Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2014

Απεργία πείνας κάνουν οι επαναστάτες με αρχίδια και όχι τα εγχώρια ...ραμολιμέντα!

Ποιος θυμάται τον Μπόμπι Σαντς;
Το γελαστό παιδί που πέθανε ύστερα από 66 ημέρες απεργίας πείνας το '81;

Τριάντα τρία χρόνια πριν, στις 5 Μαΐου 1981, ο Μπόμπι Σαντς πεθαίνει σε ηλικία 27 ετών, στις φυλακές Λονγκ Κες, κοντά στο Μπέλφαστ, έπειτα από 66 μέρες απεργίας πείνας.

Πολιτικός κρατούμενος και αιχμάλωτος πολέμου, εκλεγμένος βουλευτής και μαχητής του αντάρτικου στρατού του IRA, ο Σαντς ξεκίνησε την απεργία πείνας την 1η Μαρτίου, και σύντομα τον ακολούθησαν σ' αυτήν κι άλλοι συγκρατούμενοί του αντάρτες, που συνέχισαν και μετά τον θάνατό του, μέχρι τον Οκτώβριο του 1981.

Άλλοι εννέα πέθαναν όπως κι εκείνος. Η απεργία τους καταγράφηκε στην ιστορία των απελευθερωτικών κινημάτων και των αυτονομιστικών αντάρτικων ως η διαμαρτυρία των Πέντε Αιτημάτων, επειδή πέντε ήταν τα αιτήματα των απεργών του Λονγκ Κες: 

  • το δικαίωμα να μην φορούν στολές φυλακισμένων, 
  • το δικαίωμα να αρνούνται την καταναγκαστική εργασία στη φυλακή, 
  • το δικαίωμα να συναναστρέφονται ελεύθερα με άλλους κρατούμενους και να οργανώνουν δικές τους ψυχαγωγικές δραστηριότητες, 
  • το δικαίωμα να δέχονται μία επίσκεψη, ένα γράμμα, ένα πακέτο κάθε εβδομάδα, 
  • και τέλος να επανακτήσουν το δικαίωμα μείωσης ποινής, μετά τη λήξη της απεργίας. 
"Δεν ήμουν τίποτε περισσότερο από ένα παιδί της εργατικής τάξης, όμως η καταπίεση είναι που γεννά το επαναστατικό πνεύμα της ελευθερίας» έγραφε για τον εαυτό του ο Μπόμπι Σάντς και δήλωνε πως «δεν θα λυγίσω αν δεν πετύχω την απελευθέρωση της Ιρλανδίας και τη μετατροπή της σε κυρίαρχη, ανεξάρτητη και σοσιαλιστική δημοκρατία». 

Στις 6 Μαΐου, μία μέρα μετά το θάνατό του, η Μάργκαρετ Θάτσερ, πρωθυπουργός τότε της Βρετανίας, σχολίαζε: «Θα συνεχίσουμε την προσπάθεια εξάλειψης της τρομοκρατίας. Ο κ. Σαντς ήταν απλά ένας κατάδικος. Που επέλεξε να πεθάνει».

Ο Σαντς περιέγραψε τις «ατελείωτες μοναχικές μέρες» της απομόνωσης: «Η ξαφνική και πλήρης κατάργηση των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων όπως το βάδισμα και ο καθαρός αέρας, η επιλογή των ρούχων που θα φορώ και των ανθρώπων που θα συναναστρέφομαι, των εφημερίδων και των βιβλίων που θα διαβάζω, ακόμη και των τσιγάρων μου, κάνουν τη ζωή ανυπόφορη».

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου