθεστώς του Χότζα, το οποίο ξεπέρασε σε θηριωδίες το σταλινικό. Αυτό το καθεστώς κατάντησαν να εγκωμιάζουν πολιτικοί μας κατά τη μεταπολίτευση! Και όταν άνοιξαν τα σύνορα μάθαμε από τους τυραννισμένους πολίτες της, που κατέφυγαν στη χώρα μας τα πάθη τους. Και ποιοι άραγε να δεινοπάθησαν περισσότερο από τους Βορειοηπειρώτες αδελφούς μας, οι οποίοι τότε αντιμετωπίζονταν εκεί ως οι εχθροί Έλληνες και εμείς τους υποδεχθήκαμε ως ενοχλητικούς Αλβανούς.
Η Αλβανία πέρασε στη σφαίρα της επιρροής των ΗΠΑ και έγινε πάλι ένα από τα χαϊδεμένα παιδιά των ισχυρών.

Ολόθερμη η συμπαράσταση όλης της Δύσης, η οποία άρχισε να καλλιεργεί την ιδέα της μεγάλης Αλβανίας σε βάρος των γειτόνων της Ελλάδος, Σκοπίων, Σερβίας και, τελευταία, Μαυροβουνίου. Ο τρομοκρατικός στρατός UCK εξαγνίστηκε στο δυτικό «βαπτιστήριο» και η Αλβανία επέτυχε την απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου. Τα Σκόπια επιβιώνουν, επειδή οι ΗΠΑ αναστέλλουν την αλβανική επιθετικότητα όχι όμως και την σε βάρος της χώρας μας, την οποία κάποιοι εν τη αφελία τους αποδίδουν στον νεοοθωμανισμό. Όμως πρέπει να τα καταλάβουμε επί τέλους: Ό,τι γίνεται στη Βαλκανική, γίνεται με την άδεια των ΗΠΑ. Συνεπώς η αλβανική προκλητικότητα, στην οποία δεν αντιδράσαμε ή αντιδράσαμε υποτονικά έχει τις ευλογίες των «συμμάχων» μας. Και φυσικά ιδιαίτερα δοκιμάζονται οι αδελφοί μας, που επιμένουν να παραμένουν στη Βόρειο Ήπειρο και δεν εγκαταλείπουν τις εστίες τους, όπως οι Τσάμηδες εγκληματίες. Ο νυν πρωθυπουργός Ράμα είναι εκλεκτός συνδαιτημών του τυχοδιώκτη Σόρος και η βιαιότητα σε βάρος των Ελλήνων δεν προέρχεται από τους Αλβανούς «γκρίζους λύκους», αλλά από το επίσημο κράτος, το οποίο ευεργετήθηκε από τη χώρα μας πολλαπλώς οικονομικά.

Αλλά ξαναγράφουμε από την Ελλάδα της παρακμής, η οποία βρίσκεται υπό διαδικασία εκποίησης, γιατί να μη διεκδικήσουν και οι δοτοί ηγέτες της γείτονος; Καταγγέλλω τους ηγέτες και όχι τον λαό, ο οποίος εν πολλοίς δεν διακατέχεται από τον μεγαλοϊδεατισμό, ο οποίος είναι επείσακτος στη γείτονα από τους κατά καιρούς ισχυρούς. Το σταθερό στοιχείο είναι η ανθελληνική υστερία, στην οποία απαντούμε σταθερά: Δεν διεκδικούμε τίποτε! Ούτε καν υποτυπωδώς ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης των ομογενών μας!

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου