Η κυβέρνησή μας υποχώρησε στις περισσότερες οικονομικές απαιτήσεις των δανειστών, αλλά, όπως συμβαίνει ήδη από το τέλος του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, η αριστερά διατηρεί το μονοπώλιο του εποικοδομήματος, της κοινωνικής υπερδομής: χάνει την «οικονομία», κερδίζει τη «ζωή» -- εξασφαλίζοντας, αν όχι τη στήριξη των μαζών, τουλάχιστον την επιείκεια. Ό,τι κι αν κάνουν οι υπουργοί και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, θα παραμένουν προϊόντα του λενινισμού και του σταλινισμού: ποτέ δεν διέρρηξαν τις σχέσεις τους με την ολοκληρωτική ιδεολογία – το ύφος τους είναι ύφος κομισαρίου, το γλωσσικό τους ιδίωμα θυμίζει τους μπολσεβίκους («Οι αστοί τρομάξανε!»). Φορολογώντας τους πολίτες φαντάζονται ότι φορολογούν τους κουλάκους. Ακόμα και οι μεταρρυθμιστές, οι λεγόμενοι ανανεωτικοί και οι τροτσκιστές είχαν διεστραμμένα πρότυπα τα οποία ούτε απέρριψαν, ούτε προσάρμοσαν στη νεοτερικότητα. Αντισταλινικός δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην δημοκράτης και ανθρωπιστής.
Η συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ –μεγάλα λόγια, μίσος προς τους «πλουσίους» (στην πραγματικότητα προς όποιον δουλεύει για να δημιουργήσει κάτι στη ζωή του), απέχθεια προς την Ευρώπη και προς την ιδιωτική πρωτοβουλία– επιβεβαιώνει τις ρίζες του: το μεγάλο όνειρο του Οκτώβρη του 1917. Όποιος διαφωνεί, όποιος έχει πληροφορηθεί όλα όσα γνωρίζει ο πολιτισμένος κόσμος από τη δεκαετία του 1920, είναι είτε ύαινα του ιμπεριαλισμού, είτε εύπιστο θύμα της καπιταλιστικής προπαγάνδας.
Η αριστερά έχει μακρά ιστορία στα ψέματα και στις ψευδαισθήσεις· ο μύθος της ρωσικής επανάστασης θα γιορταστεί του χρόνου με φανφάρες – πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι. Θα συμμετέχουν όλοι οι κυβερνώντες μας, ακόμα κι εκείνοι που απλώς συνεργάζονται με τους κομμουνιστές: τους ενώνει το στρατιωτικό πνεύμα, οι μεγάλες τελετουργίες, ο αυταρχισμός και ο εθνικισμός, η παραχάραξη της ιστορίας. Η μισαλλοδοξία του ΣΥΡΙΖΑ (για το ΚΚΕ δεν χρειάζονται λόγια: είναι σαφές ως προς τις προθέσεις του, αλλά, παραδόξως, γίνεται αποδεκτό) θυμίζει ένα επεισόδιο της πολιτικής ζωής στο τέλος του 1919: σε συνεδρίαση της γαλλικής Λίγκας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αρκετοί ομιλητές που είχαν επιστρέψει από τη Ρωσία περιέγραψαν την κόκκινη τρομοκρατία – όχι μόνον εναντίον της αστικής τάξης (την οποία θεωρούσαν φυσιολογική) αλλά εναντίον των ίδιων των σοσιαλιστών. Στην αίθουσα ξέσπασε άγριος καβγάς: ουρλιαχτά, βρισιές – «προδότες», «ψεύτες», «αποστάτες», «Έξω!», «Δεν σας εμπιστευόμαστε! Σκάστε! Μόνο έναν επαναστάτη πιστεύουμε: τον Μάρτοφ! Μόνο εκείνον αναγνωρίζουμε και ξέρουμε ότι μας λέει την αλήθεια...» Ξαφνικά, ακούστηκε σαματάς στο πίσω μέρος της αίθουσας και η είδηση διαδόθηκε από έδρανο σε έδρανο: ο Γιούλιους Μάρτοφ μόλις είχε φθάσει από τη Ρωσία και ήταν παρών. Τον χειροκρότησαν και σηκώθηκαν όλοι όρθιοι. Ο διεθνιστής ηγέτης έμεινε σιωπηλός για λίγο, ύστερα είπε στο κοινό που περίμενε ευλαβικά: «Άκουσα όσα είπαν οι Ρώσοι σύντροφοι. Σας διαβεβαιώνω ότι τα περί τρομοκρατίας είναι απολύτως σωστά. Στη Ρωσία συμβαίνουν φρικτά πράγματα». Τη νεκρική σιγή ακολούθησε καινούργιο ξέσπασμα: τον γιούχαραν και τον στόλισαν με τόσες απειλές ώστε ο Μάρτοφ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το βήμα.
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, στην Ελλάδα, η αριστερά αρνείται την ιστορία: αρνείται την ύπαρξη της σταλινικής τυραννίας ή τη δικαιολογεί – ή και τα δύο· έτσι κι αλλιώς, η λογική απουσιάζει, όπως απουσιάζει η γνώση. Ακόμα και οι υποτιθέμενοι «ανανεωτές» του ΚΚΕ εσωτερικού, που τώρα μας κυβερνούν μαζί με άλλα απολειφάδια της κομμουνιστικής αριστεράς, πίστευαν ότι η Σοβιετική Δημοκρατία πρότεινε ένα υγιές και σωτήριο καθεστώς εργασίας και εκπαίδευσης: εντάξει, έγιναν κάποια «λάθη»... Πώς να μη γίνουν όταν υπάρχει καπιταλιστικός κλοιός; Και τα λοιπά και τα λοιπά.
Λιγοστοί μίλησαν ανοιχτά για τις αυταπάτες τους και για τα ψέματα που έλεγαν επί δεκαετίες «για καλό σκοπό». Θυμάμαι ένα βιβλιαράκι του Εντγκάρ Μορέν που κυκλοφόρησε το 1970: ο Μορέν είχε το θάρρος να σταθεί μπροστά στα αίσχη που κάποτε πίστευε ότι ήταν είτε ψέματα της Δύσης, είτε, «λάθη» και «παραμορφώσεις», είτε «απαραίτητα μέτρα» για να εδραιωθεί το καθεστώς. Λιγοστοί μιμήθηκαν τον Μορέν – κι εδώ, σ’ εμάς, επικράτησε το πείσμα του ημιόνου.
Η προσωπικότητα των κομμουνιστών ήταν και παραμένει ίδια σε ολόκληρο τον κόσμο: ταπεινότητα και ευλάβεια προς το Κόμμα και τους ισχυρούς, αφοσίωση στον ιερό σκοπό, διαρκής φροντίδα να μην αποδυναμωθούν όσοι τον υπερασπίζονται, καθαγιασμός της πειθαρχίας, απόκρυψη της αλήθειας για να μην την εκμεταλλευτούν οι εχθροί. Το ψέμα είναι το παραδοσιακό εργαλείο της αριστεράς: γι’ αυτό διαπρέπει στην προπαγάνδα και στη λάσπη.
Όσο για τους ξένους που επισκέπτονταν την ΕΣΣΔ η ιστορία είναι γνωστή: επί δεκαετίες συσσωρεύονταν οι χρήσιμοι ηλίθιοι που πήγαιναν στη Μόσχα για συνέδρια, όπου τους φιλοξενούσαν και τους τάιζαν πλουσιοπάροχα. Και τους παρακολουθούσαν: δεν είχαν ελευθερία κινήσεων, ούτε μπορούσαν να δουν κάτι περισσότερο από μια βιτρίνα, έναν εικονικό κόσμο. Όταν γυρνούσαν στη χώρα τους ήταν χαρούμενοι και καθησυχασμένοι από μια πραγματικότητα που νόμιζαν ότι καταλαβαίνουν αναζητώντας σημεία ομοιότητας με την ιστορία της Δύσης. Δεν έβλεπαν την ανυπαρξία συνδικάτων και ελευθερίας της έκφρασης, την κομματικοποίηση, τη στρατιωτικοποίηση, τις διώξεις, την αστυνόμευση, την ψιθυριστή ζωή των Σοβιετικών. Έβλεπαν μόνο «μεγάλα έργα» – το ίδιο επαναλήφθηκε στην Κίνα του Μάο: σημαντικοί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί διανοούμενοι βάλθηκαν αίφνης να στηρίζουν τον μαοϊσμό.
Οι άνθρωποι που μας κυβερνούν σήμερα και που αναδείχτηκαν με τη θέλησή μας είναι ρέπλικες που έχουν προκύψει από το Κομμουνιστικό Κόμμα: όχι και τόσο έξυπνοι άνθρωποι, με μονομερή και λειψή παιδεία, που κολακεύονται εύκολα – που καμαρώνουν επειδή είναι μέλη κυβέρνησης, έστω μιας ταλαίπωρης χώρας. Το όραμά τους είναι το σοβιετικό καθεστώς, η Τσεκά: πάντοτε λέγαμε ότι η ελληνική δεξιά, μετά τον εμφύλιο πόλεμο, δεν σεβάστηκε τους ηττημένους. Κακώς έπραξε τόσο από ηθική άποψη, όσο και από άποψη αποτελεσματικότητας. Αλλά, αν νικούσε η αριστερά, θα έκανε ακόμα χειρότερα εγκλήματα: ιεραρχημένα και με προμελετημένη ακρίβεια – στρατόπεδα συγκέντρωσης, κάτεργα, άσυλα «τρελών»· όλα τα σοβιετικά τεχνάσματα που περιέγραφε το 1946 ο Βικτόρ Κραβσένκο στο βιβλίο του «Επέλεξα την ελευθερία» με συνέπεια το γαλλικό ΚΚ να τον σύρει σε δίκη...
Η αριστερά αντιδρά σπασμωδικά έναντι οποιασδήποτε εκδήλωσης που δεν επικυρώνει όσα κάνει. Δεν της αρκεί η παθητική έγκριση: θέλει ειλικρινές, ενθουσιώδες χειροκρότημα, στάδια που να ζητωκραυγάζουν, μάζες που να τραγουδούν εμβατήρια... Το πιο εκπληκτικό είναι ότι το επιτυγχάνει: έχει πειστεί ότι κατέχει το κλειδί για την ερμηνεία της πραγματικότητας – και όπως λέμε συχνά, αν η πραγματικότητα αντιστέκεται στην ερμηνεία τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η αριστερά γενικά, βυθίζεται φιλάρεσκα στην ιδεολογία του 19ου αιώνα – αρνείται να αναθεωρήσει τον μηχανισμό του κοινωνικού της οράματος, αρνείται να κατανοήσει το παρελθόν, αρνείται να επανατοποθετηθεί στην ιστορία και στον σύγχρονο κόσμο.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου