Όλα τα θαύματα κρατούν τρεις μέρες, τα μεγάλα τέσσερις. Η σύνθεση της νέας κυβερνήσεως θα απασχολήσει, για ακόμα 48 ώρες το πολύ, τα Μέσα Ενημέρωσης και μετά ξανά στο μαγγανοπήγαδο της καθημερινότητας και των προβλημάτων.
Και τα προβλήματα είναι πολλά. Και απαιτούν άμεσες λύσεις. Από την ΕΡΤ, τις «τρύπες» στα ασφαλιστικά ταμεία, τον ΕΟΠΠΥ και τις απολύσεις των δημοσίων υπαλλήλων, μέχρι τη ρευστότητα στην αγορά, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη φορολογία και την καταπολέμηση της... ανεργίας.
Η νέα κυβέρνηση λοιπόν θα κριθεί από τη δυνατότητα αυτών που τη στελεχώνουν να παράξουν έργο σε συνθήκες μνημονίου. Αν είναι η καλύτερη δυνατή, αν έπρεπε να γίνουν αυτοί ή κάποιοι άλλοι μέλη του υπουργικού συμβουλίου, αν υπήρξε πλούσιο παρασκήνιο στη συγκρότησή της, αν υπήρξαν συμβιβασμοί και τηρήθηκαν ισορροπίες, λίγη σημασία έχει.
Σε ένα μήνα -άντε δύο, επειδή υπάρχουν τα μπάνια του λαού και η θερινή ραστώνη- θα μπορούμε να αποφανθούμε αν και πόσο μπορεί το νέο κυβερνητικό σχήμα να είναι λειτουργικό και κυρίως αποτελεσματικό.
Το γεγονός ότι δεν άλλαξε το οικονομικό επιτελείο δείχνει πως τα συμφωνηθέντα με την τρόικα θα τηρηθούν κατά γράμμα. Είναι λοιπόν μικρής αξίας τα λεγόμενα από το ΠΑΣΟΚ περί νέας προγραμματικής συμφωνίας.
Στα χαρτιά οι δύο κυβερνητικοί εταίροι μπορούν να πουν πολλά, στην πράξη όμως θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική. Θα γίνει το ίδιο που έγινε και με την περσινή συμφωνία την οποίαν είχε υπογράψει και η ΔΗΜΑΡ.
Η επίκληση της επικαιροποίησης της προγραμματικής συμφωνίας είναι το άλλοθι που είχε ανάγκη ο Βενιζέλος και το ΠΑΣΟΚ για να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση και όχι ο σηματωρός για αλλαγή κατεύθυνσης στην ασκούμενη πολιτική.
Κατά τα λοιπά, αυτά που μπορούν να επισημανθούν ως χαρακτηριστικά της νέας κυβέρνησης είναι τα εξής:
Και τα προβλήματα είναι πολλά. Και απαιτούν άμεσες λύσεις. Από την ΕΡΤ, τις «τρύπες» στα ασφαλιστικά ταμεία, τον ΕΟΠΠΥ και τις απολύσεις των δημοσίων υπαλλήλων, μέχρι τη ρευστότητα στην αγορά, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη φορολογία και την καταπολέμηση της... ανεργίας.
Η νέα κυβέρνηση λοιπόν θα κριθεί από τη δυνατότητα αυτών που τη στελεχώνουν να παράξουν έργο σε συνθήκες μνημονίου. Αν είναι η καλύτερη δυνατή, αν έπρεπε να γίνουν αυτοί ή κάποιοι άλλοι μέλη του υπουργικού συμβουλίου, αν υπήρξε πλούσιο παρασκήνιο στη συγκρότησή της, αν υπήρξαν συμβιβασμοί και τηρήθηκαν ισορροπίες, λίγη σημασία έχει.
Σε ένα μήνα -άντε δύο, επειδή υπάρχουν τα μπάνια του λαού και η θερινή ραστώνη- θα μπορούμε να αποφανθούμε αν και πόσο μπορεί το νέο κυβερνητικό σχήμα να είναι λειτουργικό και κυρίως αποτελεσματικό.
Το γεγονός ότι δεν άλλαξε το οικονομικό επιτελείο δείχνει πως τα συμφωνηθέντα με την τρόικα θα τηρηθούν κατά γράμμα. Είναι λοιπόν μικρής αξίας τα λεγόμενα από το ΠΑΣΟΚ περί νέας προγραμματικής συμφωνίας.
Στα χαρτιά οι δύο κυβερνητικοί εταίροι μπορούν να πουν πολλά, στην πράξη όμως θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική. Θα γίνει το ίδιο που έγινε και με την περσινή συμφωνία την οποίαν είχε υπογράψει και η ΔΗΜΑΡ.
Η επίκληση της επικαιροποίησης της προγραμματικής συμφωνίας είναι το άλλοθι που είχε ανάγκη ο Βενιζέλος και το ΠΑΣΟΚ για να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση και όχι ο σηματωρός για αλλαγή κατεύθυνσης στην ασκούμενη πολιτική.
Κατά τα λοιπά, αυτά που μπορούν να επισημανθούν ως χαρακτηριστικά της νέας κυβέρνησης είναι τα εξής:
Πρώτον, η Ν.Δ. πήρε υπό τον πλήρη έλεγχό της τους σιδηρούς βραχίονες του κράτους, τα Σώματα Ασφαλείας και την Δικαιοσύνη, κάτι που προοιωνίζεται σκλήρυνση του κράτους απέναντι σε πιθανολογούμενα φαινόμενα κοινωνικής ανυπακοής και αντίστασης στις κυβερνητικές επιλογές.
Δεύτερον, το ΠΑΣΟΚ πήρε τα παραγωγικά Υπουργεία (Γεωργίας, Υποδομών και Ενέργειας) όπου πάσχει η ανασυγκρότηση της χώρας, αλλά και τη λεγόμενη διαπλοκή συμφερόντων, αφού στους τομείς ευθύνης αυτών των υπουργείων είναι κατ’ εξοχήν τα έργα, οι συμβάσεις και οι προμήθειες στους οποίους οι «διαπλεκόμενοι» διακρίνονται.
Τρίτον, η Ν.Δ. συνεχίζει να έχει τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο στο κοινωνικό κράτος, αφού στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας, της Εργασίας, Ασφάλισης και Πρόνοιας, είναι δικοί της υπουργοί αυτοί που έχουν την ευθύνη. Σημειώνω απλώς ότι η διαχείριση του κοινωνικού κράτους παραδοσιακά συνδέεται και με τη διαμόρφωση των ευρύτερων πολιτικών και εκλογικών συσχετισμών.
Τέταρτον, η αριθμητική εκπροσώπηση των δύο κομμάτων στην κυβέρνηση είναι περισσότερον ισόρροπη σε σχέση με την προηγούμενη τρικομματική. Επιπροσθέτως, το ΠΑΣΟΚ συμμετέχει με πολιτικά στελέχη και πλέον η πολιτική μοίρα και των δύο είναι κοινή. Η επιλογή των τεχνοκρατών της πρώτης περιόδου του έδινε μια επίφαση σχετικής πολιτικής αυτονομίας, τώρα όμως, και με την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ, μετακομίζει οριστικά στην Κεντροδεξιά.
Πέμπτον, η είσοδος του Βενιζέλου στην κυβέρνηση, σε θέση αντιπροέδρου της κυβερνήσεως και υπουργού Εξωτερικών, σίγουρα τον αναβαθμίζει θεσμικά στο σύστημα διακυβέρνησης, ενώ του δίνει τη δυνατότητα να “λουστράρει” το ευρωπαϊκό (με την ανάληψη από τη χώρα μας της Προεδρίας της Ε.Ε.) και διεθνές προφίλ του. Αν η αναβάθμιση Βενιζέλου βλάψει και μελλοντικά τον Σαμαρά μέλλει να αποδειχθεί. Σίγουρα πάντως θα είναι μια δύσκολη συγκατοίκηση.
Έκτον, στα τρία Υπουργεία που αυτή την περίοδο βρίσκονται στην αιχμή της αρνητικής επικαιρότητας τοποθετήθηκαν τρία νέα πρόσωπα τα οποία, εκτός του να είναι θιασώτες των αλλαγών που απαιτεί το μνημόνιο, εμφανίζονται να έχουν και τις πιο προωθημένες απόψεις για την υλοποίησή τους στον τομέα που ο καθένας ανέλαβε.
Τις απολύσεις στο δημόσιο αναλαμβάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, του οποίου η οικογενειακή πολιτική παράδοση ταυτίζεται με τον εγχώριο νεοφιλελευθερισμό. Τη λύση στο πρόβλημα της ΕΡΤ ο Παντελής Καψής, ο οποίος συνδέεται με τους «εκσυγχρονιστές» της Κεντροαριστεράς. Και τις περικοπές και συγχωνεύσεις στα νοσοκομεία καθώς και τον ΕΟΠΠΥ ο Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος εκφράζει το μπρουτάλ κομμάτι της ακραιφνούς λαϊκής Δεξιάς.
Είναι τρεις διαφορετικές σχολές που, με αφορμή και το μνημόνιο, συγκλίνουν και πρωταγωνιστούν στην προσπάθεια να αναχαιτιστεί η επελαύνουσα λαϊκή ή λαϊκίζουσα Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως από την απόδοση των τριών νέων υπουργών στα πρότζεκτ που αναλαμβάνουν θα διαμορφωθεί η πρώτη εντύπωση για την ικανότητα της νέας κυβέρνησης να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της. Και η πρώτη εντύπωση, συνήθως, είναι καθοριστική για τη συνέχεια…
Δεύτερον, το ΠΑΣΟΚ πήρε τα παραγωγικά Υπουργεία (Γεωργίας, Υποδομών και Ενέργειας) όπου πάσχει η ανασυγκρότηση της χώρας, αλλά και τη λεγόμενη διαπλοκή συμφερόντων, αφού στους τομείς ευθύνης αυτών των υπουργείων είναι κατ’ εξοχήν τα έργα, οι συμβάσεις και οι προμήθειες στους οποίους οι «διαπλεκόμενοι» διακρίνονται.
Τρίτον, η Ν.Δ. συνεχίζει να έχει τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο στο κοινωνικό κράτος, αφού στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας, της Εργασίας, Ασφάλισης και Πρόνοιας, είναι δικοί της υπουργοί αυτοί που έχουν την ευθύνη. Σημειώνω απλώς ότι η διαχείριση του κοινωνικού κράτους παραδοσιακά συνδέεται και με τη διαμόρφωση των ευρύτερων πολιτικών και εκλογικών συσχετισμών.
Τέταρτον, η αριθμητική εκπροσώπηση των δύο κομμάτων στην κυβέρνηση είναι περισσότερον ισόρροπη σε σχέση με την προηγούμενη τρικομματική. Επιπροσθέτως, το ΠΑΣΟΚ συμμετέχει με πολιτικά στελέχη και πλέον η πολιτική μοίρα και των δύο είναι κοινή. Η επιλογή των τεχνοκρατών της πρώτης περιόδου του έδινε μια επίφαση σχετικής πολιτικής αυτονομίας, τώρα όμως, και με την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ, μετακομίζει οριστικά στην Κεντροδεξιά.
Πέμπτον, η είσοδος του Βενιζέλου στην κυβέρνηση, σε θέση αντιπροέδρου της κυβερνήσεως και υπουργού Εξωτερικών, σίγουρα τον αναβαθμίζει θεσμικά στο σύστημα διακυβέρνησης, ενώ του δίνει τη δυνατότητα να “λουστράρει” το ευρωπαϊκό (με την ανάληψη από τη χώρα μας της Προεδρίας της Ε.Ε.) και διεθνές προφίλ του. Αν η αναβάθμιση Βενιζέλου βλάψει και μελλοντικά τον Σαμαρά μέλλει να αποδειχθεί. Σίγουρα πάντως θα είναι μια δύσκολη συγκατοίκηση.
Έκτον, στα τρία Υπουργεία που αυτή την περίοδο βρίσκονται στην αιχμή της αρνητικής επικαιρότητας τοποθετήθηκαν τρία νέα πρόσωπα τα οποία, εκτός του να είναι θιασώτες των αλλαγών που απαιτεί το μνημόνιο, εμφανίζονται να έχουν και τις πιο προωθημένες απόψεις για την υλοποίησή τους στον τομέα που ο καθένας ανέλαβε.
Τις απολύσεις στο δημόσιο αναλαμβάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, του οποίου η οικογενειακή πολιτική παράδοση ταυτίζεται με τον εγχώριο νεοφιλελευθερισμό. Τη λύση στο πρόβλημα της ΕΡΤ ο Παντελής Καψής, ο οποίος συνδέεται με τους «εκσυγχρονιστές» της Κεντροαριστεράς. Και τις περικοπές και συγχωνεύσεις στα νοσοκομεία καθώς και τον ΕΟΠΠΥ ο Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος εκφράζει το μπρουτάλ κομμάτι της ακραιφνούς λαϊκής Δεξιάς.
Είναι τρεις διαφορετικές σχολές που, με αφορμή και το μνημόνιο, συγκλίνουν και πρωταγωνιστούν στην προσπάθεια να αναχαιτιστεί η επελαύνουσα λαϊκή ή λαϊκίζουσα Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως από την απόδοση των τριών νέων υπουργών στα πρότζεκτ που αναλαμβάνουν θα διαμορφωθεί η πρώτη εντύπωση για την ικανότητα της νέας κυβέρνησης να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της. Και η πρώτη εντύπωση, συνήθως, είναι καθοριστική για τη συνέχεια…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου