Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Νους… τρελαμένος, εν σώματι… αναβολικών

Η είδηση για την διπλή δολοφονία στην Καλαμάτα τις ημέρες που πέρασαν, με βρήκε πολύ κοντά στον τόπο του φονικού, στην Μεσσηνία. Στην αρχή, όπως όλοι, απόρησα, όταν είδα τις φωτογραφίες των θυμάτων υποπτεύθηκα και όταν έμαθα και το ποιοι ήταν οι φερόμενοι ως δράστες σοκαρίστηκα.

Όποια και εάν ήταν η αφορμή, όποιοι και εάν ήταν οι λόγοι, θέματα που αφορούν ξεκάθαρα το ρεπορτάζ το οποίο είμαι βέβαιος ότι είναι γνωστό, το τραγικό αποτέλεσμα είναι ότι τέσσερες οικογένειες,...
τέσσερεις ελληνικές οικογένειες βυθίστηκαν στο πένθος και την λύπη. Υπάρχει όμως μία ακόμη σημαντική παράμετρος σε όλη αυτή την ιστορία. Σε αντίθεση με τα σενάρια που κάποιοι διοχέτευαν προκειμένου να αντλήσουν πολιτική υπεραξία από αυτό το τραγικό γεγονός (από διάφορες πλευρές είναι η αλήθεια), από τις δικές μου πληροφορίες προκύπτει ότι και οι τέσσερεις νεαροί, τόσο τα θύματα όσο και οι θύτες είχαν ως έναν βαθμό – εάν όχι δραστηριότητα – τουλάχιστον ιδέες φιλικά προσκείμενες σε αυτό που αποκαλείται πατριωτικός – εθνικιστικός χώρος.

Και ως εκ τούτου δημιουργείται ένα – εσωτερικό όσον αφορά στον χώρο αυτό – ζήτημα, σχετικά με την υπόθεση αυτή. Και αυτό φυσικά όχι υπό το πρίσμα της αισχρής στάσης δηλώσεων τύπου Παπαδημούλη, περί “ναζί” και τα λοιπά, αλλά υπό εντελώς διαφορετική σκοπιά. 
Ξεκινώντας από την αρχή θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η δημογραφική έκρηξη του “εθνικιστικού κινήματος” τόσο στις εκλογές με τις πολύ μεγάλες επιτυχίες της Χρυσής Αυγής, αλλά και η ύπαρξη μίας “εθνικιστικής μόδας”, στις ηλικιακά δυναμικές ομάδες του ελληνικού πληθυσμού, είναι βέβαιο ότι θα είχε ως αποτέλεσμα αργά ή γρήγορα, το να υπάρξουν περιστατικά όπου θα ήταν εμπλεκόμενοι και εθνικιστές.

Το γεγονός όμως στην Καρδαμύλη, ξεπερνά αυτού του είδους τις στατιστικές πιθανότητες και ως εκ τούτου θα πρέπει να γίνει αντικείμενο περαιτέρω ανάλυσης. Μίας ανάλυσης η οποία θα πρέπει να ξεκινήσει ακριβώς με τα ποιοτικά στοιχεία αυτής της πολιτικής ανόδου αλλά και της... μόδας. Και το πώς κάποια... δευτερεύοντα στοιχεία μετατρέπονται σε πρωτεύοντα εκτρέποντας τα ουσιαστικά.

Ας ξεκινήσω όμως με ένα «disclaimer». Προτιμώ 1000 φορές για την ελληνική νεολαία να βρίσκεται σε γυμναστήρια, να φουσκώνει μύς, ακόμη και εάν είναι μόνον για την... μόστρα, από το να γυρνά μόνον σε καφετέριες ή να περιφέρεται χαμένη στις δαιδαλώδεις διαδρομές της ηλίθιας αριστερίζουσας ιδεολογίας και λογικής. Προτιμώ τα παιδιά που κάνουν “επιθετικό” body building, ακόμη και μέχρις σημείου υπερβολής, από τα παιδιά που περνούν τον χρόνο τους προσπαθώντας να “γλύψουν” κάποιον για να βολευτούν. Προτιμώ τα παιδιά που τρέχουν στα βουνά, από τα παιδιά που τρέχουν στα γραφεία των τοπικών βουλευτών.

Παρόλα αυτά δεν μπορούμε όμως να παραγνωρίσουμε την ελλειμματική “παιδεία” ενός μεγάλου ποσοστού, κάποιων από των συμμετεχόντων στις παραπάνω μόδες. Καλύτερα από εμένα, περί αυτού του ελλείμματος, τα λέει ένα απόσπασμα ενός κειμένου που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο ηλεκτρονικό περιοδικό “Ιδεάπολις”: «Εμείς θα ασχοληθούμε με το γυμναστήριο καθ’ εαυτό τελευταίο, καθώς αυτό είναι το σημείο εστίασης της προσοχής μας, όντας αθλητές που επιζητούν τη δύναμη, όμως οι έτεροι σημαντικοί παράγοντες που πρέπει να εξετάσουμε είναι τα κτήρια που δεν υπάρχουν πια στα σύγχρονα γυμναστήρια.

Τα αρχαία ελληνικά γυμναστήρια περιείχαν δωμάτια με βιβλιοθήκες, εγκαταστάσεις στρατιωτικής εκπαίδευσης, ειδικούς χώρους πάλης και πυγμαχίας και δωμάτια για διδασκαλία ποίησης και μελέτη της φιλοσοφίας και των μύθων των θεών και ηρώων. Αυτά λείπουν πράγματι από το σύγχρονο γυμναστήριο και, δυστυχώς, μόνο η αναφορά τους θα αποτελούσε θέμα γελοιοποίησης από τους περισσότερους σύγχρονους χρήστες των γυμναστηρίων του 21ου αιώνα.

Αυτή η έλλειψη έχει ίσως οδηγήσει στη δημιουργία του μέσου τύπου των “λαγών του γυμναστηρίου”, που εξωτερικά είναι πλάσματα φυσικής ομορφιάς αλλά πνευματικά και εγκεφαλικά είναι άχρηστοι κρετίνοι. Οι Αρχαίοι θα είχαν ανησυχήσει από αυτή την έλλειψη προσοχής από την πόλη – κράτος, επισημαίνοντας το σοβαρό σφάλμα των κυβερνητών που δεν εφήρμοσαν αυστηρά ένα πρόγραμμα ανάπτυξης της φυσικής κατάστασης παράλληλα με την πνευματική μελέτη και την κατανόηση της ιστορίας, της πολιτικής και της φιλοσοφίας».

Οι γυμνασμένοι και οι σαπιοκοιλιάδες

Πέραν όμως από το έλλειμμα στην ίδια την νοοτροπία των “γυμναστηριακών”, παρ’ όλες τις πραγματικά φωτεινές εξαιρέσεις που υπάρχουν, υπάρχει και περαιτέρω πρόβλημα. Ένα από τα κύρια προπαγανδιστικά όπλα της Χρυσής Αυγής, στην αλματώδη άνοδό της σε τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας ήταν η αισθητική της υπεροχή έναντι των αντιπάλων της. Όχι βέβαια σε “προπαγανδιστικό υλικό” αλλά των ίδιων των μελών της. 
Απέναντι στους σαπιοκοιλιάδες πολιτικούς του κατεστημένου, τους ηλικιωμένους και συνηθισμένους, παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά νέοι, νέοι γυμνασμένοι, κάποιοι από αυτούς με τατουάζ, κάποιοι χωρίς, που επεδείκνυαν την σωματική τους ρώμη όχι αναγκαστικά ως... αποτέλεσμα της αφοσίωσής τους στην γυμναστική, αλλά και ως “πολιτικό εργαλείο”, στεκόμενοι δίπλα σε ομάδες Ελλήνων ως προστατευτικό τοίχος. Όχι μόνον στις ίδιες τις εκδηλώσεις της Χρυσής Αυγής, αλλά και σε περιπτώσεις όπως αυτές των κατοίκων του Αγίου Παντελεήμονα. Και αργότερα αυτή η ίδια η εικόνα καλλιεργήθηκε από τα ΜΜΕ, προκειμένου να μπορέσει να επιβεβαιωθεί η “Εγκληματική οργάνωση” Χρυσή Αυγή, αλλά και από την αριστερά, προκειμένου να ισχυρισθεί ότι οι “φασίστες” είναι εγκληματίες πολλές φορές και του ποινικού δικαίου.

Αναδεικνύεται όμως από αυτή την δολοφονία και το τραγικό υπόβαθρό της κάτι συγκεκριμένο. Ότι στην Ελλάδα πάρα πολλά πράγματα, στον εθνικιστικό/πατριωτικό χώρο, όπως ακριβώς και μέσα στα γυμναστήρια έχουν ως προτεραιότητα το “φαίνεσθε” έναντι της ουσίας. Και αναρωτιέται κανείς για τις ευθύνες όλων των μεγαλύτερων σε ηλικία αυτού του χώρου και τα πρότυπα που δίνονται στους μικρότερους σε ηλικία που πυκνώνουν τις τάξεις του. Μήπως υπήρχε υπερπροβολή των μυών και δόθηκε λιγότερο βάρος στην αρμονία μεταξύ του μυαλού και του σώματος.

Γιατί το “νούς υγιής εν σώματι υγιεί”, σίγουρα δεν σημαίνει ότι όποιο σώμα είναι υγιές έχει και ένα υγιές μυαλό. Και πέραν του “πολιτικού τσαμπουκά”, χρειάζονται και άλλα πράγματα. “Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, εγώ είμαι και ο χτίστης”. Μήπως το εθνικιστικό κίνημα έδωσε ιδιαίτερο βάρος στο “γκρέμισμα” προκειμένου να καταφέρει να ενσωματώσει την λαϊκή αντίδραση στην καταρρέουσα μεταπολίτευση και δεν φρόντισε να δώσει πρότυπα όχι μόνον σωματικά αλλά και διανοητικά;
Μήπως για το γεγονός ότι τέσσερεις νεαροί πατριώτες ενεπλάκησαν σε μία υπόθεση που τελείωσε με αυτό τον τρόπο, υπάρχουν ευθύνες που θα πρέπει να αποδοθούν στο γεγονός της έλλειψης των σωστών προτύπων στον εθνικιστικό χώρο;

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου